Το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών παρουσιάζει σε μαγνητοσκόπηση από το Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας, το έργο A Small Family Business (Μια Μικρή Οικογενειακή Επιχείρηση), του Άλαν Έικμπορν, σε σκηνοθεσία του Έινταμ Πένφορντ.

To έργο A Small Family Business [Μια μικρή οικογενειακή επιχείρηση], μια ήρεμη, αλλά ισοπεδωτική μεταφορά για τον ολέθριο θατσερικό καπιταλισμό και τα ήθη της δεκαετίας του ’80, παίζεται και πάλι στο Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας.

Όπως λέει ο συγγραφέας της, ο Άλαν Έικμπορν (Alan Ayckbourn), «είναι πολύ θλιβερό που το έργο αυτό δείχνει να είναι πιο επίκαιρο σήμερα από όσο ήταν τότε που πρωτοπαρουσιάστηκε», στο ίδιο θέατρο, το 1987.

Η εξαιρετική καινούργια παραγωγή αυτού του οικογενειακού δράματος, που αρχίζει με κωμική υστερία και τελειώνει με μακάβρια κορύφωση, θα αναμεταδοθεί για το κοινό της Αθήνας στις 20 Ιουνίου, στο Μέγαρο Μουσικής, στο πλαίσιο του προγράμματος National Theatre Live.

Η προβολή του έργου A Small Family Business είναι η έκτη της φετινής σειράς αναμεταδόσων από το Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας, που το Μέγαρο Μουσικής προσφέρει στο αθηναϊκό κοινό για τέταρτη συνεχή χρονιά, σε συνεργασία με την Βρετανική Πρεσβεία και το Βρετανικό Συμβούλιο.

Η παράσταση του Εθνικού Θεάτρου της Αγγλίας μεταδίδεται σε μαγνητοσκόπηση, από το Olivier Theatre, στην Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη, στις 20 Ιουνίου στις 9 το βράδυ.

«Κανένα έργο του ’80, γράφει ο Μάικλ Μπίλιγκτον στον Γκάρντιαν, δεν αποκάλυψε τη θεμελιακή αντίφαση του θατσερισμού όσο η Μικρή Οικογενειακή Επιχείρηση: η λατρεία των οικογενειακών αξιών, ζευγαρωμένη με την καθοσίωση της ατομικής απληστίας… Ο Έικομπορν κρύβει κάτω από τη φάρσα του κάτι οδυνηρό: οι ελάσσονες ανομίες οδηγούν στις μείζονες και σε ηθική αποσύνθεση… Είναι ένα έργο εξαιρετικά πολιτικό».

Μια μεγάλη οικογένεια συμμετέχει σε ένα εργοστάσιο επιπλοποιίας. Ο ιδρυτής της, στα αρχικά στάδια της άνοιας, επιλέγει τον  άντρα της κόρης του ως διάδοχό του και το νέο αφεντικό υπόσχεται μια αυστηρή και έντιμη διαχείριση με απόλυτη διαφάνεια. Του διαφεύγει όμως ότι όλα τα μέλη της ευρύτερης οικογένειας έκαναν επί χρόνια μικρές και μεγάλες καταχρήσεις και ότι πολλοί από τους συγγενείς του είχαν ύποπτες διασυνδέσεις ακόμα και με τη Μαφία. Όσο το έργο εξελίσσεται, η ατμόσφαιρά του γίνεται όλο και πιο σκοτεινή και αδιέξοδη και φτάνει μέχρι την ανατριχιαστική βία και την αποκρουστική διαφθορά. Ο Έικομπορν όμως, ακόμα και όταν η δράση παίρνει δυσοίωνες τροπές, διατηρεί το χιούμορ και επιστρατεύει τη φάρσα για να κάνει οδυνηρές αποκαλύψεις.

«Ο Νάιτζελ Λίντσυ είναι υπέροχος στο ρόλο του δραστήριου νέου αφεντικού», γράφει ο Τσαρλς Σπένσερ στην Ντέιλι Τέλεγκραφ, «του έντιμου άνδρα, που συγκλονίζεται όταν ανακαλύπτει πόσο διεφθαρμένοι είναι οι συγγενείς του. Προς το τέλος μεταμορφώνεται εντυπωσιακά, και ο άνθρωπος που συμπαθήσαμε για την αποφασιστικότητα και την αξιοπρέπειά του γίνεται αδίστακτος και καταχθόνιος, γιατί κι αυτόν τον κυνηγά το μυστικό ενός μικρού παραπτώματος».

Το 1987, στην καρδιά του ριζοσπαστικού θατσερισμού, ο Πίτερ Χολ, διευθυντής τότε του Εθνικού Θεάτρου της Αγγλίας, ζήτησε από τον Άλαν Έικμπορν να γράψει και να σκηνοθετήσει ένα έργο για την εποχή. Η Μικρή Οικογενειακή Επιχείρηση δεν ήταν μόνο τεράστια εμπορική επιτυχία, αλλά και σταθμός για το βρετανικό θέατρο. Η κριτική το υποδέχθηκε ως ένα από τα πιο άμεσα πολιτικά έργα της περιόδου εκείνης και ο Μάικλ Μπίλινγκτον του Γκάρντιαν το κατέταξε ανάμεσα στα δέκα καλύτερα βρετανικά θεατρικά του 20ού αιώνα, «για την ισοπεδωτική του επίθεση στα επιχειρηματικά ήθη, που μας έμαθαν να θαυμάζουμε τη δεκαετία του ’80».

«Δεν νομίζω ότι υπήρξα ποτέ πολιτικός συγγραφέας» λέει ο ίδιος ο Έικμπορν στη συνέντευξη που έδωσε στον Γκάρντιαν πριν από τη νέα πρεμιέρα του έργου, την 1η Απριλίου. «Νομίζω ότι υπήρξα κοινωνικός συγγραφέας. Με ενδιαφέρει ο κόσμος γύρω μου, αν και συνήθως γράφω για τα του οίκου, κατά το πρότυπο της Τζέιν Όστιν, που κατέγραφε την εποχή της χωρίς να αναφέρεται ιδιαίτερα στους Ναπολεόντειους Πολέμους».

Ο Έικμπορν, αν και κατανοεί γιατί η Μικρή Οικογενειακή Επιχείρηση θεωρήθηκε αντιθατσερικό μανιφέστο, εξηγεί: «Τις περισσότερες ιδέες μου τις οφείλω σε πολύ μικρότερα πράγματα που έβλεπα να συμβαίνουν. Παρατηρούσα την αγαπημένη, μακαρίτισσα μητέρα μου, που στα ώριμά της χρόνια δούλευε σε διάφορα γραφεία και κάθε μέρα σούφρωνε μικροπράγματα –συνδετήρες, στιλό. Ήταν πράγματα μικρής αξίας, αλλά σκεφτόμουν ότι αυτές οι μικροκλοπές ήταν ολισθηρές και περίμενα ότι κάποια μέρα θα εμφανιζόταν με κανένα γραφείο ή με πολυθρόνες κάτω από τη μασχάλη της. Είχα επίσης μια αίσθηση ότι σιγά-σιγά οι αξίες ξεθωριάζανε από μια ανοχή στις μικροανομίες: ου κλέψεις… εκτός και αν δεν είναι κάτι σπουδαίο, ου φονεύσεις, εκτός εάν… Έτσι άρχισα να γράφω την ιστορία ενός ανθρώπου, καλού και έντιμου, που μέσα σε ένα διεφθαρμένο οικογενειακό περιβάλλον αρχίζει να ενδίδει σε μικροδιαφθορές, κάνοντας πράγματα που όλοι συγχωρούμε στους εαυτούς μας, ώσπου βρισκόμαστε μέχρι το λαιμό στα σκατά και αναρωτιόμαστε πώς βρεθήκαμε εκεί».

Στα 75 του χρόνια, ο Άλαν Έικομπορν, που άφησε το σχολείο στα 17 του, έχει γράψει 78 έργα, τα περισσότερα από τα οποία παραμένουν στο θεατρικό ρεπερτόριο σε όλο τον κόσμο. Αν και πέρασε ένα εγκεφαλικό πριν από μερικά χρόνια, η Μικρή Οικογενειακή Επιχείρηση είναι μία από τις τρεις παραγωγές έργων του για το 2014. «Από τότε που αποφάσισα να αποσυρθώ, είμαι πιο απασχολημένος από ποτέ», λέει και επιβλέπει την επαναφορά του μιούζικαλ Το αγόρι που έπεσε μέσα σε ένα βιβλίο, το έργο του με μουσική του Άντριου Λόιντ Βέμπερ, που ανεβαίνει τον Ιούλιο στο Θέατρο Στίβεν Τζόζεφ του Σκάρμπορο, το οποίο διηύθυνε από το 1972 μέχρι το 2009. Το Σεπτέμβριο στο ίδιο θέατρο κάνει πρεμιέρα το καινούργιο του έργο: Roundelay [Τραγουδάκι].

Πολυβραβευμένα και πολυπαιγμένα, τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε 35 γλώσσες, έχουν παρουσιαστεί στο θέατρο και στην τηλεόραση σε όλο τον κόσμο και η επιτυχία τους οφείλεται κυρίως στην ευρηματική αρχιτεκτονική τους. Ο Έικμπορν επινοεί διαρκώς νέα τεχνάσματα στην αφήγηση για να παρασύρει το κοινό σε φρέσκες θεατρικές εμπειρίες. Παραμένει ενθουσιώδης υποστηρικτής του επιδοτούμενου θεάτρου: «Εξακολουθεί να είναι ο χώρος του ρίσκου. Το εμπορικό θέατρο διασκεδάζει, αλλά δεν πειραματίζεται».