Η ταινία, Το Διαζύγιο: Η Δίκη της Viviane Amsalem, που εκπροσώπησε το Ισραήλ στο “Δεκαπενθήμερο των Σκηνοθετών” του 67ου Φεστιβάλ των Καννών (2014) και ήταν υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα Ξενόγλωσσης Ταινίας (και η πρόταση του Ισραήλ για το Ξενόγλωσσο Όσκαρ) καταπιάνεται με την ανδροκρατούμενη ισραηλινή κοινωνία. 

Το Gett (το έγγραφο που κατοχυρώνει ένα διαζύγιο στο Ισραήλ) είναι ένα άρτιο δικαστικό δράμα, που εναλλάσσει τις δηκτικές με τις κωμικές διαστάσεις μιας συγκλονιστικής ιστορίας σε διάρκεια πέντε ετών.

Η μελετημένη πλάνο προς πλάνο σκηνοθεσία και το καθηλωτικό σενάριο αιχμαλωτίζουν τον θεατή, ενώ οι εξαιρετικές ερμηνείες –πρωταγωνιστικός ρόλος για την Ronit Elkabetz– αποδίδουν σε βάθος το παράλογο και άδικο στοιχείο της υπόθεσης.

Πρόκειται για το τρίτο μέρος μιας τριλογίας που σκηνοθετούν και γράφουν τα αδέλφια Ronit and Shlomi Elkabetz, με βασικό πυρήνα τη σχέση δύο συζύγων μέσα από το πρίσμα της αντρικής κυριαρχίας που χαρακτηρίζει την Ισραηλινή οικογένεια.  Στην πρώτη ταινία (To Take a Wife) η Viviane επιθυμεί να εγκαταλείψει την ψυχρή συζυγική εστία μετά από είκοσι χρόνια γάμου. Στο δεύτερο μέρος (The Seven Days) το ζευγάρι δεν είναι πια μαζί, αλλά ο σύζυγος είναι εξαιρετικά φορτικός. Κάθε ταινία έχει το δικό της κινηματογραφικό στυλ: η πρώτη χρησιμοποιεί καθηλωτικά κοντινά και σταθερή κάμερα για να αποδοθεί η περιοριστική ατμόσφαιρα της συζυγικής εστίας, ενώ στο δεύτερο μέρος υιοθετείται μία πιο ανέμελη δομή, περικλείοντας περισσότερους χαρακτήρες. Στο τρίτο μέρος, ο κλοιός είναι πιο ασφυκτικός και το επίκεντρο αποδίδεται σε διαφορετικό χαρακτήρα κάθε φορά, εξασφαλίζοντας μία αξιοπρόσεχτη κινηματογραφική διάσταση σε αυτήν την κωμικοτραγική ιστορία χαρακτήρων.

Σύνοψη

Στο Ισραήλ, δεν αναγνωρίζεται ο πολιτικός γάμος, πόσω μάλλον το διαζύγιο. Μόνο οι ραβίνοι νομιμοποιούν έναν γάμο και, αν χρειαστεί, τη διάλυση του. Όμως στην τελευταία περίπτωση χρειάζεται η συναίνεση του συζύγου, ο οποίος έχει μεγαλύτερη εξουσία ακόμα και από τους δικαστές. Η Viviane Amsalem κάνει αιτήσεις διαζυγίου για τρία ολόκληρα χρόνια, όμως ο σύζυγος της Elisha δεν συμφωνεί.


Το Διαζύγιο: Η Δίκη της Viviane Amsalem / Gett: The Trial of Viviane Amsalem


Υποψήφια για Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας

Επίσημη Συμμετοχή, Δεκαπενθήμερο Σκηνοθετών, Φεστιβάλ Καννών 2014

Επίσημη Συμμετοχή, Διεθνές Κινηματογραφικό Φεστιβάλ Τορόντο 2014

Επίσημη πρόταση του ΙΣΡΑΗΛ για OSCAR Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας

 

Ένα συνολικά ασυνήθιστο και εκπληκτικό επίτευγμα, Hollywood Reporter

Αριστοτεχνικά γραμμένο με εξαιρετικές ερμηνείες, Variety

Μπορεί να μην είναι το πιο εύκολο μέρος να βρεθείς, αλλά σίγουρα είναι συναρπαστικό, Screen Daily

Πανέμορφα γυρισμένο, με καθηλωτικές ερμηνείες, The Huffington Post


Συντελεστές

Σκηνοθεσία: Ronit & Shlomi Elkabetz 
Σενάριο: Ronit & Shlomi Elkabetz 
Παίζουν: Ronit Elkabetz, Simon Abkarian 
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Jeanne Lapoirie
Μοντάζ: Joel Alexis
Διάρκεια: 115’


Συνέντευξη με τους Ronit και Shlomi Elkabetz

Ο τίτλος αναφέρεται σε μία δίκη, τι την έχει προκαλέσει;

Η Viviane, εξαντλημένη από τον γάμο της, έφυγε από το σπίτι πριν χρόνια και τώρα θέλει να πάρει διαζύγιο για να μην είναι κοινωνικά στιγματισμένη. Οι πολιτικοί γάμοι δεν έχουν ισχύ στο Ισραήλ. Μόνο ο θρησκευτικός νόμος εφαρμόζεται και μάλιστα μόνο ο σύζυγος αποφασίζει για τον χωρισμό. Όμως η Viviane απευθύνεται στο σύστημα δικαίου, στον Νόμο, για να εξασφαλίσει κάτι που θεωρεί ότι είναι δικαίωμα της. Ο Elisha αρνείται πεισματικά να της δώσει διαζύγιο και η Viviane το διεκδικεί σθεναρά.

Αυτή η διαμάχη αφορά σε μία συγκεκριμένη κοινότητα; Ή μία συγκεκριμένη περίοδο στο παρελθόν;

Σήμερα στο Ισραήλ, όλοι οι γάμοι ορίζονται από τον θρησκευτικό νόμο, ανεξαρτήτως της κοινότητας ή αν το ζευγάρι είναι θρήσκο ή όχι. Όταν μία γυναίκα λέει «ναι» κάτω από το νυφικό πέπλο, αυτόματα μπορεί να μην μπορεί να πάρει διαζύγιο, γιατί μόνο ο άντρας έχει το δικαίωμα να αποφασίσει. Ο Νόμος δίνει στον σύζυγο αυτή την παράλογο ισχύ. Οι ραβίνοι υποστηρίζουν ότι κάνουν τα πάντα για να βοηθήσουν τις συζύγους, αλλά στην πραγματικότητα, στις σχετικές ακροάσεις που γίνονται κεκλεισμένων των θυρών, τα πράγματα είναι διαφορετικά, γιατί οι ραβίνοι έχουν το ιερό καθήκον να κάνουν τα πάντα για να σώσουν το εβραϊκό νοικοκυριό και είναι απρόθυμοι να λύσουν έναν γάμο.

Πότε διαδραματίζεται η ιστορία;

Στο σήμερα. Ο νόμος δεν τροποποιήθηκε ποτέ. Το ερώτημα δεν είναι πότε, αλλά πόσο χρόνο θα κρατήσει η διαδικασία. Χάνεται πολύτιμος χρόνος σε βάρος των γυναικών που κάνουν αίτηση διαζυγίου, χωρίς αυτό να απασχολεί τους συζύγους, τους ραβίνους ή τον Νόμο.

Ο χαμένος χρόνος έχει αξία μόνο για την άτυχη γυναίκα που διεκδικεί το δικαίωμα να επιστρέψει στη φυσιολογική ζωή. Για όσο δεν είναι επίσημα διαζευγμένη και ζει εκτός συζυγικής εστίας, δεν μπορεί να κάνει καινούρια οικογένεια, και τα παιδία που ενδεχομένως αποκτήσει εκτός γάμου θα είναι στιγματισμένα και δεν θα έχουν νομική κάλυψη. Επίσης, ο νόμος απαγορεύει στη γυναίκα να έχει κοινωνική ζωή, γιατί μπορεί να θεωρηθεί ύποπτη για εξωσυζυγική σχέση, γεγονός που την εμποδίζει να πάρει διαζύγιο, αν ο σύζυγος επιμένει να το αρνείται. Η γυναίκα που περιμένει για το διαζύγιο είναι καταδικασμένη σε ένα είδος φυλακής.

Πώς προσεγγίσατε το δικαστικό δράμα κινηματογραφικά; Ποιες ήταν οι βασικές αρχές του γυρίσματος;

Στα μάτια μας, η σκηνοθεσία μιας δίκης θέτει το αναπόφευκτο ερώτημα του πώς ο Νόμος αντιμετωπίζει τον άντρα και τη γυναίκα, αλλά και τη σχέση μεταξύ τους. Συνεπώς, ήταν αυταπόδεικτο ότι θα υιοθετούσαμε μια ακραία σκηνοθετική προσέγγιση: δεν κινηματογραφήσαμε από τη θέση του σκηνοθέτη-παρατηρητή. Η κάμερα έχει πάντα την οπτική γωνία ενός χαρακτήρα που κοιτάει έναν άλλο χαρακτήρα. Σκηνοθετικά δεν λέμε την ιστορία μέσα από μία συγκεκριμένη γωνία, αλλά μέσα από το πρίσμα των διαφορετικών ανθρώπων που παρουσιάζονται μπροστά μας. Σε έναν χώρο που η οπτική θα έπρεπε να είναι αντικειμενική, η οπτική είναι υποκειμενική.

Πώς διαφοροποιήσατε το στήσιμο σε σχέση με άλλα κεφάλαια στην τριλογία σας;

Στο “To Take a Wife” όπου η σύγκρουση ήταν ανάμεσα στην πρωταγωνίστρια και τον εαυτό της αξιοποιήσαμε τα κοντινά. Το “7 Days” γυρίστηκε με ευρυγώνιους φακούς που περικύκλωναν πολλούς χαρακτήρες σε μία λήψη, καθώς η Viviane ερχόταν αντιμέτωπη με την οικογενειακή κλίκα. Σε αυτήν την ταινία η Viviane αντιμετωπίζει το Κράτος μέσα τον νόμο. Για τη σκηνοθεσία χρειάστηκε να αναπαράγουμε τον αφηγηματικό χώρο μέσα στον οποίο η ιστορία λαμβάνει χώρα, με άλλα λόγια, το δικαστήριο των ραβίνων κι έτσι να αιχμαλωτίσει την πολυπλοκότητα των πεποιθήσεων και τον συναισθημάτων που εκφράζονται και κυκλοφορούν μέσα στον κλειστό χώρο. Επίσης, θέλαμε οι χαρακτήρες να είναι ανέκφραστοι μπροστά στον Νόμο σαν να έχουν μπροστά τους έναν γυμνό τοίχο.

Οπότε είναι μια ταινία για τις λέξεις: με καλές ή κακές προθέσεις, με κόλπα και τεχνάσματα, μαρτυρίες, απολογίες… Η κάθε περίπτωση έχει τη δικιά της αλήθεια;

Πράγματι, η κάθε μία έχει τη δική της αλήθεια. Αλλά παίζουμε και με τα διαφορετικά επίπεδα της γλώσσας: με το βέβηλο και το ιερό. Η κωμωδία ενάντια στην τραγωδία.

Στο δικαστήριο, η επίσημη γλώσσα είναι παράξενη όταν μεταφέρει γεγονότα της καθημερινότητας. Αυτό προκαλεί την ενόχληση των ανθρώπων που παρευρίσκονται σε αυτό το μέρος για να εκφραστούν. Επίσης, αξιοποιήσαμε αυτή τη διαστρέβλωση και στους ηθοποιούς. Η επίσημη νομική γλώσσα τους υποχρέωνε να χρησιμοποιούν συγκεκριμένες χειρονομίες πίσω από τις οποίες προσπαθούν να κρυφτούν.

Αυτό που μας οδήγησε στη συγγραφική διαδικασία και στη δημιουργία των χαρακτήρων ήταν η προσπάθεια να προκαλέσουμε τη συμπάθεια. Παρ’ όλο που η αδιαπραγμάτευτη φύση του Νόμου έκανε τους ραβίνους να φαίνονται απάνθρωποι, θέλαμε να έχουμε στιγμές όπου γίνονται λίγο ανθρώπινοι και διακρίνουμε τη στεναχώρια και τη σύγχυση τους και καταλαβαίνουμε ότι η κατάσταση αυτή μπορεί μια μέρα να αφορά και τους ίδιους, τις συζύγους, τις κόρες, τους γείτονες, τις θείες τους…

Ronit, πώς φανταστήκατε τον χαρακτήρα σας;

Οι ραβίνοι έχουν την αποστολή να σώσουν όλες της εβραϊκές οικογένειες. Είναι η εντολή του “shalom bayit” που σημαίνει αρμονία της εστίας. Οπότε αυτή η γυναίκα που θέλει να πάρει διαζύγιο απειλεί το καθεστώς. Αλλά τους απειλεί και σε προσωπικό επίπεδο, γιατί δεν θέλουν να είναι συνένοχοι στο τέλος ενός γάμου.

Και επειδή είναι γυναίκα, η φωνή της έχει λιγότερη αξία από τη φωνή ενός άντρα. Δεν έχει βάρος και δύναμη. Είναι αναγκασμένη να σωπάσει μπροστά την ισχύ του Νόμου και αυτούς που τον επιβάλλουν, δηλαδή τους ραβίνους. Όμως, η Viviane μαθαίνει να χρησιμοποιεί αυτόν τον περιορισμό και να προσπαθεί πεισματικά να συνεχίσει τις διαδικασίες που όλοι οι υπόλοιποι θέλουν να σταματήσουν. Ακόμα και αν της το επιβάλλουν, αυτή η σιωπή είναι η αντανάκλαση της εσωτερικής της δύναμης.

Το στοιχείο που μας ενέπνευσε για τον χαρακτήρα της Viviane είναι η αποφασιστικότητα της, η εσωτερική γαλήνη, η σιωπή της, που είναι η σιωπή κάποιου που έχει προετοιμάσει τον εαυτό του και έχει σκεφτεί σοβαρά τι πάει να κάνει πριν ριχτεί στη φωλιά με τα λιοντάρια.

Είναι επίσης μία γυναίκα ικανή για βίαια ξεσπάσματα, αλλά ξέρει ότι αν υποχωρήσει έστω και λίγο, θα βρεθεί σε αδύναμη θέση σε σχέση με τον σύζυγο. Αν δεν ελέγξει τον εαυτό της, θα την διώξουν από τη δίκη και θα χάσει κάθε δικαίωμα.

Δεν αγωνίζεται επί ίσοις όροις με τον σύζυγο της Elisha, που έχει τον Νόμο με το μέρος του. Και το χειρότερο είναι ότι έχει τη δύναμη. Και συμπεριφέρεται με την αντίστοιχη αυτοπεποίθηση. Όμως, η κατάσταση του είναι πιο σύνθετη από ένα απλό παιχνίδι εξουσίας: ειλικρινά θέλει τη Viviane δίπλα του.

Αυτό επίσης χειροτερεύει την κατάσταση της Viviane: παρ’ όλο που είναι μια γυναίκα που προκαλεί μπελάδες, κυρίως γιατί αντιστέκεται στο εβραϊκό σπίτι, ο σύζυγος της θέλει να τη σώσει και να την τιμήσει με το γεγονός ότι είναι η γυναίκα του. Η θέληση και η επιθυμία του μαλακώνουν τους ραβίνους.

Ένα από τα πιο δυνατά σημεία των πρωταγωνιστικών ερμηνειών είναι τα βλέμματα και οι εκφράσεις τους… Σχεδόν είμαστε στην κατηγορία του βωβού κινηματογράφου. Το ίδιο βέβαια ισχύει και για τα πρόσωπα των Ραβίνων…

Αυτές οι αναφορές είναι πολύ σημαντικές για εμάς, κυρίως στις κλασικές ταινίες όπου η ένταση προκύπτει από ένα άμεσο θέμα. Εδώ για παράδειγμα η Viviane θέλει την ελευθερία της, την οποία της αρνούνται. Και επιπλέον, προστίθεται μια περιπλοκή: ο κατηγορούμενος στη δίκη είναι το άτομο που έχει τη δύναμη να καθορίσει την ετυμηγορία. Είναι ένα συναρπαστικό σκηνικό.

Στο μυαλό μας, η δύναμη του σινεμά εντοπίζεται στην οπτική. Σε ένα κάδρο το μάτι έλκεται πρώτα από τα μάτια των ηθοποιών. Μετά βλέπουμε αυτό που βλέπει, ανατέμνουμε τη ψυχή του μέσα από αυτό που βλέπει. Χάρη σε αυτές τις προοπτικές μια ταινία υπάρχει πέρα από τον διάλογο.

Αυτές οι εναλλασσόμενες προοπτικές δημιουργούν μία κίνηση: μία μεταφορά που είχαμε στο μυαλό μας αρχικά ήταν ότι η δίκη θα έμοιαζε με αγώνα τένις. Το κεφάλι του θεατή θα γύριζε από τα δεξιά στα αριστερά, ακολουθώντας την ανταλλαγή των βολών και θα είχαμε κερδισμένες παρτίδες και χαμένες, μέχρι την τελική νίκη.

Το μόνο που έμενε να κάνουμε σε μία τέτοια κατάσταση ήταν να στήσουμε έναν πόλεμο μέσα από τις εκφράσεις των ματιών τους. Τα μάτια του Elisha στερούνται έκφρασης, αλλά έχει ηρεμία, αυτοπεποίθηση και ακαμψία. Σε αντίθεση με τη Viviane, της οποίας η έκφραση περικλείει ένα πιο σύνθετο σύμπαν. Τα μάτια της κρύβουν πόνο, φόβο, απόγνωση, θέληση, πείσμα, εγρήγορση και πολλά πράγματα που θα ήθελε να εκφράσει και άλλα που προτιμά να τα κρατήσει για τον εαυτό της.

Στο ξεκίνημα της ταινίας, η ηρωίδα είναι αόρατη. Ο σύζυγος της και ο δικηγόρος μιλάνε για αυτή, ενώ εκείνη δεν φαίνεται στο κάδρο. Αυτό σημαίνει ότι της στερούν την ύπαρξη της;

Δεδομένης της εικαστικής γλώσσας που έχουμε διαλέξει για την ταινία, υποτίθεται ότι τη βλέπουμε όταν ο δικηγόρος της και ο σύζυγος της την κοιτάνε. Αλλά προκειμένου να ρίξουμε φως σε αυτή τη γυναίκα από την αρχή και στην άρνηση της ταυτότητας της μέσα σε ένα ανδρικό δικαστικό σύστημα, αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε με την απουσία της. Αργότερα, η παρουσία της θα γίνει μόνιμη, γιατί είναι αυτή που παλεύει, αυτή που ζητάει, αυτή που της διώχνουν. Και είναι αυτή που δίνει ώθηση στην ιστορία, από τη μία ακρόαση στην άλλη. Η ίδια της η μοίρα δικάζεται. Θέλαμε το κοινό να τη δει για πρώτη φορά όταν ακούει ότι της αρνούνται το διαζύγιο. Τη λέξη «όχι». Από εκείνη τη στιγμή και μετά, αντιμέτωπη με αυτή την άρνηση και την άρνηση της ίδιας της ύπαρξης της, αρχίζει να υπάρχει στην οθόνη.

Η Viviane φοράει σκούρα χρώματα σχεδόν σε όλη την ταινία κι έτσι δίνει περαιτέρω έμφαση στη μοναδική σκηνή που φοράει κόκκινα. Μία σκηνή που λύνει τα μαλλιά της…

Στον Ιουδαϊσμό, η φωνή μιας γυναίκας και τα μαλλιά της θεωρούνται σκανδαλώδη μέσα αποπλάνησης. Γι΄ αυτό οι γυναίκες δεν έχουν το δικαίωμα να τραγουδούν και οι παντρεμένες γυναίκες πρέπει να καλύπτουν τα κεφάλια τους με ένα μαντήλι ή μία περούκα (για κάποιους ορθόδοξους μάλιστα, αφού ξυρίσουν το κεφάλι τους). Σε αυτή τη σκηνή, η Viviane είναι εξουθενωμένη, μάλλον γιατί είναι απεγνωσμένη. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, τίποτα δεν προάγει το αίτημα της. Ασυναίσθητα, φοράει ένα κόκκινο φόρεμα. Το κόκκινο που αποτυπώνει την ανάγκη για ρήξη και την αφόρητη κούραση της. Δεν θέλει να παίξει άλλο αυτό το παιχνίδι. Η στιγμή που λύνει τα μαλλιά της αντικατοπτρίζει την κατάσταση του ασυνείδητου της.

Από αυτό το σημείο και πέρα, αφήνεται. Το να λύσει τα μαλλιά της μπροστά στους ραβίνους είναι μία ακραία αναιδής πράξη. Στον Ιουδαϊσμό, τα γυναικεία μαλλιά συγκρίνονται με τα γεννητικά όργανα της γυναίκας. Δεν το κάνει επίτηδες, δεν θέλει να τους προκαλέσει, αλλά τη συγκεκριμένη στιγμή, δεν τη νοιάζει πια. Κάθεται σε αυτή την καρέκλα για πολύ καιρό… είναι σαν είναι σπίτι της.

Στην επόμενη σκηνή ο Νόμος και οι άνθρωποι που τον εφαρμόζουν την επαναφέρουν αμέσως στην τάξη.

Μέρος της δύναμης της ταινίας προέρχεται από τις εναλλαγές στο ύφος. Γιατί αποφασίσατε να συνδυάσετε την τραγωδία, την κωμωδία, την επανάσταση και τη φάρσα;

Η ίδια η ουσία της ιστορίας είναι τραγική. Αυτό που συμβαίνει είναι παράλογο και μερικές φορές γελοίο. Η κωμωδία αναδύεται από αυτή την αντίθεση. Η ύπαρξη αυτού του νόμου είναι παρανοϊκή: ένας θρησκευτικός νόμος που εφαρμόζεται σε όλους, είτε είναι θρησκευόμενοι είτε όχι. Ακόμα κι εμείς δεν μπορούμε να πιστέψουμε ότι μέχρι σήμερα που υποτίθεται ότι είμαστε μία δημοκρατική κοινωνία, μία γυναίκα μπορεί να θεωρείται ιδιοκτησία του συζύγου της. Και υπάρχει και κάτι παράλογο στην απόφαση των ραβίνων να χάσουν χρόνο, να καθυστερήσουν, να αναστατώσουν την κατήγορο για να παραιτηθεί, να απαρνηθεί την επιθυμία της κι έτσι να σωθεί ένα ακόμα εβραϊκό νοικοκυριό από την «καταστροφή».

Η επιλογή των μαρτύρων σκιαγραφεί τα κοινωνικά ήθη. Οι δικαστές μερικές φορές μοιάζουν να παρακολουθούν ένα θεατρικό έργο όταν τους έχουν απέναντι τους.

Υπάρχουν μερικές περιπτώσεις που ο νόμος επιτρέπει στους δικαστές να διατάξουν τον σύζυγο να δώσει διαζύγιο στη γυναίκα του: αν ο σύζυγος δεν μπορεί να την ντύσει, ή να ικανοποιήσει τις διατροφικές και σεξουαλικές της ανάγκες. Με αυτή τη λογική, οι δικαστές καλούν ως μάρτυρες μέλη του περιβάλλοντος. Αλλά, από τη στιγμή που τους καλούν, αρπάζουν την ευκαιρία και μιλάνε για τον εαυτό τους. Ο αδερφός της Viviane, η γυναίκα του, ένας 50χρονος εργένης, ένας φίλος από τη συναγωγή, οι γείτονες. Αυτός ο καμβάς από ρεαλιστικούς χαρακτήρες φέρνει στο φως πολλές απόψεις, οπτικές από έξω, από πόλεις, από παραδόσεις, από τη συναγωγή. Μπορούν όμως να δώσουν μία έγκυρη εικόνα για το αν ο Elisha πρέπει να δώσει διαζύγιο στη γυναίκα του;

Στην ταινία ακούγονται τρεις γλώσσες: Εβραϊκά, Αραβικά και Γαλλικά. Γιατί οι χαρακτήρες περνάνε από τη μία γλώσσα στην άλλη;

Στο Ισραήλ, οι άνθρωποι που κατάγονται από τη Βόρειο Αφρική μιλάνε συχνά ένα μείγμα Εβραϊκών, Αραβικών και Γαλλικών. Όπως και αυτοί που κατάγονται από την Ευρώπη πασπαλίζουν την καθομιλουμένη με Γίντις ή τη μητρική τους γλώσσα. Αυτό το φαινόμενο χάνεται με τις νεότερες γενιές.