H Carousel Films, παρουσιάζει σε επανέκδοση τον Σεπτέμβριο 2014 σε καθημερινή ενιαία προβολή, ΔΥΟ ταινίες με ΕΝΑ εισιτήριο, το «ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΜΕΛΙΣΣΙΟΥ» του Βίκτορ Ερίθε και το «CRIA CUERVOS» του Κάρλος Σάουρα, στην θερινή αίθουσα της Ταινιοθήκης της Ελλάδος.

Πρόκειται για τις δυο κορυφαίες ταινίες του μεταπολεμικού Ισπανικού σινεμά του 20ου αιώνα, παραγωγές του μυθικού παραγωγού Ελίας Κερεχέτα. Υπογράφονται από τους δυο σημαντικότερους Ισπανούς δημιουργούς του 20ου αιώνα (με τον Μπουνιουέλ εκτός συναγωνισμού), το τοτέμ του Ισπανικού σινεμά, πολυγραφότατου και πολυβραβευμένου Κάρλος Σάουρα και του ακριβοθώρητου Βίκτορ Ερίθα (το «ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΜΕΛΙΣΣΙΟΥ» ήταν η πρώτη από τις μόλις τρεις ταινίες που γύρισε ως τις μέρες μας). Έχουν γυριστεί κι οι δύο επί Φρανκικού καθεστώτος, ακολουθώντας την «γραμμή» που είχε υιοθετηθεί από τους Ισπανούς κινηματογραφιστές με έμμεσες, αλληγορικές μεταφορές στον Ισπανικό εμφύλιο και στην δικτατορία.

Και στα δύο φιλμ, κεντρικό θέμα είναι η επώδυνη μετάβαση από την απόλυτη παιδικότητα σε μια προεφηβεία πιο κοντά στην ενήλικη «πραγματική» ζωή. Για πρώτη ίσως φορά, η οπτική δεν είναι αυτή των «μεγάλων» πάνω στο παιδί, αλλά αυτή του ίδιου του υποκειμένου. Το επίπονο πέρασμα, μέσα σε έναν κόσμο πλήρης σύγχυσης του φανταστικού με το πραγματικό, παρουσιάζεται μέσα από τα μάτια ενός 6χρονου κοριτσιού που προσπαθεί να κατανοήσει τον κόσμο γύρω του, προσμένοντας παράλληλα την ενήλικη ζωή.

Και στις δυο ταινίες, το οικογενειακό περιβάλλον είναι εξόχως δυσλειτουργικό, στο «ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΜΕΛΙΣΙΟΥ» η αποξένωση των γονιών είναι πλήρης, στο «CRIA CUERVOS», δεν υπάρχουν γονείς. Το «ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΜΕΛΙΣΙΟΥ» εξελίσσεται στο ερημικό τοπίο της Καστίλης, σε ένα χωριό όπου φαίνονται να απουσιάζουν οι νέοι άνδρες κι η κατήφεια κυριαρχεί, το δράμα του «CRIA CUERVOS» ξετυλίγεται σε μια επιβλητική όσο και παρακμάζουσα έπαυλη, αποκομμένη από τη ζωή της Μαδρίτης, έναν χώρο φαντασμάτων.

Το φανταστικό ενυπάρχει και στις δύο δημιουργίες, με την μορφή του κινηματογραφικού Φρανκενστάιν στο φιλμ του Ερίθε, με το φάντασμα της νεκρής μητέρας στο έργο του Σόυρα. Ο «μαγικός ρεαλισμός» είναι το όχημα και των δυο, οι φιγούρες της φαντασίας συνυπάρχουν με τις «πραγματικές» χωρίς ειδικά εφέ και ξεχωριστή αισθητική καταγραφή.

Η επιρροή των φιλμ συνεχίζεται και στους σημερινούς Ισπανούς κινηματογραφιστές, πχ. στο «Ορφανοτροφείο», καθόλου τυχαία, η Τζέραλντιν Τσάπλιν, πρωταγωνίστρια του Σάουρα, εμφανίζεται ως μέντιουμ που συνδέει το παρόν με τα «παλιά».

Όμως, οι δυο ταινίες, μπορεί και να μην είχαν ποτέ γυριστεί χωρίς την Άννα Τόρεντ. Ο Ερίθε γυρνούσε τα δημοτικά σχολεία της Καστίλης, τότε, στις αρχές του 70, ψάχνοντας πρωταγωνίστρια για το «ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΜΕΛΙΣΣΙΟΥ», όταν έπεσε σε αυτά τα υγρά, μαύρα μάτια, κάπως σαν αυτά των πορτρέτων των ορφανών της ζωγράφου Μάργκαρετ Κιν. Όπως αναφέρει κι ο Νταν Κάλαχαν, στο Slant Magazine, «έχει την ικανότητα να συμπυκνώνει το χάος που την βαραίνει, στο κενό του αινιγματικού της βλέμματός». Η ταινία γυρίστηκε πάνω στην 6χρονη τότε Τόρεντ και η συζήτηση για το θέμα «παιδί στο σινεμά» έλαβε τέλος. Η Τόρεντ, πέρα από το πηχτό σκοτάδι των ματιών με τη θλιμμένη γνώση, μέσα από το φακό του Ερίθε, κονιορτοποιεί τα στερεότυπα του «πολυτάλαντου παιδιού που παίζει σαν μεγάλος», όπως καθιερώθηκε στο Χόλιγουντ, εφαρμόζοντας ένα ιδιότυπο «παιδικό» παίξιμο, που έπαιρνε επίσης αποστάσεις του από τη «ντοκιμαντερίστικη» προσέγγιση των κινηματογραφικών παιδιών του Ευρωπαϊκού νεορεαλισμού. Με το «Cria Cuervos», μια ταινία πλέον είδους, η Τόρεντ ανταποκρίνεται ακόμα περισσότερο στον «ρόλο», εκφράζοντας τέλεια το «αθώο μίσος», τη «ζήλεια», την «περιέργεια» και τον οριστικό αποχαιρετισμό στην σύγχυση της παιδικότητας.

Ο Άντριου Σάρις μιλούσε πλέον για τις καλύτερες ερμηνείες που έχουν δοθεί ποτέ στο σινεμά από παιδιά, κάποιοι άλλοι για την 9χρονη Γκρέτα Γκάρμπο. Η «Άννα» των δύο ταινιών εν τω μεταξύ μεγάλωνε. Στα 16 της σκέφτηκε σοβαρά να εγκαταλείψει την υποκριτική, τελικά συνέχισε με θέατρο και σποραδικές εμφανίσεις στο σινεμά, έως ένα θριαμβευτικό come back στο TESIS του Αμενάμπαρ. Στην κινηματογραφική ιστορία, το ζενερίκ «Άννα Τόρεντ», παραπέμπει στα δυο διαμάντια του Ισπανικού σινεμά που παρουσιάζονται στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος.

Σύνοψη «Cria Cuervos»

Η οχτάχρονη Άννα (η μαγική Άννα Τόρεντ από το «Πνεύμα του μελισσιού»), πιστεύει ότι σκότωσε τον πατέρα της, υπεύθυνο στα μάτια της για τον θάνατο της αγαπημένης της μητέρας (η αιθέρια Τζέραλντιν Τσάπλιν). Μαζί με της δυο αδελφές της, υπό την κηδεμονία μιας απόμακρης θείας, ζει μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, επικοινωνεί με το φάντασμα της μητέρας, αντιδρά στα πάντα και στους πάντες κι αναπτύσσει μια ξεχωριστή εμμονή με την ιδέα του θανάτου. Το αριστούργημα του Κάρλος Σάουρα, ένα χαμηλόφωνο αλλά αλάνθαστο «κατηγορώ» στην οικογένεια ως καταπιεστική δύναμη της κοινωνίας, γυρίστηκε το 1975, λίγο πριν τον θάνατο του δικτάτορα Φράνκο. Ο συμβολικός τίτλος είναι παρμένος από μια δυσοίωνη Ισπανική παροιμία («Θρέψε κοράκια, να σου βγάλουν τα μάτια»).

Σύνοψη «Πνεύμα του Μελισσιού»

Ο κλασσικός «Φρανκενστάιν» με τον Μπορίς Καρλόφ, προβάλλεται σε ένα μικρό επαρχιακό κινηματογράφο της Καστίλης στις αρχές της δεκαετίας του 40. Η εξάχρονη Άννα συμπονά το τέρας και ανησυχεί για την τύχη του. Η αδελφή της την καθησυχάζει, πείθοντάς τη πως το τέρας είναι ένα αθάνατο πνεύμα που ζωντανεύει εύκολα παίρνοντας ανθρώπινη μορφή. Η Άννα αναζητά το πνεύμα και πιστεύει πως το ξαναβρίσκει ζωντανό στο πρόσωπο ενός παράνομου που κρύβεται στην περιοχή.