Το Λίλιομ του Φέρεντς Μόλναρ, το «κακό αγόρι» του κύκλου των φετινών βραδινών παραστάσεων με υπότιτλο «Κακά αγόρια σε έργα με περίεργα ονόματα», που σκηνοθετεί ο καλλιτεχνικός Διευθυντής του Θεάτρου Πόρτα, Θωμάς Μοσχόπουλος, παρατείνεται λόγω μεγάλης ανταπόκρισης έως την Κυριακή των Βαΐων.

Λίλιομ μπορεί στα ουγγαρέζικα να σημαίνει κρίνο, αλλά στην ουγγαρέζικη αργκό είναι το «λουλούδι», η «μάρκα», η «μούρη», ο άνθρωπος του υποκόσμου. Ο Λίλιομ στο έργο του Μόλναρ είναι ένας γοητευτικός αλήτης, βίαιος, απρόβλεπτος, παιχνιδιάρης και ακαταμάχητα αλαζόνας. Ο κόσμος του συναρπαστικός, λαμπερός και εύθραυστος ακριβώς όπως ο γεμάτος ιλιγγιώδεις ψευδαισθήσεις κόσμος του Λούνα Πάρκ της Βουδαπέστης, της οποίας είναι το απόλυτο «αστέρι». Μέχρι, που εμφανίζεται ένα κορίτσι που θα ραγίσει την επίχρυση επιφάνειά του μια για πάντα.

Το πιο γνωστό έργο του κλασσικού Ούγγρου συγγραφέα –που γράφτηκε το 1909– φλερτάρει με τον εξπρεσιονισμό, το μελόδραμα, το γκροτέσκο, τη νοσταλγία, τον κυνισμό και το λαϊκό θέατρο και κάνει κοινωνικό σχόλιο χωρίς ποτέ να χάνει τον λυρισμό και το χιούμορ του. Ένα έργο, σαν rollercoaster συναισθημάτων και σχέσεων, που στα βαγόνια του ανεβαίνουν για να μας αφηγηθούν αυτή τη θαυμάσια ιστορία οι: Λευτέρης Βασιλάκης, Άννα Καλαϊτζίδου, Γιάννης Κλίνης, Έμιλυ Κολιανδρή, Φιλαρέτη Κομνηνού, Ηλίας Μουλάς, Κίττυ Παϊταζόγλου, Σωκράτης Πατσίκας, Γιώργος Χρυσοστόμου (στο ρόλο του Λίλιομ).

Απόδοση–Σκηνοθεσία Θωμάς Μοσχόπουλος
Σκηνικά–Κοστούμια Έλλη Παπαγεωργακοπούλου
Μουσική Κορνήλιος Σελαμσής
Φωτισμοί Σοφία Αλεξιάδου
Κίνηση Χαρά Κότσαλη
Συνεργάτης Σκηνοθέτης Άννα Μιχελή
Συνεργάτης Σκηνογράφος Ευαγγελία Θεριανού
Βοηθός σκηνογράφου – ενδυματολόγου Σοφία Βάσο
 
Ερμηνεύουν
Λευτέρης Βασιλάκης, Άννα Καλαϊτζίδου, Γιάννης Κλίνης, Έμιλυ Κολιανδρή, Φιλαρέτη Κομνηνού, Ηλίας Μουλάς, Κίττυ Παϊταζόγλου, Σωκράτης Πατσίκας, Γιώργος Χρυσοστόμου

Φωτογραφίες: Κική Παπαδοπούλου

Λίγα λόγια για το έργο

Αποτέλεσε ένα από τα πιο δημοφιλή θεατρικά έργα του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα σε Ευρώπη και Αμερική, μεταφέρθηκε πολλές φορές στον κινηματογράφο (με πιο διάσημη μεταφορά του εκείνη του 1934 από τον Φριτς Λάνγκ). Πολλοί διάσημοι συνθέτες, όπως ο Πουτσίνι ή ο Γκέρσουιν θέλησαν να το μελοποιήσουν, αλλά βρήκαν μπροστά τους την αντίσταση του συγγραφέα, ο οποίος έδωσε την άδειά του τελικά μόνο το 1945 στους Ρότζερς και Χάμερσταϊν, οι οποίοι διασκεύασαν το έργο στο γνωστό μιούζικαλ «Carousel». Τους ρόλους του έργου ερμήνευσαν κατά καιρούς ανάμεσα σε πολλούς οι Σαρλ Μπουαγιέ, Άιβορ Νοβέλλο, Τσάρλς Λώτον, Ίνγκριντ Μπέργκμαν, Ελία Καζάν και οι δικοί μας Έλλη Λαμπέτη και Δημήτρης Χόρν.

Παρότι, όμως, το έργο συνέχιζε να είναι πολύ δημοφιλές σε χώρες της κεντρικής Ευρώπης, ο υπόλοιπος κόσμος έδειχνε να έχει ξεχάσει τον Λίλιομ, έως που εντελώς πρόσφατα όλοι έδειξαν να τον ανακαλύπτουν και πάλι από την αρχή: από το εικονοκλαστικό ανέβασμα του έργου από τον Michael Thalheimer στο Αμβούργο και το μπαλέτο του John Neumeier σε μουσική του Michel Legrand στην ίδια πόλη έως το πρώτο ξανανέβασμα του έργου το 2014 έπειτα από 40 ολόκληρα χρόνια στη Νέα Υόρκη και την περσινή παράσταση του Théâtre de la Colline στο Παρίσι, όλα δείχνουν ότι ο Λίλιομ κατάφερε να ξεγελάσει τη φθορά του χρόνου και επανεμφανίζεται καλώντας μας από τους στροβίλους του Λούνα Πάρκ του σε μια γύρα «αέναης επιστροφής».

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα

Ο Φέρεντς Μόλναρ γεννήθηκε στη Βουδαπέστη το 1878, γόνος εύπορης εβραϊκής  οικογένειας. Σπούδασε νομική και ξεκίνησε να δουλεύει ως δημοσιογράφος σε εφημερίδα της Βουδαπέστης, ενώ κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο δούλεψε ως ανταποκριτής. Ξεκίνησε να γράφει διηγήματα, προτού περάσει στη συγγραφή θεατρικών έργων (κυρίως κωμωδιών αρχικά) και μυθιστορημάτων. Το «Τα αγόρια της οδού Παλ» παραμένει ακόμα και σήμερα ένα από τα πιο  δημοφιλή μυθιστορήματα στην Ουγγαρία. Οι καλλιτεχνικές του επιρροές υπήρξαν συγγραφείς όπως ο Πιραντέλλο και ο Όσκαρ Γουάιλντ, ενώ τα έργα του, γνώρισαν και διεθνή αναγνώριση, με ανεβάσματα στο Broadway της Νέας Υόρκης και κινηματογραφικές διασκευές. Εξαιρετικά δημοφιλές αποδείχθηκε το Λίλιομ, παρά το πρώτο σχετικά αποτυχημένο ανέβασμά του στην Ουγγαρία. Ο Μόλναρ παντρεύτηκε τρεις φορές και υπήρξε λάτρης της κοσμικής ζωής. Λίγο πριν το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, διέφυγε με την τρίτη του σύζυγο στην Αμερική, προκειμένου να μην πέσει θύμα των διωγμών των εβραίων από τους ναζί. Έζησε στη σουίτα του στο ξενοδοχείο Πλάζα στη Νέα Υόρκη σε σχετική απομόνωση μέχρι τον θάνατό του το 1952, παρά την επιτυχία που γνώρισαν τα έργα του στις ΗΠΑ. Έγραψε συνολικά 42 θεατρικά, που διακρίνονται για το μείγμα ρεαλισμού και ρομαντισμού, κυνισμού και συναισθηματισμού.