Η αποστολή του εδώ και αιώνες είναι να διασκεδάζει το κοινό, να το κάνει να γελάει και με την πρόσθεση αυτή, το παραδοσιακό κωμικό θέατρο της Ιαπωνίας, Κιόγκεν, έρχεται στην Αθήνα, με την ομάδα του Νοριτόσι Γιαμαμότο, για δύο παραστάσεις, στις 18 και 19 Μαρτίου το βράδυ στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και παρουσιάζει τα έργα ‘Σαλιγκάρι’ και ‘Το Kάλεσμα’.

Πρόκειται για κωμωδίες καταστάσεων, παρεξηγήσεων και απρόβλεπτων ανατροπών.

Στην έναρξη – με μετάφραση από τα ιαπωνικά – θα γίνει μια εισήγηση για το θέατρο Κιόγκεν καθώς και στη συνέχεια πριν από την έναρξη του κάθε έργου – μεσολαβεί διάλειμμα ανάμεσα τους – μια μικρή εισαγωγή για το περιεχόμενο τους.

Το Κιόγκεν, που σημαίνει τρελά λόγια, είναι στενά συνδεδεμένο με το θέατρο Νο και διατηρεί τη στενή σχέση μαζί του μέχρι σήμερα. Τα μικρά φαρσικά σκετς του παρουσιαζόταν στα διαλείμματα των παραστάσεων του Νο, στην ίδια σκηνή και χαλάρωναν τους θεατές με τις παρωδίες των δραμάτων του Νο.

Οι δύο παραστάσεις του Κιόγκεν παρουσιάζονται στο πλαίσιο της Σειράς Γέφυρες σε συμπαραγωγή με το Japan Foundation και την Ιαπωνική Πρεσβεία. Τη Σειρά Γέφυρες διευθύνει ο Δημήτρης Μαραγκόπουλος.

Αιώνες πριν από τα βίντεο, το Κιόγκεν ανακάλυψε την αργή κίνηση και τη σταθερή επανάληψη και έτσι μετέτρεψε συνηθισμένες καταστάσεις σε εξαιρετικές και με την επανάληψη σε κωμικές. Τα έργα του Κιόγκεν χρησιμοποιούν αρχετυπικά κωμικά στοιχεία: παρανοήσεις, παρεξηγήσεις, παραπλανητικές εντάσεις. Οι ηθοποιοί δεν φορούν μάσκες, είναι ντυμένοι με κιμονό, αλλά χωρίς μακιγιάζ θεατρικό και ιδιαίτερα χτενίσματα, αφού το Κιόγκεν έχει ως επίκεντρο τις ιστορίες του. Τα λόγια και οι πράξεις του ηθοποιού και όχι η εμφάνισή του, δίνουν υπόσταση σε ό,τι συμβαίνει στη σκηνή.

Το περιεχόμενο των έργων του Κιόγκεν δεν μοιάζει καθόλου με το τελετουργικό και συμβολικό του Νο. Το Κιόγκεν είναι κωμική φόρμα, κάτι αντίστοιχο με την ιταλική Κομέντια ντελ Άρτε, που αναπτύχθηκε την ίδια εποχή, τον 14ο αιώνα, και οι πρωταγωνιστές του είναι κοινοί, λαϊκοί χαρακτήρες. Το Κιόγκεν έχει τις ρίζες του στην εποχή των σαμουράι, παρουσιάζει καθημερινές ιστορίες, διανθισμένες με δηκτική κοινωνική σάτιρα, με στόχο την τάξη των σαμουράι, που το παρακολουθούσαν για να διασκεδάζουν.

Οι ιαπωνικές παραδοσιακές παραστατικές τέχνες του Νο και του Κιόγκεν αποκαλούνται με τον γενικό όρο “Νοhgaku”(Νογκάκου). Οι τέχνες αυτές πήραν τη σημερινή μορφή τους πριν περίπου 650 χρόνια, όταν οι παραστάσεις χορού και τραγουδιού, δημοφιλείς την εποχή εκείνη, συνδυάστηκαν με διάφορα νέα στοιχεία μελωδίας, μουσικού ήχου, κινήσεων του σώματος, κλπ. Η άνθησή τους και η εξέλιξή τους σε προηγμένη θεατρική τέχνη, οφείλεται στην εύνοια στρατιωτικών ηγεμόνων και κυβερνώντων.

Γύρω στα τέλη του 19ου αιώνα, το Νογκάκου έχασε την κυβερνητική εύνοια και αργότερα δέχθηκε ακόμα ένα σοβαρό πλήγμα λόγω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Παρόλα αυτά, ακόμα και όταν η κρίση κατά καιρούς φαινόταν αδύνατο να ξεπεραστεί, το Νογκάκου επέζησε με την ενθουσιώδη υποστήριξη πολλών ανθρώπων μετά τον πόλεμο. Το Νογκάκου επηρεάζει τις τεχνικές και τα προγράμματα και άλλων παραδοσιακών παραστατικών τεχνών, όπως το Καμπούκι (θεατρικό δράμα) και το Γιορούρι (αφηγηματική απαγγελία με συνοδεία μουσικής).

Το 1957, ανακηρύχθηκε από την Ιαπωνική Κυβέρνηση ως σημαντικός άυλος πολιτιστικός θησαυρός. Το 2001, το Νογκάκου, πρώτο  από άλλες παραδοσιακές ιαπωνικές παραστατικές τέχνες, αναγνωρίστηκε από την UNESCO στην πρώτη διακήρυξη της για τα Αριστουργήματα Προφορικής και Άυλης Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας και το 2009, καταγράφηκε στον Κατάλογο της Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας, για τη Σύμβαση Προστασίας της  Άυλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Σήμερα το Νογκάκου  χαίρει υψηλής εκτίμησης, όχι μόνο στην Ιαπωνία, αλλά και σε άλλες χώρες ως μία αντιπροσωπευτική κλασσική παραστατική τέχνη της Ιαπωνίας.

Το Κιόγκεν εμφανίζεται στις μεγάλες πόλεις της Ιαπωνίας, αλλά και στην ύπαιθρο, σε σχέση με τις παραστάσεις του Νο, αλλά και ανεξάρτητα. Στο ρεπερτόριό του παράλληλα με τα παλιά, παραδοσιακά έργα, περιλαμβάνονται και καινούργια, συχνά παρωδίες των δραμάτων του Νο. Οι πιο αναγνωρίσιμοι χαρακτήρες του είναι δύο υπηρέτες που συνήθως μπλέκονται σε κωμικές καταστάσεις με τον αφέντη τους.

Το Κιόγκεν αποτελείται από δύο είδη. Το ένα είδος ονομάζεται Ai-Kyogen ή «ιντερλούδιο» Κιόγκεν και αποτελείται από σύντομες σκηνές μεταξύ των πράξεων ενός έργου No όπου παρουσιάζονται οι χαρακτήρες, επεξηγείται τι διαδραματίζεται επί σκηνής και μερικές φορές η δραματική υπόθεση αναπτύσσεται με χιουμοριστικό ύφος. Το άλλο είδος ονομάζεται Hon-Kyogen ή «κύριο» Κιόγκεν, και αποτελείται από έργα που παίζονται ανεξάρτητα από το Νο. Η παράσταση που θα δοθεί στο Μέγαρο Μουσικής ανήκει στο δεύτερο είδος Κιόγκεν, το «κύριο» Kιόγκεν.

Τα έργα του «κύριου» Κιόγκεν παρουσιάζουν ιστορίες από την καθημερινότητα απλών ανθρώπων στην Ιαπωνία κατά τον 12ο μέχρι τον 16ο αιώνα. Στα περισσότερα από τα έργα αυτά οι ηθοποιοί δεν φορούν μάσκες, αλλά με μια ιδιαίτερη εκφορά λόγου, με χαρακτηριστικές κινήσεις και σε πλούσιο σατιρικό και χιουμοριστικό τόνο, αποδίδουν με ζωντάνια τους ανθρώπους της εποχής εκείνης. Ο τύπος του διαλόγου μεταξύ των ηθοποιών, που αρχίζει αργά και μονότονα και εξελίσσεται σε τραχιές και έντονες λογομαχίες, οι πόζες των ηθοποιών και οι εύγλωττες χειρονομίες τους, κάνουν τη δράση τόσο κατανοητή, έτσι που δεν χρειάζεται μετάφραση.

Kagyu (Το Σαλιγκάρι).  Ο αφέντης διατάζει τον υπηρέτη Taro να του φέρει ένα σαλιγκάρι,  που θεωρείται ελιξίριο της μακροζωίας, για να το προσφέρει στον παππού του. Ο Taro όμως που δε γνωρίζει τί είναι το σαλιγκάρι, περνά για σαλιγκάρι έναν ερημίτη ιερέα που κοιμάται ανάμεσα στους θάμνους. Ο ιερέας, κοροϊδεύει τον Taro λέγοντας του ότι πράγματι αυτός είναι σαλιγκάρι. Καθώς ο Taro καθυστερεί να επιστρέψει, έρχεται ο αφέντης για να τον βρει. Στο τέλος όμως ακόμα κι αυτός παρασύρεται από το ρυθμικό τραγούδι του ιερέα και όλοι μαζί αποχωρούν με κέφι από τη σκηνή, τραγουδώντας τους εύθυμους στίχους: “Den den mushi mushi (δις), ame mo kaze mo fukanu ni dazakama uchiwaro” (Σαλιγκαράκι / Σαλιγκαράκι / Ούτε βρέχει ούτε φυσά / Εάν δεν ξεμυτίσεις / Θα γίνεις χίλια κομμάτια!)

Yobikoe (Το Κάλεσμα). Ο νεαρός υπηρέτης Taro έλλειψε από τη δουλειά χωρίς να πάρει άδεια από τον αφέντη του και ενώ φαίνεται ότι επέστρεψε αργά χθες τη νύχτα, ακόμα δεν έχει εμφανιστεί. Ο αφέντης με σκοπό να τον επιπλήξει, παίρνει μαζί του τον Jiro, τον δεύτερο νεαρό υπηρέτη και κατευθύνεται αυτοπροσώπως προς το σπίτι του. Ο αφέντης και ο Jiro ρωτούν αν βρίσκεται ο Taro στο σπίτι κι αυτός προσπαθεί να τους πείσει ότι δεν είναι εκεί. Ο ζωηρός διάλογος γίνεται με διάφορα τραγούδια της εποχής Muromachi, όπως heike, σύντομες μπαλλάντες και χορευτικά.

Απολαύστε τα μοναδικά μουσικά κομμάτια σε ελκυστικό ρυθμό που εξακολουθούν να σαγηνεύουν τους ακροατές κάθε εποχής.