Ο Μεσσίας, απόλυτο must του εορταστικού προγράμματος πολλών ορχηστρικών συνόλων ανά τον κόσμο, δεσπόζει εδώ και σχεδόν τρεις αιώνες στο ρεπερτόριο της εκκλησιαστικής μουσικής για τα Χριστούγεννα.

Έτσι, την Παρασκευή 23 και την Κυριακή 25 Δεκεμβρίου στις 8:30 το βράδυ, οι Μουσικοί της Καμεράτα–Ορχήστρας των Φίλων της Μουσικής, τηρώντας τη διεθνή παράδοση των ημερών, παρουσιάζουν σε όργανα εποχής στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης το δημοφιλέστατο ορατόριο του Γκέοργκ Φρήντριχ Χαίντελ (1685-1759). Στο πόντιουμ της Ορχήστρας θα βρεθεί ο Μύρων Μιχαληλίδης, αρχιμουσικός και καλλιτεχνικός διευθυντής της ΕΛΣ. Τις έξοχες άριες του έργου θα ερμηνεύσουν η σοπράνο Μαρία Παλάσκα, ο κόντρα τενόρος Ξαβιέ Σαμπάτα [Xavier Sabata], ο τενόρος Γιάννης Φίλιας και ο μπάσος Χριστόφορος Σταμπόγλης.

Τα αριστουργηματικά πολυφωνικά μέρη του Μεσσία, που άλλοτε ηχούν σαν δοξαστικοί ύμνοι και άλλοτε σαν θρηνητικά εγκώμια, θα αποδώσει η Χορωδία των Μουσικών Συνόλων του Δήμου Αθηναίων, την οποία δίδαξε και διηύθυνε ο Σταύρος Μπερής.

Οι δύο χριστουγεννιάτικες συναυλίες της Καμεράτα στο Μέγαρο πραγματοποιούνται με την ευγενική χορηγία της Eurobank.

Ο Μεσσίας και ο Χαίντελ

Ο Γκέοργκ Φρήντριχ Χαίντελ [Georg Friedrich Händel] συνέθεσε το περίφημο ορατόριό του, το 1741, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, προκειμένου να το παρουσιάσει στο Δουβλίνο, όπου θα μετέβαινε κατόπιν πρόσκλησης του αρμοστή της Ιρλανδίας, κόμη του Ντέβονσαϊρ, στο πλαίσιο μιας σειράς φιλανθρωπικών συναυλιών. Μάλιστα, η φήμη του γερμανικής καταγωγής αλλά πολιτογραφημένου άγγλου συνθέτη ήταν τόσο μεγάλη, που οι αρχές, φοβούμενες συνωστισμό την ημέρα της πρεμιέρας, είχαν ζητήσει από το ακροατήριο να προσέλθει στη συναυλία δίχως ξίφη και φαρδιά φουρό!

Τα έσοδα από τις παρουσιάσεις του Μεσσία διατέθηκαν για την ενίσχυση τριών τοπικών ιδρυμάτων, ενώ μέρος τους χρησιμοποιήθηκε για την απελευθέρωση 142 κρατουμένων για χρέη. Σε αυτές τις συναυλίες, ο συνθέτης, μεταξύ άλλων, έπρεπε να επιβεβαιώσει τη φήμη του ως δημιουργού εκκλησιαστικής μουσικής και να προτείνει στο κοινό ένα πρωτότυπο και εντυπωσιακό έργο.

Το αγγλικό ποιητικό κείμενο του ορατορίου, το οποίο βασίζεται κυρίως σε αποσπάσματα της Καινής Διαθήκης (Προφητείες, Ψαλμοί, Ευαγγέλια, Επιστολές Παύλου, Αποκάλυψη Ιωάννου), φέρει την υπογραφή του Τσαρλς Τζέννενς [Charles Jennens]. Το έργο, με τα έξοχα χορωδιακά του μέρη –το θαυμάσιο «Αλληλούια» παραμένει πάντοτε μια σύνθεση ανυπέρβλητου μουσικού κάλλους–, πρωτοπαρουσιάστηκε στην ιρλανδική πρωτεύουσα στις 13 Απριλίου 1742, με τη συμμετοχή σολίστ και των ανδρικών- παιδικών χορωδιών από τους καθεδρικούς ναούς του Αγίου Πατρικίου και του Ιησού Χριστού. Έτυχε, δε, ενθουσιώδους υποδοχής από το κοινό και τους ειδικούς, γεγονός που εξασφάλισε στον Χαίντελ τον μεγαλύτερο θρίαμβο της ζωής του. Η πρώτη εκτέλεση του Μεσσία στο Λονδίνο έγινε έναν χρόνο αργότερα (1743), αλλά το έργο ερμηνεύτηκε ελάχιστες φορές όσο ήταν εν ζωή ο συνθέτης, ενώ τυπώθηκε 20 χρόνια αργότερα, στα 1763, μετά τον θάνατο του Χαίντελ, καθώς οι συνεχείς παρεμβάσεις και διορθώσεις του στην παρτιτούρα, είχαν καθυστερήσει πολύ την οριστική έκδοση του έργου.