Ο Μανώλης Χάρος εμπνέεται από το έργο του Αισώπου και παρουσιάζει τη νέα του δουλειά τον Σεπτέμβριο στο Μουσείο Μπενάκη. Λίγο πριν εγκαινιαστεί η έκθεση απαντά στις ερωτήσεις του Culturenow, και μιλάει για την έμπνευση που του έδωσαν οι αισωπικοί μύθοι για τα νέα του έργα.

Συνέντευξη στη Μαρία Κωφίδου

CultureNow: Πώς προέκυψε η ιδέα της έκθεσης Αισώπου Μύθοι; Τι ήταν αυτό που σας γοήτευσε, ώστε να τους αναπαραστήσετε, μέσα από δισδιάστατα εικαστικά έργα και κατασκευές τριών διαστάσεων;

Μανώλης Χάρος: Η ιστορία των μύθων του Αισώπου ξεκίνησε από την ιδέα που είχα για ένα βιβλίο χαρακτικών. Η ιδέα αυτή, με οδήγησε σ’ ένα μεγάλο ταξίδι ανάμεσα σε βιβλιοθήκες, παλαιοβιβλιοπωλεία, μουσεία, παλιατζίδικα κ.ά. Απ’ την αρχή της διαδρομής, διαπίστωσα πως δεν έπρεπε απλώς να εικονογραφήσω κάποιους από τους μύθους. Σκοπός μου ήταν να τους διηγηθώ με τα μέσα που διαθέτω ως καλλιτέχνης.

Αυτή άλλωστε είναι και η εκπληκτική ιστορία αυτού του βιβλίου, πως δηλαδή, ανά τους αιώνες, οι άνθρωποι κάθε ηλικίας, χαίρονταν, εκπαιδεύονταν ή δημιουργούσαν με την ανά-γνωση των μύθων. Και βέβαια, η μεγάλη αλυσίδα από εκδόσεις και επανεκδόσεις δείχνει ακριβώς τη γοητεία που ασκεί στους αναγνώστες αλλά και στους δημιουργούς.

 

C. N.: Πώς ερμηνεύετε τον λαϊκό μύθο;

Μ. Χ.: Αν και δεν πολυκαταλαβαίνω την ερώτηση, στην έκθεση αυτή δεν ερμηνεύω μύθους, μάλλον διαβάζοντάς τους παίζω με τα υλικά που έχω και δίνω μορφή στους πρωταγωνιστές και στις περιπέτειές τους.

 

C. N.: Πόσο διαχρονική και κατά πόσο επίκαιρη θεωρείτε ότι είναι η αξία των συγκεκριμένων μύθων;

Μ. Χ.: Σε μια εικαστική έκθεση το ζήτημα είναι η αφορμή. Το πως δηλαδή αρχίζει η νοητική διαδικασία για να προκύψουν τα έργα. Είναι μεγάλη αφέλεια να νομίζουμε πως η αφορμή είναι και ο σκοπός. Δεν πρόκειται για εικονογράφηση. Δεν κάνω διδαχή, δεν κάνω διάλεξη, δεν έχω καμιά τέτοια πρόθεση.

Για ένα βιβλίο που είναι το πιο τυπωμένο βιβλίο στην ανθρώπινη ιστορία μετά τη Βίβλο, και που ανατυπώνεται καθημερινά, θα ήταν μεγάλη επιπολαιότητα από μέρους μου να εκφέρω οποιαδήποτε άποψη και κρίση. Άρα ας πω απλά πως για μένα ήταν και είναι μεγάλη πηγή έμπνευσης, και διασκέδασης.

 

C. N.: Υπάρχει αλήθεια κρυμμένη στους μύθους; Είναι ένας καθρέφτης που αντικατοπτρίζει το είδωλο της κοινωνίας και των χαρακτηριστικών που διέπουν τις ανθρώπινες συμπεριφορές και σχέσεις;

Μ. Χ.: Η Ελένη Αθανασίου στο κείμενό της για την έκθεση αναφέρει πολύ σωστά.

Θα πρέπει να τονισθεί ότι οι αισώπειοι μύθοι έχουν τη δύναμη που συναντάμε και στη γελοιογραφία-πολιτικό σκίτσο του 19ου αιώνα των Goya και Gustave Dore.  Πολλές φορές η αλληγορία των μύθων μπορεί να είναι και γελοιογραφική. Αποτελούν την  πιο λιτή και ταυτόχρονα την πιο ποιητική μορφή δημοσιογραφικού λόγου. Αφού με λίγες γραμμές μπορούν να πουν πολλά περισσότερα από ένα εκτενές ρεπορτάζ ή κάποιο αναλυτικό άρθρο και να σχολιάσουν με επιτυχία πρόσωπα, πράγματα, καταστάσεις και γεγονότα της επικαιρότητας.

Η εκπαιδευτική χρήση της αισωπικής μυθογραφικής παράδοσης εξαιτίας του εγγεγραμμένου αξιακού συστήματος είναι διαχρονική και η αρχή της τοποθετείται στην αρχαιότητα όπου αξιοποιείται ως μέσο παιδαγωγίας και ρητορικής άσκησης. Οι αισώπειοι μύθοι αποτελούν την επιτομή του pop κειμένου (λαϊκό, δημοφιλές, επίκαιρο) και έχουν διαβαστεί, τυπωθεί, αναθεωρηθεί και συζητηθεί όσο και η Βίβλος.

Αλλά και ο Π. Αυλάμης στο δικό του κείμενο παρατηρεί πολύ σωστά για τον Αίσωπο και την ζωή του πως “Πρόκειται για την εφεύρεση μιας βιογραφικής φαντασίας η οποία προσπαθεί να εκφράσει μέσω ενός προσώπου και ενός “βίου” το ρόλο και τα χαρακτηριστικά ενός τύπου σοφίας.

Η μορφή του Αίσωπου, η οποία αναδεικνύεται έτσι σε ένα είδος θεωρητικού λόγου για τον μύθο, είναι οικεία και αναγνωρίσιμη και όμως ξένη για τους αρχαίους Έλληνες, όσο και οι ιστορίες που λέγανε ο ένας στον άλλο για τον βασιλιά πίθηκο, την αλεπού που τρύπωσε στο εργαστήριο ενός τεχνίτη, ή την Αθηνά και το ναυαγό. Ο Αίσωπος είναι εξωπραγματικά άσχημος και αποκρουστικός στην όψη και όμως σοφός και “βιωφελής”. Ως ο πανταχού παρών δούλος, ο Αίσωπος είναι το αντίθετο του ελεύθερου πεπαιδευμένου πολίτη, αλλά είναι και ταυτόχρονα μια “φυσική” προέκταση του εαυτού του και ένα ανεξίτηλο κομμάτι της καθημερινότητάς του. Αυτήν την τοποθέτηση Αισώπου και μύθου στη παρυφές του “εγώ”, πραγματοποιεί και η γενεαλογία του Αίσωπου. Ο Αίσωπος, αν και μία κατεξοχήν ελληνική εφεύρεση, είναι σταθερά στην αρχαιοελληνική παράδοση ξένος. Συνήθως τον σχετίζουν με τη Φρυγία, συχνά με τους Θράκες ή τους Λυδούς.”

Photo: Γιώργος Παυλίδης