Στα εγκαίνια (Παρασκευή 3 Μαρτίου, 7 μ.μ.) η συγγραφέας Ηρώ Νικοπούλου θα μιλήσει για τον εικαστικό Αργύρη Χιόνη.

Ακριβά ζατρίκια και φωτεινή ευαισθησία στη ζωγραφική του Αργύρη Χιόνη

Γιατί ζωγραφίζει ένας λογοτέχνης, πρώτιστα ένας ποιητής; Τί δεν του φτάνει στις λέξεις και το ψάχνει στα χρώματα; Προσπαθεί να αρθρώσει την αύρα στο ενδιάμεσο των λέξεων, ή μήπως την ίδια τη σιωπή; Πάντως το επιχείρησαν πολλοί· από τους πλέον γνωστούς έλληνες μνημονεύω Κόντογλου, Εγγονόπουλο, Εμπειρίκο, Πεντζίκη, Χουλιαρά, Λαχά, κι από ξένους Ντεγκά, Μπλέηκ, Νταλί κ.α.

Η εικονοποιία στην ποίηση του Αργύρη Χιόνη ειδικά μετά την τρίτη του ποιητική συλλογή με τίτλο «Μεταμορφώσεις» κινείται στην ατμόσφαιρα του παραμυθιού με το Παράδοξο και την Μεταμόρφωση να αποτελούν τις δυναμικές και σημαντικές συνιστώσες της ιδιοπροσωπίας του. Και ενώ τα ποιήματά του μας φέρνουν στο νου τα ανησυχαστικά τοπία του Έσσερ με τις παραμορφωμένες προοπτικές και το αδιάκοπο παιχνίδι του κενού με το πλήρες σε μαύρο και λευκό, όπου ψάρια εναλλάσσονται με πουλιά, ή αλλού άγγελοι με δαίμονες, και η συνομιλία μεταξύ τους προϋποθέτει και συμπίπτει με την συμπληρωματικότητά τους, η ζωγραφική έκφραση/επιλογή αυτού του ποιητή που αναποδογυρίζει με τις λέξεις του το προσωπικό του, τουλάχιστον, σύμπαν δεν είναι καθόλου ανάλογη. Οι ζωγραφιές του Χιόνη ακολουθούν αυστηρά τους νόμους της προοπτικής· εξωτερικοί και εσωτερικοί χώροι, πατώματα οργανωμένα με ακριβή ζατρίκια που πάνω τους τριγυρνούν χορευτικά οι αγαπημένες του γάτες, ξεκάθαρα φωτεινά χρώματα, σκηνές γεμάτες τρυφερή παρατηρητικότητα και λεπτομέρεια. Πάντα η μοναχικότητα είναι παρούσα, αδειανές πάνινες πολυθρόνες, μακρινά θαλασσινά τοπία, ακατοίκητα δωμάτια με μοναδικό παρατηρητή τον καθρέφτη του τοίχου. Συνολικά έχουμε περίπου είκοσι πέντε έργα μικρών διαστάσεων, το μεγαλύτερο είναι 35×26 και το μικρότερο 15×10, ζωγραφισμένα με υδατοχρώματα συνήθως πάνω σε χαρτόνια. Ανθρώπινη φιγούρα υπάρχει μόνο σε τρία έργα και πάντοτε με γυρισμένη την πλάτη στον θεατή. Χρονολογικά οι ζωγραφιές του ξεκινούν από το 1958 (μία νεκρή φύση) και οι υπόλοιπες μοιράζονται στις δεκαετίες του ογδόντα, του ενενήντα και στις αρχές του 2000.

Ωστόσο πέρα από τα έργα που είχε χρησιμοποιήσει σε πέντε από τα βιβλία του, με τελευταίο το «Ό,τι περιγράφω με περιγράφει» το 2010, δεν είχε εκθέσει ποτέ.

Η πρώτη φορά που εκτέθηκαν κάποια έργα του ήταν —τέσσερα χρόνια μετά τον θάνατό του— το 2015 στην ξεχωριστή έκθεση που οργάνωσε η Εταιρεία Συγγραφέων, της οποίας ήταν μέλος, στο Κέντρο του Δήμου Αθηναίων, με τίτλο «Βίοι Παράλληλοι», παρουσιάζοντας έργα διφυιών καλλιτεχνών, συγγραφέων, δηλαδή που διακονούν παράλληλα δύο ή και περισσότερες μορφές τέχνης.

Κοιτώντας τους πίνακες του Αργύρη αισθάνομαι πως η ζωγραφική ήταν γι’ αυτόν η χαραμάδα που άφηνε για να περνά μέσα του το φως. Όσο για την Σκοτεινή Κυρία της ποίησής του εδώ μάλλον δεν έχει πρόβλεψη γι’ αυτήν. Στη ζωγραφική του κυριαρχεί το φως ως ισότοπο του σκότους.

Ηρώ Νικοπούλου