Η Photogallery ΟΚΤΟ στη Θεσσαλονίκη οργανώνει την ατομική έκθεση φωτογραφίας του Γιώργου Βασιλειάδη με τίτλο «Misery». Τα εγκαίνια της έκθεσης θα γίνουν την Παρασκευή 1 Απριλίου στις 8.00 μ.μ. στη Μητροπόλεως 125.

Σχετικά με την έκθεση

Είναι μάλλον βέβαιο πως ο τίτλος της έκθεσης «Misery», προδιαθέτει για αυτό που θα δούμε. Ο φωτογράφος προσπαθεί με τον φακό του να αποτυπώσει τις στιγμές εκείνες που δείχνουν την ανθρώπινη μιζέρια, εκείνη των υποδομών, καθώς επίσης και την πολιτισμική, την αναπτυξιακή και την παιδευτική ενός τόπου. Εντούτοις, μια δεύτερη ανάγνωση ίσως μας οδηγήσει σε άλλα συμπεράσματα.

Αρχικά παρατηρούμε φωτογραφίες ασπρόμαυρες ή με τέτοιο φωτισμό που μειώνει ηθελημένα το υπάρχον χρώμα. Διακρίνουμε εγκαταλελειμμένες κτιριακές και ηλεκτρικές εγκαταστάσεις, μισοκατεστραμμένους τοίχους και έπιπλα -αν και ελάχιστα και σποραδικά έχουν απομείνει στους χώρους- ρούχα κρεμασμένα σε φθαρμένους τοίχους, επιφάνειες αποκολλημένες, παράθυρα και παντζούρια έτοιμα να καταρρεύσουν.

Εκτός από μία και μοναδική φωτογραφία, η ανθρώπινη παρουσία-απουσία απλά υπονοείται. Οι ενδείξεις πως ο άνθρωπος κατασκεύασε τους χώρους και διέμεινε εκεί, είναι προφανείς. Ο ίδιος έχει πλέον αποχωρήσει, αφήνοντας πίσω του μια μίζερη ατμόσφαιρα.

Υπάρχει εξ αρχής κάτι οξύμωρο: ενώ τα κτίρια είναι εγκαταλελειμμένα, μπορούμε να υποθέσουμε από το μέγεθός τους και τα ανοίγματα (πόρτες, παράθυρα), πως τοποθετούνται σε αστικό περιβάλλον. Περιβάλλον που προϋποθέτει πολυπληθή ανθρώπινη παρουσία. Μέσα από την αντίθεση αυτή, η άθλια κατάσταση στην οποία έχουν περιέλθει τα κτίσματα εντείνεται ακόμη περισσότερο. Ταυτόχρονα, ο φωτογράφος, διαμηνύει κάτι άλλο: η κακομοιριά ξεφεύγει από τους αποτυπωμένους χώρους και υποδεικνύει την ανθρώπινη. Όχι μόνον ως φυσική κατάσταση. Τα κτίρια αυτά, με την ιδιαίτερη αρχιτεκτονική μιας άλλης εποχής αντανακλούν συχνά την ιστορία ενός τόπου. Η εγκατάλειψη επιφέρει πολιτισμική φθορά, έλλειψη γνώσης και πάντως παρακμή αναπτυξιακών υποδομών ικανών για τη διατήρησή τους.

Η αντίθεση που προκύπτει από τα ερείπια και το αστικό περιβάλλον, υποδεικνύει κάτι ακόμη: την ανθρώπινη κατάσταση σε μια σύγχρονη πόλη. Ο άνθρωπος, παρά τη διαμονή του σε ένα πολύβοο περιβάλλον είναι μοναχικός. Κάποιες φορές ακόμη κι εγκαταλελειμμένος από τους οικείους του. Ο φωτογράφος προχωράει στην αποκάλυψη της ανθρώπινης μιζέριας κι όχι μόνο της κτιριακής.Κι έτσι, τα κλειστά παντζούρια στέκουν όχι τόσο ως προστάτες, αλλά μάλλον ως συστήματα αποξένωσης κι απομόνωσης.

Επίσης, με τον ιδιαίτερο αυτό τρόπο, ο Γιώργος Βασιλειάδης, θέτει ουσιαστικούς και καίριους προβληματισμούς για την ανθρώπινη ύπαρξη και τις ανθρώπινες σχέσεις. Δύο είναι οι φωτογραφίες που μπορούμε να διακρίνουμε ανθρώπινη ύπαρξη. Στη μία, μια κραυγή αγωνίας και απελπισίας εκφράζεται από ένα «ακρωτηριασμένο» χέρι, βγαίνει μέσα από τον τοίχο αναζητώντας βοήθεια σε ένα ερημωμένο κτίσμα. Στη δεύτερη, η ανθρώπινη παρουσία δεν έχει σχέση με το χώρο. Πρόκειται για έναν σύγχρονο άνθρωπο, αν κρίνουμε από τον τρόπο ένδυσης. Είναι εκεί απλά για να εντείνει την αντίθεση με την παλαιότητα του κτιρίου και την εγκατάλειψη. Άλλη μία φορά η θλίψη απαιτεί την παρατηρητικότητά μας: στην άκρη του πρώτου πλάνου μια τοιχογραφία ενός σκυθρωπού προσώπου, δεν κάνει τίποτε άλλο από το να εκφράζει το συναίσθημά του φωτογράφου και το δικό μας, για την κατάσταση που αποτυπώνει.

Στη δουλειά αυτή, ίσως υπάρχει και μια δεύτερη ανάγνωση, όχι τόσο μίζερη. Σε κάποιες φωτογραφίες ρούχα κρεμασμένα σε ξεθωριασμένους τοίχους μοιάζουν να περιμένουν την επιστροφή. Ρούχα όμως καθαρά και τακτοποιημένα προσεκτικά για να μην τσαλακωθούν. Ακόμη και η μόνη κρεμάστρα στον τοίχο δεν έχει σκουριάσει και είναι κατάλληλη για χρήση. Δημιουργείται λοιπόν μια μικρή αμφιβολία. Μια αβεβαιότητα που από μόνη της μπορεί να θεωρηθεί θετικότερη της πλήρους αθλιότητας και εγκατάλειψης.

Σε αυτές τις εικόνες μιας άλλης εποχής, που αποδίδεται με την ανθρώπινη απομάκρυνση, στην ουσία λίγες μόνο είναι πραγματικά ασπρόμαυρες. Οι περισσότερες μοιάζουν να μην έχουν χρώμα λόγω της ηθελημένης έλλειψης καθαρού φωτισμού. Έτσι, σε άλλες καταλαβαίνουμε ανεπαίσθητα το χρώμα και σε άλλες η παρουσία του είναι έντονη και ξεκάθαρη. Σε αυτές τις δεύτερες, το χρώμα, αν και ξεφτισμένο και ξέθωρο, δίνει μια μικρή νότα ελπίδας.

Τελειώνοντας την περιήγησή μας στις φωτογραφίες του Γιώργου Βασιλειάδη, διαπιστώνουμε ότι σαφώς αποδίδουν εικόνες μιζέριας κι εγκατάλειψης του ίδιου του ανθρώπου. Στις λεπτομέρειές τους όμως, διαβλέπουμε, ηθελημένα ή άθελα, ένα διαφορετικό μήνυμα ή, τουλάχιστον, την προτροπή ανατροπής της κατάστασης αυτής.

Κική Χριστοδούλου
Ιστορικός Τέχνης-Μουσειολόγος

Γιώργος Βασιλειάδης

Σπούδασε μαθηματικά στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου και εργάζεται στην Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Σπούδασε Ιστορία τέχνης, σχέδιο και ζωγραφική στην Θεσσαλονίκη και φωτογραφία στο Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης. Έχει ατομικές και ομαδικές εκθέσεις σε Ελλάδα, Ιταλία, Αγγλία και Τουρκία. Έχει λάβει τιμητικές διακρίσεις για το Renaissance Photography Award στις Mall Galleries του Λονδίνου καθώς και στο Chianciano International Award του Museo d Arte του Chianciano.

Έργα του υπάρχουν στην Galliardy Gallery του Λονδίνου και στην Pinelo Gallery της Κωνσταντινούπολης. Πρόσφατα συμπεριλήφθηκε στον Αμερικάνικο κατάλογο της World Wide Art Books για το έτος 2011. Σήμερα ζει και εργάζεται στην Θεσσαλονίκη.