Με το αμερικανικό box office να το έχει ανεβάσει σε επίπεδα ρεκόρ ήδη από το άνοιγμά του, οι συντελεστές του «Αγώνες Πείνας: Φωτιά» έχουν αρκετούς λόγους να μιλούν για ένα απόλυτα επιτυχημένο κινηματογραφικό success story.

Με τον Φράνσις Λόρενς να αναλαμβάνει την σκηνοθεσία και με ένα καστ που συγκέντρωσε γύρω του ονόματα όπως ο Φίλιπ Σίμορ Χόφμαν, Αμάντα Πλάμερ και Τζέφρι Ράιτ το δεύτερο μέρος της τριλογίας (ή για την ακρίβεια τετραλογία, καθώς το τρίτο μέρος θα το σπάσουν σε δύο για ευνόητους λόγους) παραλαμβάνει τις υποσχέσεις που άφησε ο προκάτοχός του και τις εκσφενδονίζει με απόλυτη ευστοχία στις ικανοποιήσεις του νεανικού, κυρίως, target-group που μύησε πέρυσι.   

Η Κάτνις (Τζένιφερ Λόρενς) και ο Πέτα (Τζος Χάτσερσον), ανατρέποντας τους κανόνες του παιχνιδιού είναι οι δύο νικητές της εβδομηκοστής τέταρτης διοργάνωσης των Αγώνων Πείνας. Η Κάτνις, ως η κοπέλα που κατάφερε να ανατρέψει τους κανόνες, είναι πλέον για τους κατοίκους της Πάνεμ το ελπιδοφόρο σύμβολο της επανάστασης και στόχος προς εξολόθρευση για τον Πρόεδρο Σνόου (Ντόναλντ Σάδερλαντ). Προκειμένου να καταπνίξει το επαναστατικό κλίμα που έχει αρχίσει να απλώνεται στις 12 Πολιτείες, ο Πρόεδρος Σνόου θα ρίξει και πάλι στην αρένα της Κάτνις με αφορμή την επετειακή διοργάνωση. Κάτνις και Πέτα ξαναρίχνονται στην αρένα, μόνο που αυτή τη φορά οι αντίπαλοί τους είναι παλαίμαχοι νικητές προηγούμενων Αγώνων Πείνας. Το ζήτημα της επιβίωσης γίνεται διπολικό, καθώς η Κάτνις είναι η μόνη ελπίδα που μπορεί να φέρει την επανάσταση. Αρκεί να μείνει ζωντανή…

Με μια απλοποιημένη ματιά θα μπορούσε κανείς να ισχυριστεί ότι το δεύτερο μέρος της ιστορίας είναι μια επανάληψη του πρώτου: μια αφορμή προκειμένου να ρίξουμε τους δύο πρωταγωνιστές ξανά στην αρένα, η οποία αρένα θα είναι πιο εντυπωσιακή, πιο επικίνδυνη και πιο αιμοβόρα. Οι λόγοι που δεν γίνεται ο παραπάνω ισχυρισμός να σταθεί ως έγκυρος βρίσκονται στην σκηνοθεσία του Φράνσις Λόρενς, στην εισχώρηση του (έστω και ελαφριάς κατασκευής) πολιτικού υπόβαθρου και στην ψυχολογική εμβάθυνση των ηρώων του, κυρίως της Κάτνις. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι η Τζένιφερ Λόρενς, παρότι προσφάτως βραβευμένη με το χρυσό αγαλματίδιο («Οδηγός Αισιοδοξίας»), επιστρέφει ως Κάτνις με την ίδια σοβαρότητα και όρεξη που την είδαμε στο πρώτο μέρος, από όπου και έγινε γνωστή.

Ο Φράνσις Λόρενς οραματίστηκε το σύμπαν των βιβλίων της Σούζαν Κόλινς με έναν πολύ πιο σκοτεινό και αποπνικτικό τόνο, τον οποίο και μεταφέρει ατόφιο στην κινηματογραφική εκδοχή του. Με αυτόν τον τρόπο καταφέρνει καταρχήν να αποτυπώσει ακόμη καλύτερα το ολοκληρωτικό καθεστώς που βυθίζει τους καταπιεσμένους κατοίκους της Πάνεμ στην απελπισία και την ανέχεια, αλλά και να πιάσει με αυτόν τον τρόπο τα εκτός-διήγησης στοιχεία που συσσωρεύονται επικίνδυνα και προμηνύουν το ξέσπασμα της επανάστασης που πρόκειται να δούμε στο επόμενο μέρος της τετραλογίας.

Και ενώ το πρώτο Hunger Games εύκολα έφερνε στο νου το «Battle Royale» (2000) του  Φουκασάκου Κίντζι, το δεύτερο μέρος μπορεί να επικαλεστεί την αυτονομία του τόσο σε επίπεδο εξέλιξης της ιστορίας αλλά και των πρωταγωνιστών του. Τέλος, παρά τον ξεκάθαρα μπλοκμπαστερικό χαρακτήρα του, οι «Αγώνες Πείνες: Φωτιά» δεν θέλησαν να σερβίρουν στους νεαρούς οπαδούς τους μια από τα ίδια, αλλά μια καλοδουλεμένη και φροντισμένη ιστορία ενός μέλλοντος διόλου μακρινό και διόλου απίθανο.

Σκηνοθεσία: Φράνσις Λόρενς
Σενάριο: Σάιμον Μποφόι, Μίκαελ Αρντ (βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο της Σούζαν Κόλινς)
Πρωταγωνιστούν: Τζένιφερ Λόρενς, Τζος Χάτσερσον, Λίαμ Χέμσγουορθ, Γούντι Χάρελσον, Ντόναλντ Σάδερλαντ, Στάνλεϊ Τούτσι, Ελίζαμπεθ Μπανκς, Φίλιπ Σίμορ Χόφμαν, Λένι Κράβιτς
Διάρκεια: 146΄
Διανομή: Spentzos Film