Η αίθουσα τέχνης wjames-αρχεία του μοντέρνου παρουσιάζει την έκθεση «Θεολογίες του μοντέρνου» με έργα γνωστών και καταξιωμένων καλλιτεχνών από τις

28 Σεπτεμβρίου 2011.

Η νεωτερικότητα, μία  λέξη η οποία προορίζεται να διακρίνει το παρόν, τη δική μας εποχή από το παρελθόν αποτελεί ένα παράδοξο. Aυτή η έκφραση δημιουργεί ένα νέο νόημα πάνω σε ένα παλαιό ερώτημα. Η έννοια της «νεωτερικότητας» υποδήλωνε -σχεδόν πάντοτε- τη συνείδηση που αποκτούσε μία ιστορική περίοδος για τον εαυτό της, στη σχέση της  -θετική ή αρνητική- με την κλασική αρχαιότητα.

Μέχρι τα μέσα του 19ου  αιώνα, παρατηρείται μία στατική αντιπαράθεση ανάμεσα στο κλασικό και το μοντέρνο μέσα από την οποία προέκυπτε ένα ανανεωμένο περιεχόμενο -στο παρόν- της κλασικής αρχαιότητας. Σε αυτές τις αντιπαραθέσεις το καινούργιο απέρρεε από μία ανανεωμένη σχέση με την παράδοση.  Μόνο στα μέσα του 19ου αιώνα η έννοια του νέου -για πρώτη φορά- δεν απαιτεί τη σύγκρισή της με την παράδοση και το παρελθόν. Ο Μπωντλέρ υπήρξε ο πρώτος που συνέδεσε το νέο με κάτι το άγνωστο και όχι πλέον με την κλασική αρχαιότητα.

Πού εντοπίζεται η διαφορά της ελληνικής από την ευρωπαϊκή νεωτερικότητα; Η ελληνική μοντερνικότητα είναι προ-νεωτερική. Αν αντιστοιχεί σε αυτήν κάποιο θεωρητικό πλαίσιο αυτό θα είχε σοβαρές αντιστοιχίες με τις διαμάχες γύρω από την έννοια του μοντέρνου τις οποίες συναντάμε μέχρι τον 19ο αιώνα. Η ελληνική μοντερνικότητα στη ζωγραφική μόνο περιθωριακά συνδεόταν με τον μπωντλερικό ορισμό του μοντέρνου. Αντίθετα, η ανακάλυψη ενός θριαμβευτικού παρελθόντος μέσα στο παρόν υπήρξε ένα αίτημα που δεσπόζει από τα τέλη του 18ου αιώνα στην ελληνική ζωγραφική.

Ένα τέτοιο καθήκον, όμως, είναι προ-μοντερνικό. Η αναζήτηση αυτού του καθήκοντος δεν χρειάζεται το εκκοσμικευμένο νόημα της θεολογίας που συναντάμε στον ευρωπαϊκό μοντερνισμό γιατί η ελληνική ζωγραφική είναι κυριολεκτικά θεολογική. Το απελευθερωτικό μήνυμα μεταφράζεται ως θεολογική αποκάλυψη. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο παρουσιάζονται πολλές εκδοχές αυτού του μηνύματος.

Ο Παρθένης είναι μία από αυτές τις περιπτώσεις. Όμως, αν και το έργο του μυθοποιήθηκε, αφού υπήρξε ένα βολικό μοτίβο πάνω στη διαχρονία του Ελληνισμού, δεν αποτέλεσε τον κανόνα που προσδιόρισε στη συνέχεια την εξέλιξη της ελληνικής ζωγραφικής. Αυτό σημαίνει ότι το έργο του Παρθένη δεν επέφερε μια μεταβολή του ορίζοντα. Δεν υπήρξε ο προσδιοριστικός παράγοντας  που βοήθησε να απορριφθούν οικείες εμπειρίες και στη συνέχεια να αποτελέσει τον τρόπο ώστε για πρώτη φορά να κατανοήσουμε κάποιες άλλες.
Αντίθετα, ο Φώτης Κόντογλου (1896-1965) -περισσότερο από τον Παρθένη- επέδρασε με το έργο του και τη στάση του σε μία ολόκληρη γενιά καλλιτεχνών. Έδωσε, σε μεγάλο βαθμό, τα χαρακτηριστικά του ελληνικού μοντερνισμού. Εάν ο ελληνικός μοντερνισμός είναι προ-νεωτερικός αυτό οφείλεται και στον Κόντογλου.

Στο έργο του, παρατηρείται η υπερβολική αξίωση να ανασυγκροτηθεί μια ολόκληρη παράδοση που για ιστορικούς λόγους είχε περιέλθει στη λήθη. Λειτουργεί γενεαλογικά. Ασκεί ένα αναδρομικό ερώτημα πάνω στην καταγωγή του μοντέρνου. Αμφισβητώντας την εικαστική νεωτερικότητα των αρχών του εικοστού αιώνα, αναζητά και βρίσκει μία αρχή στο Βυζάντιο και στην ανατολική παράδοση. Προσδιορίζει τον εικαστικό χρόνο με βάση αυτήν την αρχή.

Η έκθεση εκκινεί από το έργο του Κόντογλου και των επιγόνων του. Μέσα από αυτό δημιουργούνται αρκετοί αστερισμοί και τίθενται ποικίλα ερωτήματα. Παρουσιάζονται έργα του ιδίου καθώς και μαθητών του που ακολούθησαν για μεγάλο χρονικό διάστημα τις διδαχές του όπως του Ράλλη Κοψίδη και του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη. Μέσα στην παράδοση που εγκαινιάζεται από τον Κόντογλου παρατηρούμε στοιχεία που δημιουργούν την ιδιαίτερη ποιότητα αυτής της ζωγραφικής.

Η ζωγραφική των συνόψεων και των σχημάτων που δημιουργεί δεν πραγματοποιείται με στόχο τη σχηματοποίηση και την αλλοίωση της φόρμας -όπως συναντάται στην ευρωπαϊκή νεωτερικότητα- αλλά καθορίζεται από τη θεολογική κληρονομιά που αυτή η ζωγραφική -έμμεσα ή άμεσα- εκφράζει. Άλλο παράδοξο συνιστά το γεγονός ότι αυτή η μεταφυσική προσδοκία ενώ ξεκινά ως ανασυγκρότηση της ανατολικής παράδοσης, οδηγείται στην περιγραφή του γραφικού σημείου και του γραφισμού. Τα σχέδια με το πενάκι, οι ασκήσεις πάνω στη μορφή του γράμματος μάς οδηγούν στην αντίληψη ότι η μεταφυσική είναι γραφή.

 Με ποιο τρόπο αντιμετωπίζεται το νόημα της θεολογίας στο έργο άλλων καλλιτεχνών; Αυτό είναι ένα άλλο ερώτημα που τίθεται στα πλαίσια της έκθεσης. Πώς εντάσσεται, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το έργο των Σπύρου Παπαλουκά, Γιώργου Μπουζιάνη, Ευθύμη Παπαδημητρίου ή του Αλέκου Κοντόπουλου; Ποιες είναι οι θεολογίες που παρουσιάζονται μέσα στο έργο τους;

Παναγιώτης Σ. Παπαδόπουλος

Παρουσιάζονται έργα των: Γιώργου Μπουζιάνη, Σπύρου Παπαλουκά, Φώτη Κόντογλου, Ράλλη Κοψίδη, Γιάννη Τσαρούχη, Ευθύμη Παπαδημητρίου, Αλέκου Κοντόπουλου, Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, Γιώργου Μανουσάκη, Δημήτρη Κόκκορη, Στρατή Δούκα.

Η έκθεση υποστηρίζεται από οπτικό-ακουστικό αρχειακό υλικό πάνω στη ζωή και το έργο του Φώτη Κόντογλου.

Στη διάρκεια της έκθεσης θα παρουσιαστούν τα ημερολόγια του Ακριθάκη στα οποία θα διερευνηθεί η σχέση τους με τον γραφισμό.

Ακούγονται απαγγελίες των Φώτη Κόντογλου και Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη.

Ξεναγήσεις: «Μία εισαγωγή στο έργο του Φώτη Κόντογλου», Σάββατο, 1 & 8 Οκτωβρίου 2011, στις 12 το μεσημέρι. Εισηγητής Παναγιώτης Σ. Παπαδόπουλος.

«Σχήματα και συνόψεις στο ελληνικό μοντέρνο, με αφορμή τον Φώτη Κόντογλου», Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2011, στις 12 το μεσημέρι. Εισηγητής Παναγιώτης Σ. Παπαδόπουλος.

Η έκθεση εντάσσεται στην ενότητα «Τα αρχεία του μοντέρνου»

Τα αρχεία του μοντέρνου επικεντρώνονται στη μελέτη και παρουσίαση της εικαστικής πρωτοπορίας όπως αυτή διαμορφώθηκε στον εικοστό αιώνα. Στο πλαίσιο αυτό πραγματοποιούνται περιοδικές εκθέσεις καλλιτεχνών που με το εικαστικό τους έργο έπαιξαν έναν καθοριστικό ρόλο στην ανανέωση της ελληνικής ζωγραφικής.

Για τα ζητήματα που κάθε φορά θίγονται σε αυτές τις εκθέσεις οργανώνονται ημερίδες και συζητήσεις. Το υλικό αυτών των συζητήσεων κυκλοφορεί σε ενημερωτικά φυλλάδια, καταλόγους, και βιβλία. Παράλληλα, υλοποιούνται σχέδια (projects) πάνω στην ιστορία της τέχνης όπως η μελέτη και η έκδοση τής αλληλογραφίας καλλιτεχνών, τεχνοκριτικών, βιογραφιών και κειμένων πάνω στην τέχνη.

Σε αυτήν την προσπάθεια προέχει το αίτημα τής -όσον το δυνατό- αντικειμενικής τεκμηρίωσης. Κάθε εικαστικό ζήτημα, το ίδιο το έργο τέχνης έχει τις πηγές του, τη βιβλιογραφία και τις αναφορές του. Αποτέλεσε, πιθανώς, θέμα αντιπαράθεσης και διαφορετικών εκτιμήσεων. Απαιτείται, λοιπόν, η ανασυγκρότηση αυτού του υλικού αφού μόνο τότε δημιουργείται ο επιστημονικός ορίζοντας για την ιστορία της τέχνης.

Το μοντέρνο κίνημα δεν αποτελεί αρχειακό, μόνο, υλικό που έχει αποκλειστικά ιστορική σημασία. Αντίθετα, η νεωτερικότητα αποτελεί ακόμη και σήμερα έναν ανοιχτό πεδίο. Το μοντέρνο κίνημα δεν έχει μόνο αρχειακή σημασία, μολονότι γίνεται κατανοητό μέσα από τη γνώση του αρχείου.

ΕΡΕΥΝΑ στο πλαίσιο της ενότητας «Τα αρχεία του Μοντέρνου»
«Φίλε κύριε Διευθυντά»

Ένα σχέδιο που υλοποιείται αυτό ο διάστημα από τα αρχεία του μοντέρνου είναι η μετεγγραφή και ερμηνευτική παρουσίαση της αλληλογραφίας του Ζαχαρία Παπαντωνίου, διευθυντή, τότε, της Εθνικής Πινακοθήκης, με τον Γιώργο Στρατηγόπουλο. Η αλληλογραφία  αυτή καλύπτει μία περίοδο δεκατριών ετών, από το 1924 μέχρι το 1937. Βρίσκουμε σε αυτήν ένα πλήθος πληροφοριών για την πολιτική αγορών που ακολούθησε αυτό το διάστημα ο Ζ. Παπαντωνίου καθώς και παρατηρήσεις και σχόλια για την αγορά της τέχνης την περίοδο του μεσοπολέμου. Η ερμηνευτική παρουσίαση της αλληλογραφίας αναμένεται να ολοκληρωθεί τον Μάιο του 2012, οπότε και θα εκδοθεί.