Η New Star παρουσιάζει σε επανέκδοση το αριστούργημα του Μαρκ Ντονσκόι, Το ουράνιο τόξο, από τις 6 Φεβρουαρίου 2014 στους κινηματογράφους.

Tο Ουράνιο τόξο που γυρίστηκε στο ψυχορράγημα του ναζισμού στάθηκε η μεγαλύτερη επιτυχία του σοβιετικού κινηματογράφου μετά το τέλος του πολέμου. Ο πρόξενος των ΗΠΑ στη Μόσχα έστειλε μια κόπια ειδικά στο Ρούζβελτ, ενώ εκατομμύρια θεατές σ’ ολόκληρο τον κόσμο έκαναν ουρές έξω από τους κινηματογράφους, για να δουν τούτο το συγκλονιστικό χρονικό των μαρτυρίων και αγώνων ενός ουκρανικού χωριού κάτω από τη γερμανική κατοχή.

Ο Μαρκ Ντονσκόι, έδωσε στην ιστορία του της διαστάσεις ενός αυθεντικού πάθους. Η επιτυχία της ταινίας εξηγείται εν μέρει από το ρεαλισμό και την αμεσότητα των περιγραφομένων καταστάσεων, αλλά κυρίως από το γεγονός ότι ο Ντονσκόι προσέγγισε το θέμα με μια μοναδική δραματουργική δύναμη και λυρική διάσταση, που έκαναν πολλές σκηνές αλησμόνητες. Διαβάζοντας κανείς τις κριτικές της εποχής στέκεται σε μια κοινή διαπίστωση: «ποτέ στο σινεμά δεν είδαμε κάτι παρόμοιο», κι η φράση αυτή μιλά από μόνη της για την εντύπωση που άφησε η ταινία στο κοινό της εποχής της.

Ο μελλοντικός σκηνοθέτης του νεορεαλισμού Τζουζέπε ντε Σάντις γράφει το 1945: «Το Ουράνιο τόξο είναι αυθεντικό ποιητικό έργο, ένα αριστούργημα που σπάνια βλέπουμε στον κινηματογράφο. Για να βρούμε κάτι παρόμοιο στην παγκόσμια τέχνη θα πρέπει ν’ ανατρέξουμε μέχρι το θωρηκτό Ποτέμκιν, το Βαριετέ, την Τραγωδία του ανθρακωρυχείου και τη Μεγάλη χίμαιρα. Ναι, υπάρχουν πολύ λίγα παραδείγματα έργων τόσο πλούσιων σε λυρισμό, τραγική αίσθηση και τέχνη. Αυτό που διαπερνά όλη την ταινία είναι το μίσος των κατοίκων ενός ουκρανικού χωριού για τον Ναζί κατακτητή ο οποίος πήρε τα σπίτια τους, βίασε τις γυναίκες τους, σκότωσε τα παιδιά τους και λεηλάτησε τα υπάρχοντά τους. Η συγκινησιακή δύναμη του Ουράνιου τόξου, το πάθος του, βρίσκεται μέσα σ’ αυτό το ιερό μίσος. Ένα άλλο ενδιαφέρον στοιχείο της ταινίας είναι ότι δεν υπάρχουν δευτερεύοντα πρόσωπα, αλλά τα πάντα συγκροτούν ένα ενιαίο σύνολο.

Η σκηνή όπου μια μητέρα και τα παιδιά της ποδοπατούν το χώμα πάνω από τον κρυφό τάφο ενός παιδιού, δεν έχει παρόμοιό της στην ιστορία του κινηματογράφου. Αυτά τα εξαντλημένα παιδιά δεν πολυκαταλαβαίνουν τι τους συμβαίνουν, τι κάνουν. Και με τις κινήσεις τους μοιάζουν σαν να νανουρίζουν ένα ζωντανό παιδί.

Η σκηνή επίσης των αιχμαλώτων διακρίνεται από μια παρόμοια μεγαλοπρέπεια. Είναι θρίαμβος της απέραντης αγάπης για την πατρίδα, απέναντι στο εξίσου απέραντο μίσος για τον εχθρό. Απ’ αυτά τα δύο λάιτ-μοτίβ που διαπερνούν την ταινία, απορρέει όλο το τραγικό στοιχείο, η ποίηση και η δύναμή της.

Υπάρχουν στο Ουράνιο τόξο άτομα που δεν λένε ούτε μία λέξη κι όμως η σιωπή τους είναι τόσο εύγλωττη. Πεθαίνουν χωρίς να πουν τίποτα, όπως αγάπησαν κι όπως μίσησαν».

Το Ουράνιο τόξο είναι μια από τις λίγες γνωστές σοβιετικές ταινίες που θίγουν το θέμα των συνεργατών των Γερμανών. Για τον Ντονσκόι το θλιβερό αυτό φαινόμενο αποτελεί μια πλευρά της ιστορικής πραγματικότητας που δεν πρέπει ν’ αποσιωπηθεί. . Ενα αδιαφιλονίκητο αριστούργημα που παραμένει κλασικό μέχρι σήμερα.

Το ουράνιο τόξοείναι μία από τις μεγαλύτερες επιτυχίες του σοβιετικού κινηματογράφου και η ταινία που έκανε γνωστό στον κόσμο ολόκληρο, τον καλό μας φίλο και παλιό γνώριμο της στήλης Μαρκ Ντονσκόι. Όπως και το Έτσι δέθηκε τ’ ατσάλι που είδαμε πρόσφατα, είναι κι αυτή μια ταινία «σκοπιμότητας», γυρισμένη το 1944 για «φρονιματισμό» και τόνωση της μαχητικότητας των Σοβιετικών πολιτών, τις τελευταίες μέρες του πολέμου. Ωστόσο, η ζυγαριά εδώ κλίνει περισσότερο προς την πλευρά της ναζιστικής βαρβαρότητας και λιγότερο προς εκείνη του «σοβιετικού ηρωισμού». Και όντας τούτη η βαρβαρότητα καλά γνωστή σε όλους τους λαούς της Ευρώπης που γεύτηκαν τον «πολιτισμό» του Γ’ Ράιχ, δημιούργησε τότε το κατάλληλο, για την κολοσσιαία επιτυχία τούτης της ταινίας, κλίμα: ο δοσιλογισμός που καταγγέλλεται από τον Ντονσκόι με αφελή βιαιότητα (δεν μπορούσε να φανταστεί ο άνθρωπος πως τη Δύση θα την κυβερνούσαν οι δοσίλογοι), η παροξυμένη ανασύνθεση του κλίματος της χιτλερικής βαναυσότητας και, κυρίως, η περιγραφή της συμπεριφοράς των υπό κατοχή απλών ανθρώπων που έγιναν ήρωες χωρίς να το καταλάβουν και συχνά χωρίς να το επιδιώκουν, ήταν η κύρια αιτία που ο κόσμος σχημάτιζε ατελείωτες ουρές μπροστά από τα ταμεία των κινηματογράφων, χωρίς, βέβαια να νοιάζεται για την τέχνη καθεαυτήν του Ντονσκόι.

Έτος: 1943
Διάρκεια:93′
Σενάριο: Μαρκ Ντονσκόι, Βάντα Βασιλέφσκαγια
Φωτογραφία: Μπ. Μοναστίρσκι
Μουσική: Λέων Σβαρτζ
Ερμηνεία: Νατάλια Ούλβι, Νίνα Αλίσσοβα, Έλενα Τυάπκινα, Ιβάτσεβα
Βραβεία: Βραβείο Λένιν 1944 και Σταάλιν 1946