Από τον Εκδοτικό Οργανισμό Λιβάνη κυκλοφορεί το παιδικό βιβλίο, Ο Αχτιδοϋφαντής της Βασιλικής Νευροκοπλή.

Πέρασαν κιόλας χίλια χρόνια και ήρθε η ώρα ο Αχτιδοϋφαντής να δώσει τη θέση του σε κάποιον νεότερο.

Την επόμενη μέρα θα μοιράσει όπως πάντα τις καινούργιες ηλιαχτίδες στους Ταχυδρόμους του Ήλιου, όμως για πρώτη φορά δε θα τους πει για ποιους προορίζονται.

Αυτό θα πρέπει να το βρούνε μοναχοί τους.

Όποιος στο τέλος της μέρας φέρει πίσω την ηλιαχτίδα του πολλαπλασιασμένη χίλιες φορές αυτός θα γίνει ο διάδοχός του.

Το επόμενο βράδυ όλοι οι Ταχυδρόμοι διηγούνται τα κατορθώματά τους στον αφέντη τους, εκτός από το μικρό Χαρίτωνα που μένει σιωπηλός. Δεν ξέρει τι απέγινε η ηλιαχτίδα του.

Ξέρει μόνο πως προσπάθησε να τη φυτέψει στην καρδιά ενός πιλότου την ώρα που ήταν έτοιμος να πατήσει ένα κόκκινο κουμπί…

Βασιλική Νευροκοπλή:  Εκείνον τον παράξενο καιρό που κι εγώ από παιδί γινόμουν μεγάλη, ήρθε στη ζωή μου ένας ζητιάνος σαν τον ζητιάνο της Αγια-Μαρίνας του παραμυθιού. Αυτός που γνώρισα κι αγάπησα εγώ ζητιάνευε την αγάπη του Θεού, και ο Θεός τού την έδινε πλουσιοπάροχα. Στάθηκα πολύ τυχερή, μιας και αυτός ο καλός παππούλης μού έμαθε τότε τι να κρατώ από το παιδί που ήμουν και τι να πετώ από τη μεγάλη που γινόμουν. Δε μου το δίδαξε με πολλά λόγια και συμβουλές που κουράζουν, αλλά με τον τρόπο του, που ήταν πάντα γελαστός, απλός και εγκάρδιος για όλα τα παιδιά που τότε σαν κι εμένα μεγαλώναμε κοντά του.
Αν γράφω παραμύθια με λίγα λόγια και πολλή αγάπη, σ’ αυτόν το χρωστώ. Κι αν αυτά τα παραμύθια χαρίζουν στις καρδιές των ανθρώπων όνειρα που μπορούν να πραγματοποιηθούν, είναι γιατί αυτός τότε με γέμισε πίστη στα όνειρα που έφτιαχνα. Τέλος, αν μαζί με όλα αυτά έρχεται μέσα από τις λέξεις μου και η ειρήνη, ε, γι’ αυτό ευθύνεται το όνομά του. Ειρηναίο τον έλεγαν και τον ευγνωμονώ.