Από τις εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου κυκλοφορεί το βιβλίο, Ο σκοινοβάτης – Ο θανατοποινίτης του Ζαν Ζενέ σε μετάφραση – προλογικό σημείωμα – εργοβιογραφία του Χριστόφορου Λιοντάκη.

«Κείμενο οριακό, γραμμένο το 1955, ο Σκοινοβάτης δύσκολα κατατάσσεται σε συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος, καθώς συνυπάρχουν εδώ στοιχεία από την ποίηση, την αφήγηση, το δοκίμιο. Ωστόσο τα στοιχεία που υπερτερούν είναι της ποιητικής τέχνης. Μιας ποιητικής εντελώς διαφορετικής από τα γνωστά θεωρητικά κείμενα, τα οποία κυρίως αναφέρονται σε οδηγίες και κανόνες για το ύφος, το μέτρο, τη ρίμα, τον ελεύθερο στίχο κ.ά.

Στον Σκοινοβάτη δεν συναντούμε τίποτε απ’ όλα αυτά. Ο Ζενέ απευθύνεται στον καλλιτέχνη-σκοινοβάτη, προσπαθώντας να φωτίσει τη δύσβατη επιλογή του, επικεντρώνοντας το εγχείρημά του σε δύο σημεία: το σκοινί, που συμβολίζει το εργαλείο της τέχνης, και την προσωπική, την υπαρξιακή στάση του καλλιτέχνη απέναντι στην τέχνη. Σύμφωνα με τον Ζενέ το σκοινί δεν είναι ένα άψυχο, συνηθισμένο αντικείμενο, το οποίο ο σκοινοβάτης μπορεί να εκμεταλλεύεται χρησιμοθηρικά, αλλά ένα έμψυχο, ατίθασο ον με αισθήματα και ιδιαιτερότητες, που οφείλει με υπομονή και τρυφερότητα να το εξημερώσει.

Αυτό το μέσον μιας άλογης δύναμης θα πρέπει να το ερωτευτεί. μόνο έτσι θα μπορέσει να ανακαλύψει και να αξιοποιήσει τις κρυμμένες δυνατότητές του, που θα τον βοηθήσουν να δραπετεύσει από το στέρεο έδαφος, να υπερβεί τους νόμους της βαρύτητας. Να ελευθερωθεί από τη βαρύτητα ενός λόγου άνυδρου και στρεβλού, φορτισμένου με δογματική πειθώ, που διαμορφώνει σύμφωνα με τις επιταγές της συμβατικής σκέψης τους όρους του παιχνιδιού και ισοπεδώνει τα πάντα, καθώς αρνείται κάθε ετερότητα. Έτσι θα μπορέσει να κατακτήσει την αδράνεια και θα βαδίσει, θα χορέψει, με φόντο τη νύχτα, πάνω από το κενό. Αυτό όμως δεν αρκεί για να φτάσει στην υπέρβαση.»

«Κείμενο οριακό, γραμμένο το 1955, ο Σκοινοβάτης δύσκολα κατατάσσεται σε συγκεκριμένο λογοτεχνικό είδος, καθώς συνυπάρχουν εδώ στοιχεία από την ποίηση, την αφήγηση, το δοκίμιο. Ωστόσο τα στοιχεία που υπερτερούν είναι της ποιητικής τέχνης. Μιας ποιητικής εντελώς διαφορετικής από τα γνωστά θεωρητικά κείμενα, τα οποία κυρίως αναφέρονται σε οδηγίες και κανόνες για το ύφος, το μέτρο, τη ρίμα, τον ελεύθερο στίχο κ.ά.

«Ο Θανατοποινίτης περιέχει εν σπέρματι όλα τα θεματικά και μορφολογικά στοιχεία που συναντούμε στα μυθιστορήματα του Ζενέ, και ιδιαίτερα στο Θαύμα του ρόδου. Πρόκειται για μια πολυφωνική ποιητική σύνθεση. Ο θανατοποινίτης Μωρίς Πιλόρζ πλαισιώνεται από ολόκληρη χορεία προσώπων που εμπλουτίζουν την πλοκή του ποιήματος και δημιουργούν μια μοναδική τοιχογραφία από δολοφόνους, εραστές, φυλακισμένους, κατάδικους από τη Γουιάνα, τους οποίους εξιδανικεύει και τους οδηγεί αγέρωχους προς το θάνατο. Ένα παραλήρημα ακραίου ερωτισμού, μέσα από το οποίο προσπαθεί να εξορκίσει το θάνατο.»

Αποσπάσματα από το Προλογικό σημείωμα του Χριστόφορου Λιοντάκη