Το Φεστιβάλ Φιλίππων-Θάσου 2013, ετοιμάζεται να ανοίξει για ακόμη μια χρονιά τις πύλες του στο κοινό. Λίγες ημέρες πριν την επίσημη έναρξη των καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων, το www.culturenow.gr άδραξε την ευκαιρία για μια συνέντευξη με τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή του Φεστιβάλ, Θοδωρή Γκόνη.

 

Ο γνωστός στιχουργός, σκηνοθέτης και όχι μόνο, απάντησε στις ερωτήσεις για το Φεστιβάλ, το οποίο αναμένεται, όπως κάθε χρόνο άλλωστε, με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.

 

Συνέντευξη: Νώντας Δουζίνας

 

Culturenow.gr: Αφορμή της συνομιλίας μας αποτελεί το Φεστιβάλ Φιλίππων-Θάσου 2013, του οποίου είστε καλλιτεχνικός διευθυντής. Ένα Φεστιβάλ που χρόνο με το χρόνο, αποκτά μεγαλύτερη δυναμική. Ποια ήταν η κεντρική ιδέα, με βάση την οποία διαμορφώσατε το πρόγραμμα του Φεστιβάλ;

Θοδωρής Γκόνης: Θέλουμε το φεστιβάλ Φ-Θ να έχει δική του ματιά, δική του σκέψη, δικό του χαρακτήρα, δικό του χρώμα, διαφορετικό κάθε χρόνο. Όχι μόνο να υποδέχεται, αλλά και να παραγγέλνει, να παράγει, να καλεί καλλιτέχνες και κοινό σε μια πραγματική συνάντηση, σε ένα πραγματικό ραντεβού. Το φετινό μας Φεστιβάλ είναι αφιερωμένο στην πόλη της Καβάλας και στον Κ. Π. Καβάφη. Στην πόλη λόγω των 100 χρόνων από την απελευθέρωσή της, και στο μεγάλο μας ποιητή για τα 150 χρόνια από τη γέννησή του. Στο αφιέρωμα για τον Καβάφη, η Καβάλα έχει έναν λόγο παραπάνω, αν σκεφτεί κανείς ότι ο Μεχμέτ Αλή είναι ο γενάρχης του σύγχρονου αιγυπτιακού κράτους.

 

Cul.N.: Το Φεστιβάλ περιλαμβάνει πολιτιστικά γεγονότα που δεν ανήκουν σε αυτά που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε ως “καταναλωτικά”, είτε με θετική είτε με αρνητική έννοια. Γιατί προτιμήσατε αυτό τον πιο “δύσβατο” δρόμο;

Θ.Γ.:Δεν είναι θέμα προτίμησης, είναι θέμα πίστης, διαδρομής. Αυτόν τον κόσμο αγαπάμε, αυτός μας κράτησε, μας βοήθησε να περάσουμε απέναντι, σε αυτόν καταφεύγουμε τώρα. Στους σημαντικούς ποιητές και δημιουργούς. Ξέρουν αυτοί.

 

Cul.N.:Ποιες είναι οι πρόσθετες δυσκολίες κατά τη διοργάνωση ενός μεγάλου Φεστιβάλ όπως το συγκεκριμένο, στη σημερινή οικονομική και κοινωνική συγκυρία;

Θ.Γ.: Είναι αλήθεια ότι οι μεγάλες δυσκολίες καμιά φορά φέρνουν μαζί τους και το πείσμα. Το πείσμα να κάνεις κάτι οπωσδήποτε, να τρέξεις στο παλιό θαύμα, να ευλογήσεις τον ένα άρτο σε πολλούς. Απ’ αυτήν την πλευρά αν το δει κανείς, νιώθει μια ευγνωμοσύνη. Όμως, δεν παύει να διεκδικεί καλύτερες συνθήκες για την εργασία του και να θυμάται ότι η τέχνη έχει δικαίωμα στο δημόσιο χρήμα.

 

Cul.N.:Τα Φεστιβάλ της επαρχίας αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη δημοφιλία, με το πέρασμα των ετών. Πού θεωρείτε πως οφείλεται αυτό;

Αυτό αν ισχύει είναι παρήγορο. Η τέχνη ανέκαθεν ήταν καταφύγιο, ειδικά στις μέρες μας που τα πράγματα δεν είναι στην καλύτερη στιγμή τους. Είναι αλήθεια ότι κάποια φεστιβάλ στην περιφέρεια οργανώνονται και αποκτούν έστω και δειλά το δικό τους στίγμα. Μακάρι αυτό να συνεχιστεί…

 

Cul.N.:Πόσο σημαντική είναι η διοργάνωση των Φεστιβάλ, όσον αφορά στην ευρύτερη πολιτιστική ανάπτυξη και “εκπαίδευση” των κατοίκων μιας χώρας;

Θ.Γ.:Αναδρομικά κανείς μπορεί να μετρήσει, να αξιολογήσει την προσφορά ενός φεστιβάλ. Ένα φεστιβάλ, αν είναι πραγματικό κι όχι ψευδεπίγραφο, πρέπει να ανοίγει δρόμους, να προτείνει καινούρια πράγματα, να είναι υπέρ των συγκρούσεων και των ρήξεων. Και τότε, εκ των υστέρων μπορούμε να δούμε, να πούμε αν ο ρόλος του ήταν «εκπαιδευτικός».

 

Cul.N.:Ποια είναι η κρατική στήριξη στα ελληνικά Φεστιβάλ και ιδιαίτερα σε αυτά που διεξάγονται στην επαρχία; Είναι επαρκής και τι διαφορετικό θα μπορούσε να γίνει κατά τη γνώμη σας;

Θ.Γ.:Είναι κοινό μυστικό ότι τα τελευταία χρόνια, το κράτος απουσιάζει από τον πολιτισμό. Τι θα μπορούσε να γίνει, είναι μια πολύ μεγάλη συζήτηση. Εμείς προτιμάμε να το δείχνουμε εργαζόμενοι κι όχι γκρινιάζοντας.

 

Cul.N.:Τα έσοδα της διοργάνωσης προέρχονται κυρίως από κρατική επιχορήγηση, χορηγίες ή από τα εισιτήρια;

Θ.Γ.:Ο μόνος που το χρηματοδοτεί, με τα ελάχιστα που διαθέτει, είναι ο Δήμος Καβάλας και οι ίδιοι οι θεατές του. Υπάρχουν φυσικά και κάποια λίγα χρήματα από χορηγίες και την Περιφέρεια.

 

Cul.N.:Έχετε ασχοληθεί με το θέατρο ως ηθοποιός και σκηνοθέτης, με τη μουσική ως στιχουργός, ενώ τα τελευταία 13 χρόνια είστε καλλιτεχνικός διευθυντής σε ΔΗΠΕΘΕ και Φεστιβάλ. Τι είναι αυτό που σας αρέσει περισσότερο και γιατί;

Θ.Γ.:Δεν τα ξεχώρισα ποτέ. Είμαι ευγνώμων προς όλες αυτές τις ασχολίες μου γιατί ασκώντας ένα επάγγελμα πολυτελείας κατάφερα να φτάσω στο ελάχιστο, να φτάσω έως εδώ που έφτασα και να ζω από την εργασία μου, κάτι που δεν είναι και τόσο αυτονόητο.

 

Cul.N.: Πόσο σας έχει βοηθήσει η προγενέστερη καλλιτεχνική σας πορεία, ως προς τη θέση που κατέχετε αυτή τη στιγμή και η οποία, αναμφίβολα, έχει σημαντικές ευθύνες;

Θ.Γ.:Να μη χάνω πια εύκολα τη ψυχραιμία μου. Αλλά όπως έλεγε και ο Δημήτρης Κεχαϊδης, «και να τη χάσω, δε με πειράζει, γιατί την ξαναβρίσκω».