Ο χώρος Φίλοι στο Φίλιον μας προσκαλεί σε μία παρουσίαση του έργου του Λευκάδιου Χερν, από την Τέτη Σόλου με παράλληλη προβολή εικόνων.

Αφήγηση και μουσική: Ζωη Νικητάκη. Θα ακολουθήσει συζήτηση με το κοινό. Παρεμβαίνουν άνθρωποι της Τέχνης από τον τόπο καταγωγής του Λευάδιου Χέρν, τη Λευκάδα.

Ο Λευκάδιος Χερν γεννήθηκε στις 27 Ιουνίου 1850 στη Λευκάδα. Πατέρας του ήταν ο Ιρλανδός Charles Bush Hearn και μητέρα του η Ρόζα, κόρη του Αντωνίου Κασιμάτη από τα Κύθηρα.

Λίγα βιογραφικά για τον Λευκάδιο Χέρν:

Ο Λευκάδιος ήταν δύο χρονών, όταν έφυγε από την Ελλάδα για την Ιρλανδία. Τα παιδικά του χρόνια ήταν πικρά. Οι γονείς του χώρισαν, ο Λευκάδιος δεν τους ξαναείδε ποτέ και ανατράφηκε σαν ορφανό από την πλούσια και δεσποτική Sarah Brenane.

Στην Αμερική

Στα δεκαεννιά του βρέθηκε απένταρος στη Νέα Υόρκη. Λίγο αργότερα εγκαταστάθηκε στο Σινσινάτι του Οχάιο, όπου έζησε σε απόλυτη οικονομική εξαθλίωση.

Έγινε δημοσιογράφος και τα άρθρα του είχαν ασυνήθιστα θέματα για την εποχή εκείνη: τους έγχρωμους, τους φτωχούς και τους δυστυχείς που ζουν στο περιθώριο της ζωής. Ο Χερν δεν έκανε φυλετικές διακρίσεις και το 1874 παντρεύτηκε τη Μάτι Φόλεϊ. Ο γάμος του θεωρήθηκε σκάνδαλο, γιατί η σύζυγός του ήταν έγχρωμη, και του κόστισε τη θέση του στην εφημερίδα που εργαζόταν.

Το 1874 άρχισε να εκδίδει με τον μεγάλο ζωγράφο Henry Farny ένα εβδομαδιαίο σατιρικό περιοδικό, το Ye Giglampz, που έγραφαν και εικονογραφούσαν οι ίδιοι.

Το 1887 πήγε στις Δυτικές Ινδίες, όπου έμεινε για δύο χρόνια, ως ανταποκριτής του αμερικάνικου περιοδικού Harper’s Magazine.

Ως ανταποκριτής αυτού του περιοδικού έφυγε στις 8 Μαΐου του 1890 για την Ιαπωνία, όπου έμελλε να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του.

Τα χρόνια στην Ιαπωνία

Μόλις έφτασε στην Ιαπωνία, έλυσε τη συνεργασία του με το Harper’s Magazine. Με τη βοήθεια του καθηγητή Βasil Hall Chamberlain και του Ίτζιτο Χαττόρι το καλοκαίρι βρήκε θέση καθηγητή της αγγλικής γλώσσας στην πόλη Ματσουέ.

Στο πανέμορφο Ματσουέ των θρύλων έζησε δεκαπέντε μήνες. Σχετίστηκε στενά με τους κατοίκους, ανέπτυξε αδελφική φιλία με τον καθηγητή Νισίντα Σενταρό και το 1891 νυμφεύθηκε τη Σέτσου Κοϊζούμι, κόρη ενός σαμουράϊ της περιοχής, του οποίου η οικογένεια είχε ξεπέσει με τις θεμελιώδεις αλλαγές που έφερε ο εκσυγχρονισμός της Ιαπωνίας. Μαζί της δημιούργησε μια αγαπημένη οικογένεια και απέκτησε τέσσερα παιδιά.

Το 1892 εγκαταστάθηκε στο Κουμαμότο, όπου δίδαξε επί τρία χρόνια σ’ ένα σχολείο μέσης εκπαίδευσης, διευθυντής του οποίου ήταν ο Κάνο Τζιγκορό, ο άνθρωπος που διέδωσε το τζίου τζούτσου στον δυτικό κόσμο.

Τον Οκτώβριο του 1894 εξασφάλισε μια θέση δημοσιογράφου στο αγγλόφωνο Kobè Chronicle. Οι συνθήκες στο Κομπέ από απόψεως υγιεινής ήταν άθλιες.

Το 1896 έλαβε την ιαπωνική υπηκοότητα και πήρε το οικογενειακό όνομα της συζύγου του, Κοϊζούμι, και το προσωπικό όνομα Γιακούμο.

Για τον Χερν ο σιντοϊσμός και ο βουδισμός ήταν τρόποι καθημερινής ατομικής και συλλογικής ζωής, θρησκείες που οι άνθρωποι τις πράττουν αντί απλώς να τις πιστεύουν. Ο ίδιος παρέμεινε αγνωστικιστής.

Το Αυτοκρατορικό Πανεπιστήμιο του Τόκυο τού προσέφερε την έδρα του καθηγητή της Αγγλικής Φιλολογίας, θέση που διατήρησε ως το 1903. Εγκαταστάθηκε στο Τόκυο όπου άρχισε η πιο λαμπρή και γόνιμη συγγραφική του περίοδος. Η κακή του όραση ποτέ δεν στάθηκε εμπόδιο στην εξερεύνηση των περιοχών της Ιαπωνίας που επισκέφθηκε ούτε στο συγγραφικό του όραμα.

Δεν τον συγκινούσε καθόλου το να ζήσει σε μία μεγαλούπολη που εκσυγχρονιζόταν, αφήνοντας πίσω του τη μυστηριακή Ιαπωνία των θρύλων και των παραδόσεων με τα γιάσικι και τους αρχαίους ναούς. Ήταν μία θυσία που έκανε για την οικογένειά του, στην οποία ήταν βαθύτατα αφοσιωμένος.

Την άνοιξη του 1903, όπως το είχε προβλέψει, με κάποιο πρόσχημα τον υποχρέωσαν να παραιτηθεί από το Πανεπιστήμιο του Τόκυο. Οι φοιτητές του διαμαρτυρήθηκαν έντονα και η θέση του επαναπροσφέρθηκε, αλλά με όρους που του ήταν αδύνατον να δεχτεί.

Το 1904 δέχτηκε τη θέση του καθηγητή της Αγγλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Ουασέντα του Τόκυο.

Πέθανε στο σπίτι του στο Τόκυο, στο Νίσι Όκουμπο, στις 26 Σεπτεμβρίου 1904 από ανακοπή, σε ηλικία 54 ετών και αποτεφρώθηκε σύμφωνα με το τελετουργικό.

Η πλάκα που έστησαν οι φοιτητές του γράφει:

Στον Λευκάδιο Χερν, του οποίου η πένα υπήρξε πιο ισχυρή ακόμα και από τη ρομφαία του ένδοξου έθνους που αγάπησε· του έθνους που πιο μεγάλη τιμή του υπήρξε ότι τον δέχτηκε στις αγκάλες του ως πολίτη και του πρόσφερε –αλίμονο!– τον τάφο.

Ο καθηγητής Βasil Hall Chamberlain είχε πει: «Διαβάζοντας τα κείμενά του αισθάνεται κανείς την αλήθεια αυτού που δήλωσε ο Richard Wagner: Alles verständniss kommt uns nur durch die Liebe “Ο μόνος τρόπος για να κατανοήσεις είναι να αγαπήσεις”. Αν ο Λευκάδιος Χερν κατανοεί βαθιά την Ιαπωνία και την κάνει κατανοητή περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο συγγραφέα, είναι γιατί την αγαπάει βαθιά».