Η New Star παρουσιάζει την κλασική ταινία του Έρνστ Λιούμπιτς με τίτλο «Νινότσκα», που αποτελεί την τελευταία εμφάνιση της μεγάλης Γκρέτα Γκάρμπο

… και θα βρίσκεται στους κινηματογράφους, από την Πέμπτη 6 Σεπτεμβρίου.

“NINOTCHKA”
Η.Π.Α.- 1939 – Ασπρόμαυρο

Σκηνοθεσία: Έρνστ Λιούμπιτς.
Σενάριο: Τσάρλς Μπράκετ & Μπίλι Γουάιλντερ.
Πρωταγωνιστούν: Γκρέτα Γκάρμπο, Μέλβιν Ντάγκλας, Μπέλα Λουγκόζι.

Στο Παρίσι του Μεσοπολέμου βρίσκονται τρείς Σοβιετικοί πράκτορες. Η κομμουνιστική πατρίδα τους έχει αναθέσει να βρούν αγοραστή ώστε να πουλήσουν κάποια πανάκριβα κοσμήματα, τα οποία ανήκαν κάποτε στην οικογένεια των Τσάρων. Όμως αυτοί, γοητευμένοι από τα υλικά αγαθά του καπιταλισμού (εστιατόρια, κρασί, καλή ζωή, κ.α.) έχουν σχεδόν ξεχάσει την αποστολή τους και κωλυσιεργούν αδικαιολόγητα στην πώληση των κοσμημάτων. Έτσι λοιπόν οι Σοβιετικές αρχές στέλνουν στο Παρίσι την Νινότσκα, μια σκληρή κομμουνίστρια, με σκοπό να κάνει έλεγχο στους πράκτορες όσον αφορά την πορεία της αποστολής τους. Παράλληλα όμως η Δούκισσα Σουάνα, μέλος της έκπτωτης τσαρικής οικογένειας και μόνιμη κάτοικος Παρισίων, μαθαίνει για τα κοσμήματα και προσπαθεί να τα επανακτήσει πριν πωληθούν. Η ψυχρή και άκαμπτη Νινότσκα που απεχθάνεται την Δύση (και βλέπει τον Πύργο του Άιφελ ως αλάνθαστη μεταλλική κατασκευή και τον έρωτα ως απλή χημική ένωση), προσπαθώντας να συνετίσει τους συμπατριώτες της και να «τρέξει» την αποστολή, θα γνωρίσει τον Γάλλο Λεόν. Μαζί του θα γνωρίσει τον δυτικό τρόπο ζωής, αλλά και τον έρωτα…

Mε το σλόγκαν «H Γκάρμπο γελάει!» αλλά με πιο σημαντικό γεγονός ότι μαζί με αυτήν γελάει και το κοινό, ο Λιούμπιτς σερβίρει ένα ακόμη από τα γνωστά κωμικά κοκτέιλ του. Έχοντας στα χέρια του ένα αστεράτο σενάριο στη συγγραφή του οποίου συμμετέχει και ο Mπίλι Γουάιλντερ, φτιάχνει μια κλασική κωμωδία που έσπασε τα ταμεία της εποχής. Η γόησσα Γκρέτα Γκάρμπο υποδύεται μια Ρωσίδα διπλωματική ακόλουθο που απαρνιέται τη θηλυκότητά της για χάρη του Σοβιετικού ιδεώδους μέχρι τη στιγμή που γνωρίζει έναν γοητευτικό Παριζιάνο μπόν βιβέρ!

Η Γκρέτα Γκάρμπο ως «Νινότσκα» κάνει (εν έτει 1939) την τελευταία της κινηματογραφική εμφάνιση. Στη συνέχεια αποφάσισε να αποσυρθεί και να ιδιωτεύσει, αφού – όπως έλεγε – σιχαινόταν πλέον το να είναι διάσημη.

Έρνστ Λιούμπιτς  (1892 – 1947)Ο Ερνστ Λιούμπιτς συνέβαλε αποφασιστικά στην εξέλιξη της κινηματογραφικής κωμωδίας. Γεννημένος στις 28 Ιανουαρίου του 1892 στο Βερολίνο από Ρωσοεβραίους γονείς, δούλεψε στον θίασο του Μαξ Ράινχαρτ και έπαιξε σε πολλές ταινίες προτού περάσει πίσω από την κάμερα. Το 1919 σκηνοθέτησε το σπουδαίο βωβό φίλμ «Η Κούκλα». Το 1922 η Αμερικανίδα ηθοποιός Μαίρη Πίκφορντ τον κάλεσε στην Αμερική για να τη σκηνοθετήσει. Θα έμενε για πάντα εκεί, ενώ στα 1935 οι Ναζί τού αφαίρεσαν τη γερμανική υπηκοότητα. Σκηνοθέτες όπως ο Γούντι Αλεν, ο Μελ Μπρουκς και οι αδελφοί Τζόελ και Ιθαν Κοέν έχουν αναφερθεί κατ` επανάληψη στην επιρροή που άσκησαν στο έργο τους  οι ταινίες του Λιούμπιτς. Το «άγγιγμα του Λιούμπιτς» («Τhe Lubitsch touch») υπήρξε ένας όρος που επινόησαν οι κριτικοί κινηματογράφου και αναφέρεται στον συνδυασμό κινηματογραφικής κομψότητας, έξυπνων διαλόγων, χιούμορ και αβίαστης ροής της δράσης, συνδυασμός που θεωρήθηκε χαρακτηριστικό γνώρισμα των ταινιών του Λιούμπιτς. Οι μεγαλύτεροι σταρ του Χόλιγουντ στις δεκαετίες του ’30 και του ’40 αποζητούσαν τη συνεργασία μαζί του. Εκτός από την Γκάρμπο και τον Μορίς Σεβαλιέ, στο πλευρό του βρέθηκαν ακόμη ο Τζέιμς Στιούαρτ, η Μαρλέν Ντίτριχ, ο Γκάρι Κούπερ, η Μίριαμ Χόπκινς, η Τζένιφερ Τζόουνς, ο Φρέντρικ Μαρτς, η Μπέτι Γκρέιμπλ και ο Ντάγκλας Φέρμπανκς.    Στις Η.Π.Α. ο Λιούμπιτς άρχισε να γυρίζει κωμωδίες όπως τα «Γαμήλιος κύκλος»(1924), «Φίλισέ με ξανά» και «Κλεισμένα χείλη» (1925). Η δεκαετία του ’30 είναι όμως η εποχή της μεγάλης του δόξας: έχοντας αποκτήσει καλλιτεχνική ελευθερία από την Paramount, θα γυρίσει το 1929 το επιτυχημένο μιούζικαλ «Ερωτική Παρέλαση» με πρωταγωνισή τον Μορίς Σεβαλιέ, για να ακολουθήσει ένα χρόνο αργότερα το «Μόντε Κάρλο». Το 1932 θα παρουσιάσει μια από τις καλύτερες κομεντί στην κινηματογραφική ιστορία, το «Μπελάδες στον Παράδεισο», και το 1933 τις «Ερωτικές καντρίλιες». Ίσως η όχι καλή προσωπική του ζωή εκείνη την περίοδο (ερωτική προδοσία, περίοδος μοναξιάς) να ήταν έμπνευση για τους χαρακτήρες των ταινιών του. Το 1934 θα γυρίσει την «Εύθυμη χήρα», ενώ την ίδια χρονιά η ζωή του θα πάρει πάλι χρώμα, αφού θα παντρευτεί την ηθοποιό Βίβιαν Γκέι και επιπλέον θα γνωρίσει τον σεναριογράφο (και αχώριστο συνεργάτη του έκτοτε) Σάμσον Ράφελσον. Το 1939 θα είναι η χρονιά της «Νινότσκα», όπου για πρώτη φορά η Γκρέτα Γκάρμπο γελάει στην οθόνη!

Το 1940 ο Λιούμπιτς θα μεταφέρει στο σινεμά το θεατρικό έργο του Ούγγρου Μίκλος Λάσλο «Ερωτική φωλιά (The shop around the corner)» με πολύ μεγάλη επιτυχία. Το 1942 είναι η σειρά του επίσης επιτυχημένου «Να ζει κανείς ή να μη ζει», με θέμα το θέατρο και τον Ναζισμό. Ένα χρόνο μετά θα γυρίσει την ερωτική κομεντί «Ο Παράδεισος μπορεί να περιμένει». Το 1947 και ενώ ήσαν σε εξέλιξη τα γυρίσματα της «Κυρίας με την ερμίνα», ο Λιούμπιτς θα πεθάνει ξαφνικά από ανακοπή καρδιάς. Την ταινία ολοκλήρωσε ο Όττο Πρέμινγκερ.

ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΗ ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ
Δεσποινίς Σαπουνάδα (βωβό)  (1914)                                       

Ζάχαρη και μπαχαρικά (βωβό)  (1915)                                      

Μεικτός γυναικείος χορός (βωβό)  (1916)                                  

Δεν θα ήθελα να ήμουν άνδρας (βωβό)  (1918)                              

Η μέθη (βωβό)  (1919)                                                    

Η Κούκλα (βωβό)  (1919)                                                  

Άννα Μπολέιν (βωβό)  (1920)                                              

Η Αγριόγατα (βωβό)  (1921)                                               

Γαμήλιος κύκλος (βωβό)  (1924)                                           

Φίλησέ με ξανά (βωβό)  (1925)                                            

The love parade / Ερωτική παρέλαση (1929)                                

Monte Carlo  (1930)                                                      

Trouble in Paradise / Μπελάδες στον Παράδεισο  (1932)                   

Ερωτικές καντρίλιες  (1933)                                              

Η εύθυμη χήρα  (1934)                                                    

Άγγελος  (1937)                                                          

Νινότσκα  (1939)                                                         

The shop around the corner / Ερωτική φωλιά  (1940)                       

Αυτό το αβέβαιο άγγιγμα  (1941)                                          

Να ζει κανείς ή να μη ζει  (1942)                                        

Heaven can wait / Ο Παράδεισος μπορεί να περιμένει  (1943)               

Ένα βασιλικό σκάνδαλο  (1945)                                           

 Cluny Brown  (1946)                                                      

Η κυρία με την ερμίνα (1948) – συνσκηνοθεσία –     

                                     
Γκρέτα Γκάρμπο  (1905 – 1990)Μια από τις πιο πολυσυζητημένες προσωπικότητες στο χώρο του κινηματογράφου. Η κατά κόσμον Γκρέτα Λοβίζα Γκούσταφσον γεννήθηκε στις 18 Σεπτεμβρίου 1905 στη Στοκχόλμη από πολύ φτωχούς γονείς, για τους οποίους ντρεπόταν. Ως το 1923, χρονιά κατά την οποία πήρε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Γκάρμπο, με το οποίο έμελλε να γίνει διάσημη στον κόσμο του κινηματογράφου, πέρασε δύσκολα χρόνια. Στα δεκατέσσερά της θα δουλέψει σε κομμωτήριο, μετά πωλήτρια και μοντέλο, αργότερα θα λάβει μέρος σε μικρά διαφημιστικά. Εκεί θα την ανακαλύψει ο Σουηδός σκηνοθέτης Μορίς Στίλερ, ο οποίος θα της δώσει τον πρώτο της ρόλο στην ταινία «The Saga of Gosta Berling». Έτσι άρχισε η καριέρα της ως ηθοποιός. Συνολικά η Γκρέτα Γκάρμπο εμφανίστηκε σε 27 ταινίες (δύο γυρίστηκαν στη Σουηδία, μία στη Γερμανία και οι υπόλοιπες στο Χόλιγουντ). Οι σημαντικότερες ταινίες της του βωβού κινηματογράφου ήταν: «The Torrent» (1926), «Σαρξ και Διάβολος» (1927) και «Love» (1927). Η μεγάλη της επιτυχία όμως θα έρθει το 1930, με το «Αννα Κρίστι», όταν θα ακουστεί για πρώτη φορά μέσα στις σκοτεινές αίθουσες η βαθιά, βραχνή φωνή της. Έναν χρόνο αργότερα θα πρωταγωνιστήσει στην ταινία «Μάτα Χάρι», η οποία θα σημειώσει τεράστια επιτυχία και θα της χαρίσει τον τίτλο της πιο αινιγματικής σταρ του Χόλιγουντ.Τον Ιούνιο του 1931 η Γκάρμπο θα γνωρίσει την Μερσέντες ντε Ακόστα. Οι δύο γυναίκες θα συνδεθούν με μακροχρόνια φιλία που θα τελειώσει πικρά το 1960, όταν η Ντε Ακόστα, περιγράφοντας στην αυτοβιογραφία της τη σχέση τους, θα ισχυριστεί ότι είχαν δεσμό και θα δημοσιεύσει μια γυμνόστηθη φωτογραφία της Γκάρμπο από ένα ταξίδι που είχαν κάνει μαζί στη Σιέρρα Νεβάδα.

Τη δεκαετία του 1930 το άστρο της Γκάρμπο συνεχίζει να λάμπει πάνω από το Χόλιγουντ εξασφαλίζοντάς της δόξα, δύναμη και χρήμα. Χαρισματική μπροστά στην κάμερα, η Γκάρμπο θα συγκινήσει βαθιά το κοινό ενσαρκώνοντας το 1937 τη Μαργαρίτα Γκοτιέ στο «Η κυρία με τις καμέλιες», τόσο ώστε κάποιοι θα ομολογήσουν ότι, παρακολουθώντας τον θάνατο της σταρ στην οθόνη, είδαν την ψυχή της να αποχωρίζεται από το κορμί της. Το ίδιο κοινό που συνέπασχε με το δράμα της Μαργαρίτας και μούσκευε στο κλάμα τα δαντελένια του μαντίλια θα γελάσει με την ψυχή του δύο χρόνια μετά, στην άλλη μεγάλη επιτυχία της Γκάρμπο, την κλασική «Νινότσκα». Παρ’ όλα αυτά, θα χάσει για τέταρτη φορά το Όσκαρ μέσα από τα χέρια της αυτή τη φορά από την Βίβιαν Λι και το επικό «Όσα παίρνει ο άνεμος». Το Χόλιγουντ όμως δεν ξεχνά τα παιδιά του… Το 1954 τής απονέμει ειδικό Όσκαρ για την συνολική της παρουσία, το οποίο η Γκάρμπο δεν μπήκε καν στον κόπο να παραλάβει αυτοπροσώπως. Το 1941, σε ηλικία μόλις 36 ετών, εγκατέλειψε τον χώρο του θεάματος. Αν και διάσημοι άνδρες μπαινόβγαιναν στη ζωή τής Γκάρμπο, κανένας δεν κατάφερε να σπάσει το φράγμα της μοναξιάς που τη συντρόφεψε ως τα βαθιά της γεράματα. Τον Απρίλιο του 1990 πέθανε στο διαμέρισμα όπου κατοικούσε για πάνω από 30 χρόνια, σε ηλικία 84 ετών. Το 2000 ήρθαν στο φώς παλιές επιστολές μεταξύ της Γκάρμπο και της Ντε Ακόστα (σύμφωνα με τις οποίες η τελευταία είχε ερωτικό δεσμό τόσο με την Γκάρμπο, όσο και με την Μάρλεν Ντίτριχ), προκαλώντας θύελλα φημών και συζητήσεων σχετικά με τη μυστική ζωή της Σουηδέζας σταρ.

Μέλβιν Ντάγκλας  (1901 – 1981)Ο Αμερικανός ηθοποιός Μέλβιν Ντάγκλας γεννήθηκε στο Μέικον της Τζόρτζια. Ο πατέρας του ήταν ο Εβραίος συνθέτης Λεττονικής καταγωγής Έντουαρντ Χάσελμπεργκ. Αφού τελείωσε το κολλέγιο, αποφάσισε να ασχοληθεί με την υποκριτική, γι’αυτό και άλλαξε το όνομά του σε Ντάγκλας. Η καριέρα του άρχισε στην δεκαετία του ’20 στο θέατρο, κυρίως παίζοντας σε έργα του Σαίξπηρ. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας, έπαιζε κυρίως στο Μπροντγουέι. Παράλληλα άρχισαν τότε και οι κινηματογραφικές του εμφανίσεις. Το 1932 ξεχώρισε στην ταινία τρόμου του Τζέιμς Γουέιλ «The old, dark house», δίπλα στο Μπόρις Καρλόφ και τον Τσάρλς Λότον. Η καριέρα του είχε αξιοσημείωτη πρόοδο στη δεκαετία του ’30, παίζοντας δίπλα σε μεγάλες σταρ, όπως η Τζόαν Κρόφορντ («A woman’s face» 1941) και κυρίως η Γκρέτα Γκάρμπο, με την οποία έπαιξε σε τρεις ταινίες με πιο σημαντική την «Νινότσκα» το 1959. Γενικώς υπήρξε από τους πιο «απασχολημένους» ηθοποιούς του Χόλιγουντ, παίζοντας περίπου σε επτά ταινίες κάθε χρόνο. Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου, ο Ντάγκλας αντιμετώπισε προβλήματα με τους μακαρθιστές, κυρίως λόγω του γάμου του με την βουλευτή Έλεν Μαχάγκαν, την οποία ο Νίξον αποκαλούσε «ρόζ κυρία» επειδή φαίνεται να είχε απόψεις που γειτνίαζαν με τον σοσιαλισμό. Επίσης ο Ντάγκλας δέχτηκε λάσπη και για την εβραϊκή του καταγωγή.

Με όλα αυτά η καριέρα του στο Χόλιγουντ έληξε άδοξα. Την δεκαετία του ’50 γύρισε στο θέατρο και στο Μπροντγουέι, όπου συνέχισε με επιτυχία τις εμφανίσεις του. Παράλληλα, την διετία 1952-53 εμφανίστηκε ως ντετέκτιβ Ντιμόντ στην τηλεοπτική σειρά του CBS «Στιβ Ράνταλ». Τις επόμενες δεκαετίες (σε μεγάλη ηλικία) έκανε εμφανίσεις στον κινηματογράφο κυρίως έχοντας το ρόλο του πατέρα. Τότε ήταν που κέρδισε και τα δύο του Όσκαρ Β΄ Ανδρικού Ρόλου: το πρώτο το 1964 στην ταινία «The Americanization of Emily» και το δεύτερο το 1979, στην ταινία «Being there» δίπλα στον Πίτερ Σέλερς. Πέθανε το 1981.