Ο Πάτρικ Ζίσκιντ έγινε διάσημος με το εμβληματικό «Άρωμα». Όσοι, όμως, διάβασαν το «Κοντραμπάσο» τον εκτίμησαν ιδιαίτερα, για το εύρος των γνώσεών του και τη διάσταση της εσωτερικής του καλλιέργειας.

Το «Κοντραμπάσο» δεν είναι ένα κοινό μυθιστόρημα. Είναι ένα «μουσικό» έργο που γράφτηκε το καλοκαίρι του 1980  όχι από μουσικοσυνθέτη, αλλά από συγγραφέα. Η ιδιαιτερότητά του έγκειται στο ότι είναι θεατρικό έργο που μπορεί να καλύψει σκηνή, πλατεία κι ό, τι  συνεπάγεται από τη συνύπαρξη. Με άξονα τη μουσική, η οποία δεν έχει σύνορα., είναι πανανθρώπινη και πάνω από την επικαιρότητα, είναι συστατικό ψυχής και πνεύματος, ένας άνθρωπος ταλανίζεται από εσωτερικές  διακυμάνσεις κλεισμένος στο μικρό του χώρο και αυτοπροσδιορίζεται διχασμένη προσωπικότητα.

Μόνο που η εξομολόγηση , οι ανατροπές, η  ψυχική βάσανος, δεν αφορούν μόνο τον ίδιο. Διαχέονται στην αίθουσα και παρασύρουν στον «τρελό χορό» τους και τους θεατές.

Το ατμοσφαιρικό κείμενο του γνωστού συγγραφέα Πάτρικ Ζίσκιντ χρησιμοποιεί ως αφορμή το κοντραμπάσο και μιλάει, άλλοτε ρεαλιστικά κι άλλοτε ποιητικά , για τον άνθρωπο, τη μοναξιά του και τη συνύπαρξη με τους άλλους.

Η παράσταση ακροβατεί ανάμεσα στο τραγικό και το κωμικό, στην αλήθεια και το ψέμα, στο μεγαλείο και την παρακμή, στον θρίαμβο και την αποτυχία, στην αγάπη και το μίσος, στον έρωτα και την φαντασίωση. Πρόκειται, ακόμη, για έναν καθρέφτη του σημερινού ανθρώπου που ζει τρομοκρατημένος στην φαινομενικά πλήρη εξασφάλιση.

Ο ήρωας  μέσα στη σχέση έρωτα κι εξάρτησης που έχει με το κοντραμπάσο, το βλέπει ως «Το βασικό όργανο της ορχήστρας», «…ο θεμέλιος λίθος της ορχηστικής μουσικής», «…το μεγαλύτερο θηλυκό όργανο», «…εμπόδιο», «…το πιο ακαλαίσθητο, το πιο κακόμορφο όργανο που επινόησε ο άνθρωπος», αλλά ακόμα και ως γκρινιάρη, αδιάκριτο και ηδονοβλεψία. Για τον ίδιο τον συγγραφέα το κοντραμπάσο είναι ένα έξυπνο εργαλείο που συνδυάζει το μεγαλείο της μουσικής με την πίκρα του περιθωρίου και που το χρησιμοποιεί αριστοτεχνικά για να δημιουργήσει μια μαγική εικόνα, όπου το ατομικό γίνεται κοινωνικό, το ξένο οικείο.

Το θλιβερό απόγευμα του ανώνυμου «αντιήρωα», αφού ζει με το μεγάλο όργανο ως «καταραμένος» γίνεται πεδίο σαρκαστικής διάλεξης όπου η εντελώς υποτιμημένη σημασία του έγχορδου οργάνου ανθίζει ξαφνικά  και γίνεται φλύαρη κραυγή διαμαρτυρίας για έναν ανεκπλήρωτο έρωτα.

Info: Ο Βασίλης Ευταξόπουλος σπούδασε στη Δραματική Σχολή Εθνικού Θεάτρου. Σκηνοθεσία στη Σχολή Σταυράκου. Τμήμα Ιταλικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Περούτζια. Για μια δεκαετία ανήκε στο δυναμικό του Εθνικού Θεάτρου. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με θιάσους του ελεύθερου θεάτρου ερμηνεύοντας σημαντικούς ρόλους του κλασικού και σύγχρονου παγκόσμιου ρεπερτορίου. Συνεργάστηκε με τους σκηνοθέτες: Ν. Νανέρη, Δ. Μαυρίκιο, Κ. Δαμάτη, Γ. Ιορδανίδη, Κ. Μπάκα, Α. Μινωτή, Α. Σολομό, Γ. Νικολαΐδη, Κ. Ρουγγέρη, Β. Θεοδωρόπουλο, Σ. Φασουλή, Κ. Αρζόγλου, Σ. Τσακίρη, Π. Μιχαηλίδη, Β. Μαυρομάτη, Β. Νικολαΐδη, Γ. Κακλέα κ.ά. Συμμετείχε στις κινηματογραφικές ταινίες: Παραλάβατε διορισμόν (σκην. Μ. Αχουριώτης) και Πυθαγόρας (ΒΒC). Και (μεταξύ άλλων) στις τηλεοπτικές σειρές: Μπουλούκι (ΕΤ1),Εγκλήματα (Αnt1), Περί ανέμων και υδάτων, Σαββατογεννημένες, Ίχνη (Mega) κ.ά.

Περισσότερες πληροφορίες για την παράσταση: Το Κοντραμπάσο του Πάτρικ Ζίσκιντ στο Θέατρο Ιλίσια Βολανάκης