Από τις Εκδόσεις Ίκαρος κυκλοφορεί το βιβλίο του Ότα Πάβελ με τίτλο «Μια ζωή ψαρεύοντας» σε μετάφραση του Κώστα Τσίβου.

Το ψάρεμα είναι η απόλυτη ελευθερία. Να πηγαίνεις πάνω-κάτω, περιμένοντας το ψάρι να τσιμπήσει και να ξεδιψάς στις πηγές. Να είσαι εντελώς μόνος για μια ώρα, για λίγες μέρες, για λίγες εβδομάδες, είναι αυτό που πάντα αποζητούσα στη ζωή… Να τι πιστεύω πως είναι ελευθερία.

Ένα 10χρονο αγόρι αναλαμβάνει την ευθύνη της οικογένειάς του, όταν ο πατέρας και τ’ αδέλφια του στέλνονται σε στρατόπεδα συγκέντρωσης κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στην Τσεχοσλοβακία. Κυνηγάει και ψαρεύει και φροντίζει την ακριβή του μάνα.

Σαν ελεύθερο πουλί, όπως εκείνο το χέλι στό διήγημα “Ο μέγας αλήτης των υδάτων”, που ξεγλιστράει από τα δεσμά του για να καταφύγει στην ελευθερία του ποταμού, έτσι κι ο μικρός Ότα Πάβελ, σαν ένας άλλος Τομ Σώγερ της Κεντρικής Ευρώπης τρέχει πάνω-κάτω σε ποτάμια, λίμνες και λιβάδια, γιατί βιάζεται να μεγαλώσει και να αποδράσει από μια δύσκολη εποχή που περνούσε η Ευρώπη και που τα σημάδια δείχνανε πως δεν θα ήτανε κι η τελευταία.

Ο Ότα Πάβελ (2.7.1930 -31.3.1973)Τσέχος πεζογράφος που έγραψε αυτοβιογραφικά διηγήματα που αναδεικνύυν κυρίως τα βιώματα της παιδικής ηλικίας.

Τρίτος γιος του εβραίου πλασιέ Λέο Πόππερ, γεννήθηκε στην Πράγα. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου ο πατέρας του και τα δυο μεγαλύτερα αδέλφια του Γίρκα και Χούγκο εγκλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, ενώ ο ίδιος έμεινε καθ’ όλη τη διάρκεια της Κατοχής με τη χριστιανή μητέρα του Χερμίνα στο χωριό Μπούστεχραντ. Στο τέλος του πολέμου ο πατέρας και τα αδέλφια του επέστρεψαν μεν ζωντανοί αλλά «σημαδεμένοι» από τη ζωή στα στρατόπεδα.

Μετά τον πόλεμο ο Ότα αποφοίτησε από τη Σχολή των Εργαζόμενων και για ένα διάστημα εργάστηκε στα ανθρακωρυχεία του Κλάντνο και συγχρόνως ως προπονητής του χόκεϊ επί πάγου στην ομάδα των «τσικό» τής Σπάρτα.

Από το το 1949 έως το 1956 εργάστηκε ως αθλητικός συντάκτης στο κρατικό ραδιόφωνο της Τσεχοσλοβακίας και στη συνέχεια στα περιοδικά Στάντιον και στο Τσεχοσλοβάκος στρατιώτης. Σε αυτά τα περιοδικά δημοσιεύτηκαν τα πρώτα του διηγήματα, επηρεασμένα κυρίως από το αθλητικό περιβάλλον.

Από τη θέση του συντάκτη είχε την ευκαιρία να ταξιδεύει τακτικά στο εξωτερικό καλύπτοντας δημοσιογραφικά διάφορες αθλητικές διοργανώσεις και αποστολές.

 Κατά τη διάρκεια της Χειμερινής Ολυμπιάδας στο Ίνσμπρουκ της Αυστρίας (1964) εμφάνισε συμπτώματα μανιοκατάθλιψης και επιχείρησε να πυρπολήσει μια αγροικία στην περίχωρα του Ίνσμπρουκ. Εξαιτίας της ασθένειάς του βγήκε το 1966 σε σύνταξη αναπηρίας. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του τα πέρασε σε διάφορες ψυχιατρικές κλινικές πεθαίνοντας πρόωρα το 1974 σε ηλικία μόλις 43 ετών.

 Στην Τσεχία θεωρείται πλέον σαν ένας από τους μεγαλύτερους μεταπολεμικούς διηγηματογράφους και τα έργα του έχουν μεταφραστεί σε πολλές ξένες γλώσσες.

Τις περισσότερες επανεκδόσεις γνώρισαν οι συλλογές του «Πώς συνάντησα τα ψάρια» και «Ο θάνατος των όμορφων ζαρκαδιών», με το τελευταίο να έχει μεταφερθεί στον κινηματογράφο.