Οι εκδόσεις Καστανιώτη κυκλοφορούν το μυθιστόρημα του Παύλου Θ. Κάγιου με τίτλο «Μη μ’ αφήσεις να χαθώ».

Σαράντα χρόνια Ελλάδα: 1973-2013. Σαράντα χρόνια εμείς.

Σαράντα χρόνια «ζωγραφικής» ενός πορτρέτου που τα αποκαλυπτήριά του άρχισαν

το 2010, όταν ξέσπασε η κρίση, κι όσο περνάει ο καιρός γίνονται όλο και πιο βάναυσα.

Σαράντα χρόνια από τη ζωή μιας χώρας με διχασμένη προσωπικότητα που

προσπαθούσε να συνταιριάξει τα αταίριαστα. Τη φτώχεια με την καλοπέραση. Την

ηθική με την ανηθικότητα. Τον ελεύθερο έρωτα με τις «οικογενειακές παραδόσεις».

Την επανάσταση με τη συντήρηση. Την πολιτική ανατροπή με το βόλεμα. Το αληθινό

με το δήθεν. Ένα παιχνίδι εντυπωσιασμού που μάθαμε να το παίζουμε για να γίνουμε

«πετυχημένοι», άκαρδοι, ξιπασμένοι. Το Μη μ’ αφήσεις να χαθώ παρακολουθεί τα

μυστικά και τα ψέματα μιας παρέας εφήβων –τους έρωτές τους, τις προσδοκίες τους,

τους συμβιβασμούς τους– από το 1973 μέχρι σήμερα. Τα παιδιά τους, τα ΜΜΕ, τις

«δημοκρατικές δυνάμεις», τους πολιτικούς. Ένα λαό που μαθαίνει να συναλλάσσεται.

Όλα αυτά που έγιναν οι ψηφίδες ενός παζλ που έδωσε μορφή και περιεχόμενο στην

μεταπολιτευτική πραγματικότητα.

Μη μ’ αφήσεις να χαθώ. Ένα μυθιστόρημα για μια χώρα που είχε όνειρα πολλά μα

χάθηκε στα γρανάζια της διαπλοκής, του συμφέροντος, της διαφθοράς, κι έτσι

παραδόθηκε αμαχητί στους ξένους εισβολείς. Με ορμή φύγαμε απ’ τα σπίτια μας μετά

τη Μεταπολίτευση του 1974, με ορμή ξεχάσαμε να γυρίσουμε πίσω. Με ορμή ψάξαμε

τον ασυμβίβαστο έρωτα, με ορμή παραδοθήκαμε στην ευκολία, στη συνήθεια και στη

συντήρηση. Με ορμή αναζητήσαμε την επανάσταση και το δίκιο, με ορμή βολευτήκαμε

σε πόστα και εξαργυρώσαμε τα όνειρά μας. Ώσπου το 2010 ξεκόλλησαν βίαια οι

ψηφίδες. Τότε, με… ορμή, μας είπαν οι ξένοι: «Ψηλά τα χέρια!» – κι εμείς τα

σηκώσαμε. Και ντυθήκαμε την αγωνία τού πότε θα πυροβολήσουν. Από τότε, μέχρι

σήμερα, ζούμε πανικόβλητοι. Όπως και οι ήρωες αυτού του βιβλίου. Όσο κι αν

φωνάζουμε: «Μη μ’ αφήσεις να χαθώ!» Η αλήθεια και το ψέμα είμαστε εμείς. Ο

λησμονημένος εαυτός μας. Μα η ιστορία, όπως και η ζωή, τρέχει ασυγκράτητη, καθώς

αρχίζει το μεγάλο ξεκαθάρισμα.

Το Μη μ’ αφήσεις να χαθώ αγγίζει το σήμερα, όπου όλα είναι «σκοτεινά» και

«φοβισμένα». Όμως είναι ένα αισιόδοξο βιβλίο που οι ήρωές του τινάζουν τα φτερά

τους στο αύριο, στο ξημέρωμα μιας νέας ημέρας.

Ο Παύλος Θ. Κάγιος γεννήθηκε το 1953 στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία

κινηματογράφου. Το πρώτο του διήγημα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κάλβος το 1971.

Από το 1984 μέχρι το 2010 εργαζόταν στο πολιτιστικό ρεπορτάζ της εφημερίδας Τα Νέα.

Έχει εκδώσει πέντε μυθιστορήματα, όλα από τις Εκδόσεις Καστανιώτη: Και ξαφνικά χιόνισε

χρόνια (1995), Σε είδα να ’σαι αόρατος (2000), Δεν υπάρχει ελευθερία μακριά σου (2004),

Και με κλειστά μάτια θα βλέπω (2009) και Μη μ’ αφήσεις να χαθώ (2013).

Στο εξώφυλλο: Ελένη Κυριαζοπούλου, «Ομπρέλα που πετά» (λεπτομέρεια)