Η κύρια τάση των ελληνικών θεατρικών σκηνών τα τελευταία χρόνια είναι οι βιογραφίες. Και κυρίως οι αφηγήσεις ζωής διαφόρων μορφών του ελληνικού τραγουδιού. Φέτος ήρθε η σειρά της θρυλικής «τραγουδίστριας της νίκης», Σοφίας Βέμπο, να τιμηθεί στο σανίδι και να την υποδυθεί η μεγάλη κυρία του ελληνικού τραγουδιού, Μαρινέλλα.

Η Βέμπο για το νεότερο, αλλά και το ευρύ κοινό έχει κυρίως συνδεθεί με τα τραγούδια του έπους του 1940, ενώ είναι λιγότερο γνωστή τόσο η ιστορία της, όσο και η προσφορά της στο πεντάγραμμο. Ταυτόχρονα, κομμάτια χιλιοτραγουδισμένα μέχρι και σήμερα, αρκετοί αγνοούν πως πρωτοερμηνεύτηκαν από εκείνη και στην πορεία πήραν το δρόμο της διαχρονικότητας.

Η νεαρή Σοφία, μια Βολιώτισσα, γόνος προσφύγων της Ανατολικής Θράκης, ακολουθώντας την μοίρα της, πηγαίνει στην Αθήνα και ξεκινά να τραγουδά σε διάφορα μαγαζιά. Το κοινό μαγεύεται και οι μετοχές της ανεβαίνουν κατακόρυφα στα καλλιτεχνικά σχήματα της πόλης. Κάποια στιγμή γνωρίζεται με τον μεγάλο της έρωτα, τον Μίμη Τραϊφόρο και ενώνει την καριέρα αλλά και τη ζωή της μαζί του. Ακολουθεί ο πόλεμος, η πείνα, η ψυχική και οικονομική εξαθλίωση, μα και η μεγάλη επιτυχία. Αλεξάνδρεια, Κάιρο, Αμερική, Παρίσι, Βιέννη, είναι λίγοι μόνο από τους κορυφαίους σταθμούς της Βέμπο. Ανήσυχο βέβαια πνεύμα η ίδια, δεν υποτιμά καθόλου την ελληνική ύπαιθρο και τριγυρίζει τα χωριά και τις πόλεις δίνοντας παραστάσεις. Συνοδοιπόρους προς τη δόξα έχει τον Μίμη, τον Παυλάρα, μα και την οικογένειά της.

Στο θέατρο Μπάντμιντον, ο Πέτρος Ζούλιας, έχοντας την επιμέλεια του κειμένου και της σκηνοθεσίας, έστησε μια παράσταση τρεισήμισι ωρών, η οποία εκτός από την πλουσιότατη παραγωγή, περιείχε κάποια αμφιλεγόμενα και άνισα στοιχεία.

Η Μαρινέλλα δεν ερμηνεύει τη Βέμπο, αλλά τον εαυτό της, που κατά παράδοξο και σουρεαλιστικό τρόπο, ο Τραϊφόρος καλεί να εξιστορήσει την ζωή της δεύτερης, δανείζοντας ωστόσο σε αρκετές στιγμές τη φωνή, μα και το σώμα. Φυσικά κάνει παρεμβάσεις και από την δική της καριέρα, σχολιάζοντας αναχρονιστικά τα τεκταινόμενα.

Η πορεία της Βέμπο περνάει σαν επισκόπηση, δίνοντας βάρος στο μουσικοχορευτικό κομμάτι, και το κλίμα των χρόνων που φεύγουν, ενώ παραλλήλως δεν αφήνει στον θεατή περιθώρια να αντιληφθεί τα κίνητρα, τις ψυχολογικές διακυμάνσεις και τα κατάλοιπα των βιωμάτων, που την έπλασαν ως τη γυναίκα που θαύμασε όλος ο κόσμος. Εφόσον η παράσταση θεωρείται βιογραφία, ίσως θα έπρεπε να υπήρχε περισσότερη εμβάθυνση σε αυτά τα σημεία.

Τα σκηνικά ήταν πλούσια και ποικίλα, ενώ υπήρχαν και λίγα σημεία που φάνταζαν κάπως πιο παλαιικά. Οι χορογραφίες πιστές στις τότε καλλιτεχνικές τάσεις και τα κοστούμια φανταχτερά, καλοσχεδιασμένα και όμορφα. Η μόνη ένσταση, είναι αν τελικά η παράσταση αφορούσε καθαρά την Σοφία Βέμπο ως προσωπικότητα ή ολόκληρη την εποχή έχοντας ως κεντρικό άξονα την τραγουδίστρια. Τελικά, δόθηκε αρκετό βάρος στο χωροχρονικό πλαίσιο, παραλείποντας κάποιες στιγμές την κεντρική φιγούρα.

Ως προς τις ερμηνείες, ξεχώρισε ο Χρήστος Στέργιογλου, που πλάθει όμορφα και πειστικά τον σύντροφο ζωής της Βέμπο, ενώ δεν λείπουν και οι καλές κωμικές στιγμές του. Στα συν ότι τον βοηθά ο απόλυτος έλεγχος στην φωνή. Ο Αντώνης Λουδάρος, είναι πληθωρικός και διαθέτει δυναμισμό πάνω στη σκηνή. Όμως στις αστείες του στιγμές ως «Παυλάρας» κατέφυγε σε ευκολίες. Ο Τάσος Κωστής και η Νεφέλη Ορφανού, μπορεί να χρησιμοποιούν μανιέρα, αλλά παραμένουν πάντοτε απολαυστικοί, όπως απολαυστικό είναι το σόλο της Στέλλας Γκίκα ως μάνα. Η Αγορίτσα Οικονόμου, ως νεαρή Σοφία, είναι ηθοποιός με προσόντα, που δεν είχε την ευκαιρία να δείξει σε μεγάλο εύρος, καθότι πιο περιορισμένος ο ρόλος. Καλή πάντως η γενική εντύπωση. Συμπαθητικοί και πειστικοί οι Τζένη Μπότση, Μιχάλης Μαρίνος και Νταίζη Σεμπεκοπούλου. Πολύ καλοί όλοι οι χορευτές και οι ερμηνευτές του θιάσου, όπως έξοχοι είναι και οι μουσικοί της ορχήστρας, υπό την καθοδήγηση του Γιώργου Ζαχαρίου. Και τέλος, το μεγάλο ατού της παράστασης, είναι φυσικά η εκπληκτική Μαρινέλλα, που παραμένει ένα μεγάλο διαμάντι της ελληνικής μουσικής, με φωνή κρυστάλλινη, γεμάτη πάθος και έκταση. Η τεράστια σκηνή του θεάτρου, πλημμυρίζει με την παρουσία και το ταπεραμέντο της.

Εν τέλει, πρόκειται για ένα μιούζικαλ-υπερπαραγωγή, με καλές ερμηνείες, τραγούδια στα οποία το κοινό σιγοντάρει ασυναίσθητα και την παρουσία της Μαρινέλλας, πράγματα που είναι ικανά να αποζημιώσουν όλους όσους αρέσκονται στα πλούσια μουσικοχορευτικά θεάματα.

Το Θέατρο Badminton παρουσιάζει το μιούζικαλ Μαρινέλλα – Βέμπο: Η συνάντηση, σε κείμενο και σκηνοθεσία Πέτρου Ζούλια, από τις 22 Ιανουαρίου 2014. ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ