Η Γκαλερί Έρση την Πέμπτη, 6 Νοεμβρίου 2014, στις 7.30 μμ. εγκαινιάζει την  ατομική έκθεση έργων του εικαστικού καλλιτέχνη Νίκου Τριανταφύλλου, με τίτλο «Σταυρόσχημες Αναγωγές».

Ο καλλιτέχνης δημιουργεί επίτοιχες συνθέσεις κι «εγκαταστάσεις» στον χώρο, χρησιμοποιώντας συνδυασμούς  υλικών, όπως μέταλλα, ξύλα, χαρτιά, υφάσματα, στα οποία επεμβαίνει κατά περίπτωση με τεχνικές της κοπής, συγκόλλησης, χύτευσης, ξυλογλυπτικής, κεντήματος, αυτοτελών σχεδίων και τυπωμάτων. Η επιλογή των υλικών, καθώς και η διαλεκτική τους σχέση αφορά, στα έργα του, την υπόδειξη της αντιθετικής συνομιλίας ανάμεσα στην ανθεκτικότητα και στην φθαρτότητα, στην μοναδικότητα και στην επαναληπτικότητα, στο εφήμερο και στην διάρκεια, στο διαπερατό και στο αδιαπέραστο, στο φθεγγόμενο και στο ανείπωτο, όπως επίσης στην δομή και στις ποικίλες αναπλαστικές μεταλλαγές, που διαμορφώνουν οι «σταυρόσχημες αναγωγές» του.

Επίκεντρο, σε αυτή την ενότητα του Νίκου Τριανταφύλλου, αποτελεί το σταυρικό σχήμα, με τη μακραίωνη διαπολιτισμική παράδοση που το συνέχει, και την θρησκευτικότητα των παραπομπών του. Το ενδιαφέρον στα συγκεκριμένα έργα εστιάζεται στην ανάλυση και στην αποδόμηση, στην μεταποίηση και στην ανασυγκρότηση επιπέδων κι επιφανειών, που διαμορφώνουν παράδοξους και δικτυωτούς κανάβους, ανάμεσα στον «λόγο» και στο «ειδέναι» της εικονοποίησης.

Με τελετουργικό τρόπο και μέσα από μια εργοτεχνική πρακτική που απαιτεί, όση δεξιότητα, άλλη τόση στοχαστικότητα, στα «εννοιακής» αντίληψης (conceptual) έργα του, ο καλλιτέχνης δημιουργεί αντιστοιχίες ανάμεσα στα αρχέτυπα και στην καθημερινότητα, στον λειτουργικό χρόνο και σε εκείνον της βιωτής. Η γλώσσα της επικοινωνίας κι εκείνη της δέησης, κατακερματίζονται σε συλλαβές κι αρθρώσεις, αποκαλύπτοντάς μας τις μετρικές τους και τονικά φωτογενείς μονάδες, των οποίων τα ρυθμικά εποικοδομήματα θυμίζουν καλειδοσκόπιο.
Στα έργα του Νίκου Τριανταφύλλου, το πεπερασμένο, σαν αραχνοϋφαντος ιστός συνδιαλέγεται με το εν δυνάμει εφικτό, όπως και το ορατό με το αθέατο.

Αμφίτροπες σχέσεις αναπτύσσονται ανάμεσα στις δύο και στις τρεις διαστάσεις, στο φως και στις σκιές, στην αφή και στην οπτική αίσθηση, με έμμεσες αναφορές στην οντολογία και στην φαινομενολογία, όπως επίσης στην νόηση και στο συναίσθημα. Εντυπωσιάζει στα έργα αυτά, η χωρίς εγκεφαλισμούς αφοσίωση και η προσηλωτική σπουδή του καλλιτέχνη στα μεγέθη που «χαρτογραφεί» τον κόσμο του, καθώς και στις ποιότητες με τις οποίες αποδίδει την εσωτερική τους δόνηση, ασκούμενος στις μονάδες και στα πλέγματα της πολλαπλασιαστικότητάς τους, με το περιέχον της ενδοχώρας να απεκδύεται κάθε φορά στα περιεχόμενά του, τα οποία προσλαμβάνουν την «σκευή» μιας ρυθμοτεχνικής ποικιλίας και μιας πολυμέρειας νοημάτων. Των νοημάτων, που διασταυρώνονται μέσα από τις «τάξεις» και τις συλλαβές συμπτώσεων κι ασύμπτωτων καταστάσεων του χώρου, εκφράζοντας ουσιαστικά και «χρωματίζοντας» εντέλει τις χροιές και τα διανύσματα του απεριχώρητου.