Η γκαλερί The Breeder παρουσιάζει την πρώτη ατομική έκθεση της Zoë Paul, με τίτλο Solitude and Village.

Η έκθεση αποτελείται από ένα σύνολο νέων έργων που διαλέγονται μεταξύ τους, υπερβαίνοντας κάθε ιστορικό χρόνο και τόπο, για να αποκαλύψουν ξεχασμένους μύθους κρυμμένους πίσω από τις σκιές τους. Πρόκειται για μια γενεολογία οικιακών αντικειμένων που διαταράσει τις κοινές αντιλήψεις για το συμβολισμό, το σώμα, τα αρχαιολογικά αλλά και τα σύγχρονα ευρημάτα.

Το Χωριό (Village) συντελεί στην Mοναχικότητα (Solitude) και παράλληλα την αποτρέπει, καθώς η απόλαυση της προϋποθέτει την συγκέντρωση στον εαυτό μας και την απομάκρυνσή μας από το Χωριό. Η Μοναχικότητα είναι μία ιδιαίτερη κατάσταση του σώματος και του μυαλού, μία κατάσταση διαλογισμού και απομόνωσης, που προσφέρει φευγαλέες στιγμές ηρεμίας, χρόνο να αναλογιστούμε και παράλληλα εξορκίζει τη μοναξιά του εαυτού και του κόσμου γύρω του.

Εντούτοις η Μοναχικότητα δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την διαμετρικά αντίθετη κατάσταση προς αυτή. Κουβαλάμε τον οίκο μας σαν τα σαλιγκάρια, σαν τα μυρμίγκια καλλιεργούμε τις μελίγκρες, για να φτάσουμε στην κοινωνικοποίηση. Το κάθε ον δημιουργεί γύρω από τον εαυτό του ένα Xωριό, λιθόστρωτο με τον καταιγισμό των κάθε είδους κοινωνικών αλληλεπιδράσεων. Οι πρόσκαιροι δεσμών μεταξύ ανθρώπων και μη-ανθρώπων κάνουν τη Μοναχικότητα να ξεγλιστρά. Το Χρέος είναι η κατεξοχήν Κοινωνική Συνθήκη, η βάση της κάθε συναλλαγής, η αξιολόγηση της ιεραρχίας και της δικαιοσύνης από την οποία τίποτα δεν εξαιρείται, καθιστώντας όλους μας υπαίτειους και αυτουργούς της κάθε αποτρόπαιας πράξης. Η Μοναχικότητα είναι η παροδική εστία δημιουργίας φανταστικών Χωριών.

Το Χωριό είναι ένας τόπος μπαρόκ αντάπτυξης και αυθαίρετων επεκτάσεων. Το βουκολικό σκηνικό του συνυπάρχει με το πορνείο και την ανείπωτη εμπορευματοποίηση της γονιμότητας. Ανάμεσα σε αυτά προσπαθούμε να διατηρήσουμε την κομψότητά μας και να αρνηθούμε την αηδία για το γεγονός ότι παραμένουμε παραβάτες και ρακοσυλλέκτες και να εξυμνήσουμε τελικά τους διαλυμένους πολεμιστές μας και τους διεφθερμένους εμπόρους.

Επτά κεφάλια από ψημμένο πηλό στέκονται πάνω σε βάθρα από παλιά κεραμικά πλακάκια, οι φόρμες τους θυμίζουν αρχιτεκτονικά μοντέλα, που σκιαγραφούν τον χώρο. Τα κεφάλια, βυθισμένα στη Μοναχικότητά τους φαντάζουν άχρονα και άτοπα, δίχως να εμφανίζουν σαφείς αναφορές, είναι ταυτόχρονα οικεία καθώς φέρουν το βάρος της ιστορίας του Χωριού. Είναι οι πολεμιστές, οι συλλέκτες χρέους, οι πελάτες των πορνείων. Φωτισμένα από χαμηλά με άσπρα LED φώτα, με τις γεωμετρικές, ασβεστομένες βάσεις τους, μιλούν μια αρχαία γλώσσα που φαντάζει σύγχρονη. Έχουν εμπλεχτεί με το διαχρονικό συλλογικό υποσυνείδητο του γεωμετρικού σχεδιασμού και χάραξης δημιουργώντας ένα μεγαλοπρεπές εθιμοτυπικό, που συνδέει την υποσυνείδητη σοφία τoυ σώματος με το σύμπαν, που ήταν πρόδρομος κάθε κωδικοποιημένου αλφάβητου και συνεχίζει ακόμα και σήμερα να ειναι σαφές και κατανοητό.

Μάλλινα νήματα πλεγμένα σε σκουριασμένες σχάρες βιομηχανικών ψυγείων, απορρήματα ενός μοντερνισμού που πιέζει για πρόοδο, πιέζει να κατακτήσει τη ζέστη και να νικήσει τη σήψη. Το ψυγείο αποτελεί την οικοσκευή που άλλαξε εξ ολοκλήρου το Χωριό, καθώς το κρέας δεν μοιράζοταν πια αλλά συντηρούταν (για να καταναλωθεί μοναχικά). Τα χρώματα μπλέκονται, το μοντέρνο συναντάει το αρχαίο, το μηδέν το ένα, το νήμα τα αρχαία υφαντά.

Το υπόγειο της γκαλερί μεταμορφώνεται σε χώρο υπέρβασης, δεν υπάρχουν κεφάλια πια, ούτε κωδικοποιημένες σχάρες αλλά γυναικείες φιγούρες, που σχηματίζονται από χειροποίητες κεραμικές χάντρες και μοιάζουν με ψηφιακούς άβακες. Το βλέμμα τους υπερβαίνει τον θεατή, η μορφή τους απροσδιόριστη δεν εντάσσεται πουθενά. Ανθρώπινα μέλη διασταυρώνονται χωρίς να συγχρονίζονται.

Ένας νεροχύτης από σπασμένα μωσαϊκά – το σκεύος της οικιακής υγιεινής που εξορίσει την βρώμα κάπου βαθιά στη γη, κανείς δεν ξέρει που – βρίσκεται στη μέση του χώρου και  αναθυμιάζει ατμό από τις σωληνώσεις του ενώ στο πάτο του υπάρχει ένα χρυσό νόμισμα. Ένα καθημερινό αντικείμενο, αυτός ο μικρός σκαλισμένος δίσκος ξεχειλίζει από συσσωρευμένα νοήματα, καλύπτοντας απαλά με κάθε συναλλαγή την μορφή και τον παλμό των κοινωνικών σχέσεων, της εξουσίας, της βίας, της γονιμότητας, της κοινωνικότητας και του χρέους.

Η μία πλευρά του χρυσού νομίσματος γράφει ΖωΗ/ΠωΛ, αντικαθιστώντας τον Χριστιανικό Σταυρό Φως/ΖωΗ με το όνομα της καλλιτέχνιδος, ενώ το διάτρυτο ωμέγα στην άλλη πλευρά τονίζει την αφθονία και την ερωτική διάσταση του χρήματος.

Ο χρυσός, το σύμβολο της ευγένιας, της τιμής και της ευτυχίας, κρύβει και αυτός μία άσχημη πτηχή γεμάτη κίνδυνο, απαγόρευση, μυστικότητα και κρυφές ιστορίες. Διεγείρει ένα πόθο χωρίς όρια, στον οποίο ελλοχεύει κίνδυνος που πρέπει να τιθασευτεί με ένα φράγμα από παραμύθια και προκαταλήψεις. Ο χρυσός είναι σκατά, είχε πει ο Φρόυντ, αναφερόμμενος σε μύθους όπου ο διάβολος προσφέρει χρυσό που καταλήγει να είναι αυτοκαταστροφικός. Τέτοιες αντιθέσεις ευχαριστούν τον κόσμο. Ο χρυσός στον πάτο του νεροχύτη είναι ταυτόχρονα απεχθής και απόλυτα επιθυμητός.

Τελικά μπορεί κανείς να προσεγγύσει τον μυστικισμό, ακόμα και εμβαθύνοντας στα απλά καθημερινά πράγματα.

H Zoë Paul (1987, Λονδίνο) ζει και εργάζεται στην Αθήνα, ενώ μεγάλωσε μεταξύ των Κυθήρων και της Οξφόρδης έχοντας καταγωγή από την Νότια Αφρική. Είναι απόφοιτος του Κολλεγίου Camberwell και έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στη γλυπτική στο Royal College, στο Λονδίνο. Στις πρόσφατες εκθέσεις της περιλαμβάνονται οι εξής: Unorthodox στο Εβραϊκό Μουσείο της Νέας Υόρκης, σε επιμέλεια Jens Hoffman και Kelly Taxter; The Equilibrists σε οργάνωση New Museum, Νέα Υόρκη και Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ, σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη σε επιμέλεια Gary Carrion-Murayari, Helga Christoffersen και Massimiliano Gioni.

-Oscar Paul, Μάιος 2016

Στην έκθεση η κάθε φιγούρα αναπαύεται στη Μοναχικότητά της, σε μία κομβική θέση ως προς την γεωμετρική τάξη των πραγμάτων.