Όλοι φέρνουμε στο νου μας νοσταλγικά κάποια… γιαγιά όταν ακούμε τη λέξη παραμύθια, η αλήθεια όμως είναι τελείως διαφορετική όσον αφορά στον τρόπο που οι άνθρωποι μοιράζονταν ιστορίες παλιά και στον τρόπο που τις μοιράζονται στις μέρες μας.

Η Τέχνη της Αφήγησης είναι πανάρχαια διέπεται από κανόνες, συνήθως μαθαίνεται εμπειρικά και διαμορφώνεται ανάλογα με την χρονική στιγμή και τον τόπο. Οι ιστορίες είναι πολλών ειδών, δεν αποστηθίζονται αλλά αναμεταδίδονται από γενιά σε γενιά με σεβασμό και ευλάβεια! Άλλωστε η λέξη παράδοση σημαίνει ακριβώς αυτό: παραδίδω κάτι που μου εμπιστεύτηκαν οι προηγούμενες γενιές, στις επόμενες.

Οι παραδοσιακές μορφές τέχνης δεν είναι στατικές αλλά αναβαπτίζονται αναλόγως των καταστάσεων και των διαχειριστών τους, αφού μάλιστα οι άνθρωποι που ζούσαν παραδοσιακά ήταν συμμέτοχοι και δημιουργοί.

Όλα αυτά στις μέρες μας χάθηκαν στο μεγαλύτερο βαθμό. Και κάπως έτσι ξεκίνησαν οι ανα-βιώσεις οι ανα-λύσεις, οι «αξιοποιήσεις»…. κ.ο.κ. Με λίγα λόγια ότι ήταν Πράξη μεταβλήθηκε σε Θεωρία και Ανα-παράσταση μετατρέποντας το ζωντανό σώμα σε… πτώμα.

Κάπως έτσι χάσαμε και μπερδέψαμε τα παραμύθια. Φτάνει να αναλογιστεί κανείς ότι με τον όρο «κλασσικά παραμύθια» ανακατεύουμε π.χ. την Κοκκινοσκουφίτσα και τη Χιονάτη που είναι λαϊκά παραμύθια με τον Πινόκιο του Κάρλο Κολόντι, για να μην ξεχάσουμε και τον…. «δύστυχο» Χανς Κρίστιαν Άντερσεν που οι θαυμάσιες ιστορίες του έχουν υποστεί κάθε κακοποίηση σε διάφορες «διασκευές»!
Λίγοι πια γνωρίζουμε ότι τα λαϊκά παραμύθια είναι είδος οικουμενικό και ότι τα θέματα των ιστοριών απαντώνται σε όλη τη γη, σε διάφορες παραλλαγές. Κάπως έτσι προέκυψε η νεο – αφήγηση από κάποιους ρομαντικούς που δεν το βάλαμε κάτω αλλά κάναμε την αγάπη μας για τις παλιές ιστορίες όχημα ζωής.

Τα τελευταία χρόνια η επαγγελματική διάσταση της αφήγησης έγινε δημοφιλής και στη χώρα μας, γεγονός που οφείλεται τόσο στην εγγενή αγάπη του Έλληνα για την ιστόρηση, όσο και στην προσπάθεια κάποιων ανθρώπων που τη γνωστοποιήσαμε ευρύτερα, αλλά κυρίως γιατί ο παραδοσιακός τρόπος αφήγησης έχει σχεδόν ολοκληρωτικά και αμετάκλητα εκλείψει.

Αυτή η αναβίωση όμως της τέχνης της αφήγησης παρουσιάζει ιδιαιτερότητες και σημεία που θα έπρεπε κάποιος λάτρης των παραμυθιών να προσέξει.

Η αφήγηση παραδοσιακού υλικού δείχνει απατηλά απλοϊκή χωρίς διόλου να είναι. Πρόκειται για Τέχνη δυσκολότατη με τεχνικές και όρια που απαιτούν συστηματική καλλιέργεια καθώς και γνώσεις λαογραφικές, ανθρωπολογικές, ψυχολογίας και σε περιπτώσεις που απευθύνεται σε παιδιά, και παιδαγωγικής.

Όσον αφορά στο παιδί, υπάρχει δυστυχώς, τα τελευταία χρόνια, μια γενικότερη καπήλευση σχετικά με «δήθεν» παιδικά θεάματα, με στόχο το εύκολο κέρδος. Σε αυτήν την κατηγορία η αφήγηση παραδοσιακών ιστοριών έχει υποστεί τα πάνδεινα. Άνθρωποι άσχετοι προς το αντικείμενο δηλώνουν «παραμυθάδες» και στήνουν κάκιστα θεάματα που δεν έχουν καμία σχέση ούτε με την αφήγηση ούτε γενικότερα με την θεατρική τέχνη.

Παρόλο που η αφήγηση ανήκει σαφώς στην ευρύτερα νοούμενη τέχνη του θεάτρου έχει όμως διαφοροποιήσεις που την ορίζουν ως τέτοια. Αναφέρω συνοπτικά ότι ο παραδοσιακός παραμυθάς δεν αποστηθίζει, δεν αναπαριστά βάσει κάποιας σκηνοθεσίας, και έχει τη δυνατότητα να εμπλέκει με πλήρη ελευθερία τις ιστορίες του όπως θέλει, να τις μεγαλώνει να τις μικραίνει, να τις μεταλλάσσει ανάλογα με το κοινό του. Οι αρετές αυτές έχουν  – πρέπει να πούμε – ατροφήσει στην σύγχρονη νέο-αφήγηση, καθώς πολλοί που δηλώνουν παραμυθάδες κατ’  επάγγελμα δεν έχουν βιώματα αφήγησης, και συχνά αντιμετωπίζουν συχνά με ελλιπή θεατρικά δεδομένα τα προγράμματά τους, αποστηθίζοντας, σκηνοθετώντας, και τελικά αναπαράγοντας με τρόπο πανομοιότυπο τις ιστορίες που λένε: μια πρακτική παντελώς αντίθετη με την παραδοσιακή αφηγηματική τέχνη!

Και θα έπρεπε εδώ να προσθέσω και το φαινόμενο να εμφανίζονται διάφοροι «γνώστες» του αντικειμένου με «μακρόχρονη εμπειρία» που με «εκπαιδευτικά» σεμινάρια και υποτιθέμενες «σχολές αφήγησης» διοργανώνουν εκδηλώσεις και δηλώνουν «σύμβουλοι» επί του θέματος, εκμεταλλευόμενοι έξυπνα την κατάσταση για οικονομικά οφέλη.

Το φαινόμενο δεν είναι νέο. Ήδη στη Αγγλία που η νέο-αφήγηση αριθμεί πάνω από 30 χρόνια σε σχετικές ιστοσελίδες σωματείων παραμυθάδων δημοσιεύονται οδηγίες για το πως θα καταφέρει κανείς να επιλέξει σωστά κάποιον επαγγελματία παραμυθά για το σχολείο και άλλες παιδικές εκδηλώσεις!

Είναι όμως αληθινό ότι τα πνευματικά οφέλη και για μικρούς και για μεγάλους σε μια αφηγηματική εμπειρία που γίνεται με τρόπο σωστό είναι πολλά και πολύ σημαντικά: ένα ταξίδι γλωσσικό καταρχήν, που όσο πιο ικανός είναι ο αφηγητής τόσο πιο σπουδαίο! Ταξίδι στην Δημιουργικότητα και στη Φαντασία, εργαλεία σημαντικά σε όλες τις επιστήμες που τα παραμύθια των λαών τα αξιοποιούν στο έπακρο! Υπερ – Ήρωες και Μαγικά Βασίλεια, μαγικές λύσεις και περάσματα σε Άλλους Κόσμους, Ανίκητα Θεριά που αντιμετωπίζονται με ειδικό τρόπο, Μαγικά Υγρά και Διαχρονικά Ταξίδια… όλα υπάρχουν στα παραμύθια κι από πολύ παλιά!

Και πάνω από όλα ο θρίαμβος της καλοσύνης, της αληθινής Αγάπης και της γενναιοδωρίας που κατανικά κάθε δυσκολία και οδηγεί στον αληθινό ανθρώπινο προορισμό που είναι η απόλαυση της συνύπαρξης με τους άλλους ανθρώπους!
Και ζήσαν αυτοί καλά αλλά εμείς – σίγουρα! – καλύτερα!

Info:

Η Σάσα Βούλγαρη σπούδασε Ψυχολογία και Παιδαγωγικά και ειδικεύτηκε σε εναλλακτικούς τρόπους διδασκαλίας. Συμμετείχε και σχεδίασε ποικίλα εκπαιδευτικά προγράμματα. Ανήκει στους πρωτεργάτες της επαγγελματικής νεο – αφήγησης και το 2013 γιορτάζει τα 20 χρόνια πορείας της με σταθερές συνεργασίες σε Μουσεία (Κυκλαδικής, Γουλανδρή, Μπενάκη, Λαϊκής Τέχνης, Παιδικής Τέχνης κ.α.) και άλλους πολιτιστικούς χώρους, ενώ τα τελευταία τέσσερα χρόνια συνεργάζεται σταθερά με το Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης όπου φέτος θα αφηγηθεί για μικρούς και μεγάλους «Ελληνικά Λαϊκά Παραμύθια». Διδάσκει την Τέχνη της Αφήγησης από το 1995. Το 2014 είναι υποψήφια ως storyteller (η πρώτη φορά που επαγγελματίας αφηγητής αντιπροσωπεύει την Ελλάδα) για το Διεθνές Βραβείο Astrid Lindgren Memorial Award.