\”Κοτόπουλο-δυναμίτης\”! Μια ανατρεπτική, επαναστατική, καυστική αλλά και χαρούμενη ταινία, για την ξέφρενη δεκαετία του \’60 από τον ανεξάρτητο

αμερικανό καλτ σκηνοθέτη ΕΡΝΕΣΤ ΠΙΝΤΟΦ, με παρουσίες από τα μεγαλύτερα ονόματα της μουσικής εκείνης της εποχής, όπως ΤΖΟΝ ΛΕΝΟΝ, ΤΖΟΑΝ ΜΠΑΕΖ και ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ, θα βρει το δρόμο των κινηματογράφων – θερινών και μη – σε επανέκδοση από την Πέμπτη 4 Αυγούστου 2011.

Η ΥΠΟΘΕΣΗ

Τι σχέση μπορούν να έχουν ένας ευτραφής νεαρός που αγκομαχά, μερικές γυμνές γυναίκες που απαγγέλουν ποιήματα, η εργασία σε ένα χαμπουργκεράδικο, ο Νίξον, η σεξουαλική απελευθέρωση τα τηλεοπτικά προγράμματα, ο Άντι Γουόρχολ, η αμερικανική σημαία και ο Τζον Λένον με τη Γιόκο Όνο; Όλα αυτά συμβαίνουν στην Αμερική τη δεκαετία του ’60! Είναι η εποχή του μεγάλου αναβρασμού, της μεγάλης επανάστασης, της αμφισβήτησης των κατεστημένων ιδεών! Ένα κολάζ με διάφορες εικόνες που είχαν κατακλύσει την Αμερική, την χώρα των ευκαιριών, του καπιταλισμού, του πατριωτισμού, του πολέμου του Βιετνάμ, του Γούντστοκ!

Φαίνεται πώς η χώρα έχει γεμίσει με εικόνες κατανάλωσης, λαιμαργίας, ανούσιας ψυχαγωγίας, την ίδια στιγμή που γίνονται συγκλονιστικά πράγματα σε όλο τον κόσμο και όλοι βρίσκονται σε αναστάτωση. Θρύλοι της μουσικής, διανοούμενοι, έχουν όλοι κάτι να πουν. Όχι όμως με τη σοβαροφάνεια που ταιριάζει στον συντηρητισμό. Εδώ πρόκειται για ένα… «κοτόπουλο» καλοθρεμμένο, καλογεμισμένο, με όλες τις ανοησίες του σύγχρονου αμερικανικού καπιταλισμού! Και αλίμονο αν δεν το καταλάβουμε, πριν αυτό το κοτόπουλο εκραγεί!…

Η ΤΑΙΝΙΑ

«Μια σύγχρονη έρευνα και ένα σχόλιο στα ήθη και τα δεινά της εποχής μας, με πολλή γλώσσα σλανγκ, διάφορα κομμάτια από δω κι από κει, κορίτσια, μερικά χάμπουργκερ, λίγα μαλλιά, μια κυρία, μερικούς τύπους, μερικά θρησκευτικά θέματα και πολλά άλλα πράγματα»! Έτσι προλογίζει η ταινία τον ίδιο της τον εαυτό με απόλυτα σατιρική διάθεση, σε μια ταινία που δεν αφήνει όρθιο τίποτα! Όλο το κατεστημένο της Αμερικής του ’60 και του ’70 μπαίνει στο μικροσκόπιο, διακωμωδείται, παρωδείται, σχολιάζεται καυστικά και πικρά.

Η γενιά της αμφισβήτησης έχει ανακαλύψει τη σεξουαλική ελευθερία, τη γύμνια ενάντια στην επίφαση της σοβαροφάνειας και του καθωσπρεπισμού, την ελευθερία του πνεύματος ενάντια στα παλιά διδάγματα, την αντίσταση στον καταναλωτισμό, που μπουκώνει τα αμερικανικά στόματα με τεράστια χάμπουργκερ πριν προλάβουν να μιλήσουν, την ειρήνη ενάντια στον ανεγκέφαλο πατριωτισμό και την λατρεία της αμερικανικής σημαίας. Όλα θίγονται: κλασικές εικόνες ηρωισμού και αμερικανικής προπαγάνδας, που έχουν γαλουχήσει γενιές, φωτογραφίες του Νίξον, η καλή νοικοκυρά, ο πιστός πατριώτης που εξαντλεί τη δύναμή του στο να αγοράζει, να τρώει και να βλέπει θεάματα στην τηλεόραση.

Η ταινία, πειραματική, αναρχική και ανατρεπτική στη μορφή της, κάνει ένα μέγα πολιτικό σχόλιο για όλη αυτή την γρήγορη κοινωνία, γρήγορου φαγητού, γρήγορου πολέμου, όπου όλα περνάνε μέσα από το πρίσμα των media, που τα ανακυκλώνει και τα διαχέει όλα διαδίδοντας στο έπακρο την κυρίαρχη ιδεολογία. Όλη αυτή η πληροφορία, ο καταιγισμός των εικόνων από τα media, τα στερεότυπα, η πίεση του κατεστημένου, ο φουσκωμένος από πρόχειρο φαγητό άνθρωπος, είναι όλα σαν ένα παραγεμισμένο κοτόπουλο που κινδυνεύει να σκάσει!

Μια κοινωνία παραφουσκωμένη και έκρυθμη, στα πρόθυρα της κατάρρευσης, όπως ένα κοτόπουλο γεμιστό με δυναμίτη! Αυτή την κοινωνία ζούμε, αυτή την κοινωνία αντιμετώπιζαν τα ελεύθερα και ανοιχτά μυαλά της δεκαετίας του ’60 και ’70, όταν έκαναν την επανάστασή τους.

Η ταινία, φέρνει ίσως στο νου διδάγματα της «κοινωνίας του θεάματος» του Γκυ Ντε Μπορ αλλά σίγουρα έχει και επιρροές από το κλασικό βιβλίο του Μάρσαλ ΜακΛούαν «Media, οι προεκτάσεις του ανθρώπου», όπου αναφέρεται ότι «το Μέσο είναι το μήνυμα». Αυτό δείχνει να πιστεύει και η ταινία: μέσα από ένα καταιγιστικό κολάζ διάφορων εικόνων από την αμερικανική ζωή, χαλαρά συνδεμένες σκηνές, ελεύθερο διάλογο και δομή, χρησιμοποιείται το ίδιο το μέσο του κινηματογράφου ως το μήνυμα. Τελικά, όλη αυτή η εναλλαγή των μηνυμάτων μέσα από τα καταπιεστικά media είναι το τελικό μήνυμα που μεταδίδεται.

Και αυτό είναι: πατρίδα, οικογένεια, κατανάλωση… Η ταινία με μεγάλο κέφι και ευρηματικότητα, δεν αφήνει τίποτα ασχολίαστο, είτε μέσα από παραθέσεις αποσπασμάτων κλασικών ταινιών, με σκοπό να καταρριφθεί ο μύθος του αμερικανού παλικαριού, του ήρωα, του κάουμποϊ, είτε μέσα από κουβέντες του ηθοποιού Ρίτσαρντ Πράιορ, ο οποίος διατηρεί μια αίσθηση σεναρίου στην ταινία, ή από άναρχα, διασκεδαστικά κείμενα, που σκοπό έχουν την… ξεδιάντροπη γύμνια αλλά και την απογύμνωση του καθωσπρεπισμού!

Μεγάλα ονόματα, θρύλοι της μουσικής, διανοούμενοι και άλλοι, εμφανίζονται στην ταινία και λένε απόψεις: Ο ΤΖΟΝ ΛΕΝΟΝ και η ΓΙΟΚΟ ΟΝΟ, ο ΑΝΤΙ ΓΟΥΡΧΟΛ ανάμεσα στα απίστευτα ιστορικά ονόματα της ποπ κουλτούρας των ‘60ς αλλά και τραγούδια από την κατεξοχήν τραγουδίστρια της επανάστασης, την ΤΖΟΑΝ ΜΠΑΕΖ, τον απόλυτο κιθαρίστα ΤΖΙΜΙ ΧΕΝΤΡΙΞ και πολλούς άλλους!

Μια ταινία με την αίσθηση, τη μουσική, τη μυρωδιά και τα χρώματα της πιο ανατρεπτικής δεκαετίας στην ιστορία του 20ου αιώνα!

ΕΡΝΕΣΤ ΠΙΝΤΟΦ

Ο Έρνεστ Πίντοφ γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη στις 15 Δεκεμβρίου 1931. Σπούδασε Καλές Τέχνες κι έγινε καθηγητής στο Πανεπιστήμιο «Συράκιους» των ΗΠΑ, ενώ ταυτόχρονα ασχολήθηκε με τη μουσική τζαζ. Από το σχέδιο πέρασε στο κινούμενο σχέδιο το 1956, όπου σκηνοθέτησε μεταξύ άλλων τις μικρού μήκους: Flebus (1957), Ο βιολιστής (1959). Η συνέντευξη (1960), Ο γέρος και το λουλούδι (1962), Η κριτική (1963).

Η επίδραση της ποπ-κουλτούρας είναι ολοφάνερη στις μετέπειτα ταινίες του: Harvey Middleman, Fireman (1964), Κοτόπουλο Δυναμίτης (1969) Who Killed Mary, What\’s ername (1971). Μετά το Blade (1975) γύρισε τη συμβατική περιπέτεια καράτε Τζάγκουαρ (1979) και το Lunch wagon (1980).
Από τον underground σκηνοθέτη του ‘70

ERNEST PINTOFF

(Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας κιν/σχ Μικρού Μήκους-1964)

Σκηνοθεσία/Σενάριο/Παραγωγή: ERNEST PINTOFF

Εμφανίζονται οι: RICHARD PRYOR, JOHN LENNON, LEONARD COHEN, ANDY WARHOL, JIMMY HENDRIX, MALCOLM X, JOAN BAEZ, YOKO ONO, B.B. KING, MUDDY WATERS, ALLEN GINSBERG, LINDA BOYCE, JIM BUCKLEY, RON CAREY, MARSHALL EFRON, JAY GARNER, PAUL KRASSNER, PETER MAX, ONDINE