Την Τρίτη 6 Μαΐου η Αίθουσα Τέχνης “Καπλανών 5” εγκαινιάζει  την ατομική έκθεση του Χρήστου Μπαϊκούση, με τίτλο «Μαγική Πόλη».

Η Ήρα Παπαποστόλου γράφει για την παρουσιαζόμενη ενότητα έργων, μεταξύ άλλων: «Με την ευαισθησία ενός παιδιού που ζωγραφίζει τα πρώτα του σπίτια για να διηγηθεί τις δικές του μικρές ιστορίες, ο Χρήστος Μπαϊκούσης ζωγραφίζει ή κατασκευάζει τη δική του Μαγική Πόλη, εμπνευσμένος από το ομώνυμο έργο του Νίκου Κούνδουρου. Με ακρυλικά σε χαρτί και ξύλο και χρησιμοποιώντας την πρακτική του κολλάζ που υποδηλώνει καλλιτεχνικά κινήματα, πλαστικές προθέσεις και συμβολικά παιχνίδια που, σε όλη τη διάρκεια του 20ου αιώνα, δεν σταμάτησαν να ποικίλουν (κυβισμός, φουτουρισμός, ποπ αρτ, νεορεαλισμός κτλ.), ο ζωγράφος διαμορφώνει έναν πολύ συγκεκριμένο προσωπικό κώδικα. Τα σπίτια του γίνονται σπίτια προσφυγικών συνοικιών και τα μολύβια χωρίς μύτη μετατρέπονται σε όνειρα που πολλές φορές είναι δύσκολο να πραγματοποιηθούν.

Τα έργα, μικρών διαστάσεων, φτιαγμένα με γήινα χρώματα αλλά και με γαλάζιο για την απεικόνιση της θάλασσας, διαβάζονται από τα αριστερά προς τα δεξιά, με τον τρόπο που γράφει ένα μολύβι. Ξεκινώντας με τη χρήση χρώματος, ο Χρήστος Μπαϊκούσης καταλήγει στα μη χρώματα, στο μαύρο και στο άσπρο, σε συνθέσεις που κάποιες φορές μας θυμίζουν τα σπίτια ενός Σπυρόπουλου. Λιτός και απέριττος, μετατρέπει “αυτό το τίποτα που είναι το χαρτί”, όπως λέει ο ίδιος, σε μια ιδέα, σε μια εικόνα με νόημα που μπορεί να εκφράσει το συγκεκριμένο απόσπασμα από το ποίημα “Ενθύμημα” του Τάσου Λειβαδίτη: “σκοτεινά μικρομάγαζα όπου οι γυναίκες αγόραζαν φουρκέτες, οι άντρες καπνό και τα παιδιά όνειρο σε χρωματιστά χαρτάκια”. “Περπατούσα στη συνοικία όπου γυρίστηκε η Μαγική Πόλη χωρίς να το ξέρω και μου δημιουργήθηκε η ανάγκη να το ζωγραφίσω όλο αυτό”, λέει ο ίδιος. Δεν μένει όμως μόνο στη ζωγραφική.

Προχωράει και στις κατασκευές. Σπίτια από χαρτί, χαρτόνι και μικρά κουτιά φτιάχνουν έναν ολόκληρο κόσμο, γειτονιές με τα σπίτια τους, τις αυλές και τις μάντρες τους, σπίτια έτοιμα να γκρεμιστούν κολλητά το ένα με το άλλο. Με μια ζωγραφική “αφέλεια” και καλλιτεχνική “αθωότητα”, ο ζωγράφος απεικονίζει ό,τι αγαπά και τον συγκινεί. Ο άνθρωπος, απών στο έργο του, υπαινίσσεται από τα δημιουργήματά του. Οι ιδέες του ζωγράφου καταγράφονται με τον πιο απλό και άμεσο τρόπο, με ευαίσθητη ματιά και με μία παιδικότητα, που μπορεί να θεωρηθεί και ιδιαιτερότητά του. Εν τέλει, ο θεατής αφήνεται να διαβάσει με τον δικό του τρόπο την κάθε ιστορία που ο ζωγράφος αφηγείται, ενώ χάνεται στη μουσικότητα που ενυπάρχει στο έργο του.