Έπειτα από την εξαιρετικά επιτυχημένη περσινή της σεζόν, που κορυφώθηκε το καλοκαίρι στα αρχαία θέατρα της Μεσσήνης και …

των Οινιάδων, η Όπερα της βαλίτσας συνεχίζει το ταξίδι της στην Ελλάδα, με την δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος.

Δεύτερος σταθμός της, το Παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου, στη Μεσαιωνική πόλη της Ρόδου, όπου το Σάββατο 6 Οκτωβρίου, θα διηγηθεί τον τραγικό έρωτα του ποιητή Ροντόλφο και της ράφτρας Μιμής στη θρυλική όπερα Μποέμ του Τζάκομο Πουτσίνι.

Η βραδιά αυτή πραγματοποιείται με τη δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος. Το Ίδρυμα, ενισχύοντας την προσπάθεια της Εθνικής Λυρικής Σκηνής να καταστήσει το λυρικό θέατρο προσβάσιμο σε ένα ευρύτερο κοινό, στηρίζει έμπρακτα μια σειρά παραστάσεων στην Αθήνα, το Βόλο, τη Θεσσαλονίκη, την Κέρκυρα και άλλους προορισμούς σε όλη την Ελλάδα.  

Ευέλικτη, χωρίς όμως να κάνει εκπτώσεις στην ποιότητα, η “Όπερα της Βαλίτσας” ταξιδεύει σε απρόσμενους χώρους, όπως πνευματικά κέντρα και μουσεία, συνοδεία των εξαιρετικών τραγουδιστών της Ε.Λ.Σ., με ένα πιάνο αντί για ορχήστρα και όλα της τα σκηνικά … σε μια βαλίτσα, με σκοπό να συναντήσει και να γοητεύσει ένα νέο κοινό.

Ο Σκηνοθέτης της παράστασης, Ισίδωρος Σιδέρης σημειώνει:
Η Όπερα της Βαλίτσας παρουσιάζει τη Μποέμ σα μια εναλλακτική πρόταση, σε μια ευέλικτη συμπυκνωμένη παράσταση. Δεν θέλει  να ανταγωνιστεί  την κεντρική σκηνή της ΕΛΣ, αλλά με απλά μέσα, με την δύναμη της μουσικής και των ερμηνευτών μας, στοχεύει να πλησιάσει ένα καινούργιο κοινό.
Στη Μποέμ η ένταση της μουσικής βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με την πυρετώδη ένταση και πυκνότητα της παράστασης. Το χιούμορ  και  το σασπένς  αντιπαρατίθενται στο  υπέροχο  μελό  του έργου  και  της  μουσικής, δημιουργώντας μια σύγχρονη και άμεση παράσταση σε απόσταση αναπνοής  από το κοινό.

Η Μποέμ με μια ματιά / Ο συνθέτης
Ο Τζάκομο Πουτσίνι γεννήθηκε στη Λούκκα της Τοσκάνης στις 22 Δεκεμβρίου 1858. Μέχρι σήμερα παραμένει ένας από τους επιτυχέστερους Ιταλούς συνθέτες όπερας, καθώς τα περισσότερα έργα του βρίσκονται σταθερά στο ρεπερτόριο των λυρικών θεάτρων του κόσμου. Η προσωπική του γλώσσα διαμορφώθηκε με μεγάλη σαφήνεια ήδη από την τρίτη του όπερα, Μανόν Λεσκώ (1893), ενώ με τα επόμενα τρία έργα του, Μποέμ (1896), Τόσκα (1900) και Μαντάμα Μπαττερφλάι (1904), αναγνωρίστηκε ως ο σημαντικότερος διάδοχος του Τζουζέππε Βέρντι. Πέθανε το 1924, αφήνοντας ανολοκλήρωτη την τελευταία του όπερα, Τουραντότ (1926).

Το έργο Η Μποέμ, λυρικό έργο σε τέσσερις εικόνες, βασίζεται στη νουβέλα Σκηνές απ’ την μποέμικη ζωή (1845/8, 1851) του Ανρύ Μυρζέρ και στο θεατρικό H μποέμικη ζωή (1849), το οποίο εμπνεύστηκε από αυτήν ο Τεοντόρ Μπαρριέρ. Το ποιητικό κείμενο είναι των Τζουζέππε Τζακόζα και Λουίτζι Ίλλικα.

Πρεμιέρες Η Μποέμ παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο ιταλικό κοινό την 1η Φεβρουαρίου 1896 στο Βασιλικό Θέατρο του Τορίνου υπό τη διεύθυνση του Αρτούρο Τοσκανίνι. 

Σκηνοθεσία: Ισίδωρος Σιδέρης
Σκηνικά – Κοστούμια: Γιάννης Κατρανίτσας
Μουσική διδασκαλία & συνοδεία παράστασης: Φρίξος Μόρτζος
Χορογραφία: Διονύσης Τσαφταρίδης
Φωτισμοί: Νίκος Εργαζάκης

Διανομή:
Ροντόλφο: Γιάννης Χριστόπουλος
Μιμή: Έλενα Κελεσίδη
Μαρτσέλλο: Χάρης Ανδριανός
Μουζέτα: Δέσποινα Σκαρλάτου
Σωνάρ: Ζαφείρης Κουτελιέρης
Κολλίνε: Κώστας Ντότσικας
Αλτσιντόρο: Χρήστος Αμβράζης

Με υπέρτιτλους στα ελληνικά

Έρωτας – Θάνατος: Διονύσης Τσαφταρίδης