Ο βραβευμένος σκηνοθέτης Mike Mills (Beginners) επιστρέφει με μια αστεία, πολύπλευρη, συγκινητική ταινία, έναν φόρο τιμής στη γυναικεία φύση, την οικογένεια, τον χρόνο και τους δεσμούς που αναζητούμε μια ζωή. Ο Mills αναπαράγει τη θέρμη και το πάθος, την αίσθηση του επείγοντος και την ενέργεια τριών γενεών καθώς βρίσκονται στο χείλος μιας τρομερής μετάβασης. Η Annette Bening δίνει μια από τις καλύτερες ερμηνείες της, με τρομαχτική συναισθηματική δύναμη μέσα από την αγάπη χωρίς όρους που δείχνει για τον γιο της, μαζί με την αμηχανία της για τον κόσμο στον οποίο εκείνος ετοιμάζεται να μπει. Η Greta Gerwig, η Elle Fanning και ο Billy Crudup δίνουν καταπληκτικές ερμηνείες, συνθέτοντας περίπλοκους, μοναδικούς χαρακτήρες που παίζουν καταλυτικό ρόλο στην ανατροφή του νεαρού πρωταγωνιστή της ταινίας Jamie (o πρωτοεμφανιζόμενος Lucas Jade Zumann). Η ταινία είναι μια επιστολή αγάπης στους ανθρώπους που μας μεγάλωσαν και μας διαμόρφωσαν, καθώς αυτή η αυτοσχέδια οικογένεια σφυρηλατεί ευαίσθητους δεσμούς που αναστατώνουν, στοιχειώνουν και εμπνέουν τους εμπλεκόμενους για όλη τους τη ζωή.

Σύνοψη

1979, Santa Barbara. Η Dorothea Fields (Annette Bening) είναι μια αποφασιστική μητέρα που μεγαλώνει μόνη της τον έφηβο γιο της (Lucas Jade Zumann), σε μία εποχή που σφύζει από κοινωνικές αλλαγές και επαναστατική διάθεση. Για να τα βγάλει πέρα με την ανατροφή του απευθύνεται σε δύο νεότερες γυναίκες. Στην Abbie (Greta Gerwig), ένα ελεύθερο πνεύμα και punk καλλιτέχνη και στην Julie (Elle Fanning), μια ξύπνια και προκλητική νεαρή γειτόνισσα.

Το προσωπικό γίνεται κινηματογραφικό

Σε αυτήν την ταινία, ο Mills αντιμετώπισε τη μεγαλύτερη πρόκληση μέχρι τώρα. Όταν ένας άντρας γράφει για μια γυναίκα δεν είναι εύκολο να εμβαθύνει. Αλλά ο Mills βασίστηκε στις εμπειρίες του ως έφηβος περιτριγυρισμένος από συναρπαστικές γυναίκες.

«Με μεγάλωσε μια πολύ δυνατή γυναίκα, και αυτή η ιστορία έρχεται από αυτόν τον πολύ πραγματικό άνθρωπο και αυτό το πολύ πραγματικό μέρος» σημειώνει ο Mills. «Ο πατέρας μου ήταν παρών κι όμως δεν ήταν παρών στην παιδική μου ηλικία. Τον περισσότερο χρόνο τον πέρασα με τη μητέρα μου και τις δύο αδελφές της. Συνειδητοποίησα πολύ νωρίς ότι το να προσπαθώ να καταλάβω αυτές τις γυναίκες γύρω μου ήταν μια μορφή επιβίωσης. Τις μελετούσα συνεχώς, προσπαθούσα να μάθω απ’ αυτές, ακόμα και όταν ήταν ανεξιχνίαστες».

Το γεγονός ότι είναι αδύνατο για τον έφηβο Jamie να καταλάβει τη μητέρα του έρχεται σε αντιπαράθεση με τη γνήσια αγάπη και τον σεβασμό που νιώθει για τον τρόπο που συμπεριφέρεται ως μητέρα που μεγαλώνει μόνη της το παιδί της. Ο Mills συνεχίζει: «Το να γράφω μια γυναικεία φωνή μου βγαίνει φυσικά, αλλά το να γράφω για την Dorothea δεν ήταν εύκολο, ειδικά γιατί η μητέρα μου ήταν και θα είναι πάντα ένα μεγάλο μυστήριο για μένα. Δεν αρκούσε απλώς να καταλάβω πώς ήταν μια 55χρονη μητέρα που έκανε παιδί στα 40, αλλά και να καταλάβω πώς ήταν να έχεις γεννηθεί τη δεκαετία του ΄20 και να αντιμετωπίζεις τις έντονες κοινωνικές αλλαγές της δεκαετίας του ΄70».

Μερικές λεπτομέρειες για την προσωπικότητα της Dorothea ήταν δάνειο από τη μητέρα του σκηνοθέτη. «Ήθελε να γίνει πιλότος, δούλευε σε μία εταιρεία μόνο με άντρες, αγαπούσε τις παλιές ταινίες, ειδικά οτιδήποτε είχε παίξει ο Bogart» επισημαίνει ο Mills. Το τελευταίο έδωσε πολλή τροφή στον Mills, που ούτως ή άλλως είναι ερωτευμένος με το σινεμά. Αν το punk ήταν μια κραυγή μιας γενιάς που δεν πίστευε πια σε συμβατικούς ήρωες, ο Bogart ήταν ο τελευταίος ήρωας που έπρεπε να ταιριάξει σε έναν νέο κόσμο μετά την Ύφεση, τους Παγκόσμιους Πολέμους, μεταμελημένος, σκανταλιάρικα καυστικός και μάταια ευγενικός σε έναν κόσμο αβεβαιότητας.

«Έχω δει πολλές ταινίες εκείνης της εποχής και οι πνευματώδεις διάλογοι ανάμεσα στους άντρες και τις γυναίκες ήταν μεγάλη επιρροή. Πολλές ταινίες από εκείνη την εποχή είναι ανατρεπτικά αστείες και με βοήθησαν να καταλάβω την Dorothea καλύτερα. Κατάλαβα ότι δεν ήταν ερωτευμένη με τον Bogart, ήθελε να είναι ο Bogart. Ένα μάντρα για το χτίσιμο του χαρακτήρα της Dorothea ήταν: το τι θα έκανε ο Bogart σε αυτήν την περίπτωση;».

Στο χτίσιμο της Abbie, της 20 και κάτι punk καλλιτέχνιδος που άφησε τα όνειρα της στη Νέα Υόρκη όταν έμαθε ότι έχει καρκίνο, ο Mills άντλησε υλικό από προσωπικές εμπειρίες με φίλες του καλλιτέχνιδες, αλλά και από την έρευνα ανθρώπων που είχαν καρκίνο και επιβίωσαν. Η σκληρή αλήθεια της θνητότητας μαζί με τη ζωντάνια του punk είναι μέρος της σύστασης της ταινίας. «Ένα αγαπημένο μου πρόσωπο είχε μια παρόμοια ιστορία υγείας και της πήρα μία εκ βαθέων συνέντευξη όταν έκανα έρευνα για το σενάριο» επισημαίνει ο Mills.

Η Julie είναι η πιο νεαρή γυναίκα στην ταινία και σίγουρα όχι η λιγότερο σύνθετη. Ο χαρακτήρας της είναι ένα αμάλγαμα των κοριτσιών που έκανε παρέα ο Mills στο σχολείο. Ο σκηνοθέτης πήρε συνεντεύξεις από τις ώριμες πια αυτές γυναίκες. «Είχα δημοσιογραφική προσέγγιση στο να κατανοήσω αυτούς τους χαρακτήρες» σχολιάζει ο Mills.

Φυσικά, αυτή η δημοσιογραφική προσέγγιση συνδυάστηκε με στοιχεία που έλκουν μυστηριωδώς τη φαντασία μας, τη μνήμη, την κωμωδία και κυρίως το πώς επιδρά ο χρόνος στο συναίσθημα. Ο Mills παρατηρεί ότι πολλές κινηματογραφικές επιρροές εξερευνούν το πώς ο χρόνος επιβάλλεται στη ζωή και στην αγάπη. Βέβαια, η ταινία δεν πραγματεύεται μόνο το πέρασμα του χρόνου, αλλά κυρίως την ιλιγγιώδη ταχύτητα που έχει τις τελευταίες δεκαετίες. Η Annete Bening σχολιάζει: «Η αλλαγή είναι κάτι που απασχολεί τους ανθρώπους από πάντα, αλλά ο  βαθμός των αλλαγών από τον 20ο αιώνα είναι κάτι το καινούριο. Είναι πολύ γρήγορος. Κάτι που αγαπώ στην ταινία και που μου άρεσε πολύ είναι ότι ήμουν ένα νέο κορίτσι στην Καλιφόρνια του 1979, οπότε σχετίζομαι με τα κορίτσια της ταινίας και νιώθω ότι ήμουν σαν τους χαρακτήρες της ταινίες σε κάποια φάση με τον ένα ή τον άλλον τρόπο. Νομίζω ότι βρισκόμαστε στο σημείο τώρα που μπορούμε να κάνουμε αναδρομή στο τέλος του 20ου αιώνα και ο Mike έχει φοβερό ταλέντο σ’ αυτό».

Εκτός από το σινεμά, οι πολιτιστικές αναφορές που διαπερνούν την ταινία είναι βαθιές. Βινύλιο, μπεστ σέλερς, πολιτική αγωνία, συλλογικές τηλεοπτικές αναμνήσεις και μια σειρά από συμπράγκαλα ντύνουν την ταινία από άκρη σε άκρη. Αυτή η επική αίσθηση του πώς τα διάφορα επίπεδα αλληλεπικαλύπτονται καθώς στιγμές και εμμονές χτίζουν τις ζωές στο πεδίο της ταινίας είναι ένδειξη της αυτό-αναφορικότητας των αρχών του 21ου αιώνα. Η ταινία δίνει τη μαγική εντύπωση ότι ο δημιουργός αναπολεί το πώς έγινε ο καλλιτέχνης που αναπολεί κάνοντας την ταινία αυτή.

Η αυτό-αναφορικότητα αφήνει το σημάδι της στην ταινία, όταν στη μέση της αφήγησης, η Dorothea ενημερώνει το κοινό για το επικείμενο μέλλον της, θυμίζοντας μας ότι βλέπουμε μια ταινία, αλλά με τον δικό της ευθύ τρόπο, χωρίς μυστικισμό. Αυτή η απόφαση ήρθε στον Mills ξαφνικά, οργανικά και έτσι την πήρε. «Ταίριαζε στον χαρακτήρα της Dorothea που είναι άπιαστη και κάπως φαρσέρ. Και το μέλλον είναι τόσο απρόβλεπτο για μάς, ποτέ δεν το ξέρουμε. Αλλά εκείνη μας δίνει μια φευγαλέα ματιά».

Dorothea

«Η Dorothea είναι 55 και μοιάζει με την Amelia Earhart (Αμερικανίδα πρωτοπόρος της αεροπορίας)» λέει ο Mike Mills για την πρωταγωνίστρια της ταινίας του. Ο γιος της Jamie την περιγράφει μέσα από τις αντιφάσεις της. Καπνίζει Salems γιατί είναι πιο υγιεινά, φοράει Birkenstocks γιατί είναι της εποχής της, διαβάζει το Watership Down (το διάσημο μυθιστόρημα του Richard Adams), σκαλίζει κουνέλια σε ξύλο και έχει να βγει ραντεβού με άντρα πάρα πολύ καιρό.

«Όπως και η μητέρα μου, η Annette είναι κάπως μυστικοπαθής. Έχει το δικό της μυστήριο και αυτό είναι μαγικό. Έχει φοβερή τεχνοτροπία και καταλαβαίνει σε βάθος τη δομή της σκηνής. Είναι το αγαπημένο μου όταν οι ηθοποιοί τινάζονται από τη γενιά τους και πετάνε σε άλλο χωροχρόνο».

Καθώς βυθιζόταν στον ρόλο, η Bening χάραξε τον δικό της δρόμο ανάμεσα στις αναμνήσεις του Mill και τη δική της ερμηνεία. «Η Dorothea δεν είναι απευθείας μεταφορά της μητέρας του» επισημαίνει η ηθοποιός. «Αλλά μέρος της διαδικασίας ήταν να ακούσω τις ιστορίες του Mike για τη μητέρα του, τις αναμνήσεις του, να δω φωτογραφίες της και να νιώσω πραγματικά τι σήμαινε αυτή η περίοδος της ζωής τους για εκείνον».

Επειδή η ταινία είναι σε ένα μέρος της μια “ερωτική” επιστολή στις μητέρες που αγαπάμε αν και δεν γνωρίσαμε ποτέ εντελώς, η Bening ήξερε ότι έπρεπε να πάρει έναν αβέβαιο δρόμο. «Είχε παγίδες γιατί η ιστορία του Mike ζητάει να αγαπήσουμε την Dorothea, αλλά αναγνωρίζει ότι μπορεί να είναι ευερέθιστη και απόμακρη, ειδικά απέναντι στον γιο της. Αυτή είναι μια λεπτή ισορροπία, να βρεις πώς να αφήσει τους ανθρώπους να μπουν μέσα της, αλλά και ότι υπάρχει ένα κομμάτι της που είναι και πάντα θα είναι μη προσβάσιμο στον Jamie. Σε κάποιο βαθμό, το αφήνω στον Mike να συμφιλιώσει αυτά τα πράγματα στην αφήγηση, ενώ η δουλειά μου είναι να παίξω κάθε στιγμή όσο πιο γνήσια μπορώ» λέει η Bening.

Η Bening άντλησε έμπνευση από την ηρωίδα της Dorothea, την Amelia Earhart, την πρωτοπόρο πιλότο που αρνήθηκε τη συμβατική θηλυκότητα της δεκαετίας του ’20 και του ’30. Ενέπνευσε την απέριττη στάση της στην προσωπική της ζωή. «Όταν κοιτάς φωτογραφίες της Amelia, είναι ένας τελείως διαφορετικός τρόπος να σκέφτεσαι για τις γυναίκες και την ομορφιά» σημειώνει. «Είναι διαφορετικό από αυτό που προτιμάμε σήμερα, με όλο αυτό το μακιγιάζ και την τελειότητα μακριά από τα γεράματα. Δεν θα άρεσε στην Δωροθέα αυτό. Μια ακόμα από τις αντιφάσεις της. Είναι, το 1979, μια γυναίκα της εποχής της, ανεξάρτητη, αλλά και από άλλη εποχή με διαφορετικά ήθη».

Abbie

Η Abbie είναι μια νεαρή γυναίκα που νοικιάζει ένα δωμάτιο στο σπίτι της Dorothea και καλείται να βοηθήσει στην ανατροφή του Jamie. Είναι δημιουργική, έχει αυτογνωσία και προσπαθεί να βρει τον δρόμο της μετά από τον καρκίνο που άλλαξε την αντίληψη της για το μέλλον. Η Greta Gerwig, ηθοποιός, συγγραφέας και σκηνοθέτης πήρε τον ρόλο και τον έκανε δικό της.

«Στην αρχή ήταν δύσκολο να σκεφτώ κάποιον που θα μπορούσε να παίξει τον ρόλο» παραδέχεται ο Mills. «Αλλά η Greta συνδέεται με τα πιο θλιμμένα, κρυμμένα κομμάτια της Abbie. Είναι αστεία και ζωντανή όπως η Abbie και αγγίζει βαθιά συναισθήματα». Η συμπάθεια της Gerwig για τον ρόλο ξεκίνησε μόλις διάβασε το σενάριο. «Ένιωσα μια άμεση και δυνατή σύνδεση με την Abbie» θυμάται. «Ξέρω πώς είναι να είσαι από την Καλιφόρνια, αλλά να θες να είσαι μέρος του κόσμου της τέχνης στη Νέα Υόρκη. Το πνεύμα της Abbie, το σκοτάδι της και η τόλμη της μοιάζει να μη χωράει στην Καλιφόρνια, οπότε το έσκασε, αλλά μετά έπρεπε να γυρίσει και αυτό ήταν κάτι δύσκολο».

Η ηθοποιός συζήτησε πολύ για τις επιρροές που θα είχε ο ρόλος με το σκηνοθέτη. Στο τραπέζι έπεσαν ονόματα όπως η ανδρόγυνη φιγούρα της μπασίστριας τον Talking Heads, Tina Weymouth και φυσικά η Debbie Harry, η τραγουδίστρια των Blondie που έδωσε μια πιο σκοτεινή όψη στα pin-up girls. «Νομίζω ότι το πιο σέξι στα κορίτσια της punk σκηνής ήταν ότι λέγανε ότι ναι είμαι ελκυστική, αλλά δεν το κάνω για εσένα. Η ομορφιά τους δεν ήταν θέμα κοκεταρίας».

Όσο κι αν είναι δυναμική και σαγηνευτική, η Abbie είναι σε μια πολύ ευάλωτη φάση, καθώς αναρρώνει από καρκίνο. Η Gerwig πιάστηκε από τις αντιθέσεις της Abbie ανάμεσα στο σκοτάδι και το φως, στο υψηλό και στο χαμηλό. «Αυτό που μου αρέσει είναι η αγριότητα και η στοργή που έχει μέσα της. Ότι δεν αποκλείει το ένα το άλλο» τονίζει η ηθοποιός. «Αυτό είναι το ωραίο με τη γραφή του Mike. Συνδυάζει στοιχεία που μοιάζουν αταίριαστα, αλλά τα κάνει να ταιριάζουν, γιατί η ζωή είναι έτσι».

Οι αντιφάσεις αναδύονται και στη φιλία της Abbie με την Dorothea. «Η Abbie λατρεύει και θαυμάζει την Dorothea» λέει η Gerwig. «Για εκείνη, η Dorothea είναι πραγματικά ανεξάρτητη και έχει καταφέρει να δημιουργήσει το δικό της μικρό σύμπαν με τους κανόνες της. Η Abbie νιώθει να είναι σε αδιέξοδο, όταν επιστρέφει στην Καλιφόρνια και νομίζω ότι το να βρει την Dorothea είναι κάτι σημαντικό για εκείνη».

Julie

«Η Julie ήταν ένας τρόπος να διερευνήσω τη διαφορά ανάμεσα σε κάποιον που έρχεται από τον μοντέρνο κόσμο της ψυχοθεραπείας και την Dorothea που έρχεται από μια εποχή όπου έκρυβαν πράγματα για τον εαυτό τους. Αλλά το ότι η Julie μοιάζει λειτουργική και φυσιολογική αποκαλύπτεται ότι είναι μια μάσκα που φοράει κάποιος πολύ ασυνήθιστος άνθρωπος».

Για τον ρόλο ο σκηνοθέτης επέλεξε την Elle Fanning, που έχει παρόμοια στοιχεία κατά κάποιο τρόπο. «Η Elle είναι τρομερά έξυπνη και προσγειωμένη. Έχει απίστευτο ταλέντο και μια συναισθηματική αμεσότητα που ξεπερνάει την ηλικία της. Μοιάζει με την Annette στην προσέγγιση της, έχει συνείδηση της κάθε σκηνής και την ίδια στιγμή είναι μέσα στον χαρακτήρα της, σαν να μην υπάρχει κάμερα. Έχει επίσης καταλάβει ότι όσο ξύπνια κι αν είναι η Julie, είναι ακόμα παιδί».

Η ίδια η ηθοποιός αισθάνθηκε απόλυτη οικειότητα με την Julie. «Έχει πολλές πτυχές, θέλει να είναι γυναίκα και δεν ξέρει πώς και την ίδια στιγμή το κρύβει» παρατηρεί η Fanning. «Νομίζω ότι θέλει να την αντιμετωπίζουν ως πρώιμη διανοούμενη, τύπου Jodie Foster και έχει τέτοια χαρακτηριστικά, αλλά είναι και λίγο άπλυτη, αβέβαιη και κρυφή μανιώδης καπνίστρια. Ο Mike κι εγώ μιλήσαμε πολύ για τα κορίτσια στα οποία βασίστηκε και η ιδέα ήταν να σκάψουμε κάτω από την επιφάνεια».

Για να προετοιμαστεί για το ταξίδι πίσω στο 1979 η νεαρή ηθοποιός βυθίστηκε σε ρετρό πολιτιστικές αναφορές. «Ο Mike με έβαλε να ακούω Fleetwood Mac. Είναι η μουσική της Julie». Παράλληλα, η ηθοποιός έπρεπε να ρουφήξει το αγαπημένο βιβλίο της Julie, το The Road Less Traveled του M.Scott Peck, το εμβληματικό βιβλίο λαϊκής ψυχολογίας που ξεκινάει με τη φράση η ζωή είναι δύσκολη και που τόσοι νέοι του ’70 διάβασαν και μπήκαν σε διαδικασία αναζήτησης του εαυτού τους. «Ο Mike μου έβαλε δουλειά για το σπίτι. Έπρεπε να το διαβάσω προσεχτικά και να βρω τα αποσπάσματα που πίστευα ότι η Julie θα έβρισκε ενδιαφέροντα. Φοβερή διαδικασία».

Jamie

Τα μάτια και τα αυτιά του κόσμου του σπιτιού της Dorothea ανήκουν στον γιο της Jamie, που βρίσκεται ακριβώς στη στιγμή της εφηβείας που είναι πιο εκφραστικός, πιο αντιρρησίας και ερωτευμένος με τη ζωή από κάθε άλλη στιγμή. Όπως οι περισσότεροι νέοι, ο Jamie δοκιμάζει διάφορους ρόλους, αλλά σε αντίθεση με τους άλλους, το δοκιμάζει ανάμεσα σε γυναίκες διαφορετικών ηλικιών και προοπτικών, συμπεριλαμβανομένης της μητέρας του που λατρεύει και δεν καταλαβαίνει την ίδια στιγμή.

Ο Mike Mills διάλεξε τον πρωτοεμφανιζόμενο Lucas Zade Zumann σε έναν ρόλο που καθρεφτίζει τη δική του νιότη. Όμως, έψαχνε κάποιον ανόμοιο του. «Δεν με ενδιαφέρει το εγώ μου» εξηγεί. «Οπότε ο Lucas δεν μου μοιάζει. Ο Lucas είναι παραδόξως πολύ εγκεφαλικός για 14χρονο, οπότε είναι πολύ παρατηρητικός, ένα παιδί με πραγματική επιθυμία να γνωρίσει αυτές τις γυναίκες γύρω του. Κάνει ένα πορτρέτο του Jamie που δεν είναι ματσό, ούτε σπασίκλας, ούτε διαλυμένος».

Ο Zumann ήταν ενθουσιασμένος. «Ο Jamie είναι στη στιγμή που προσπαθεί να γίνει άντρας, χωρίς αντρικό πρότυπο» παρατηρεί. «Αν’ αυτού, μένει σε ένα σπίτι γεμάτο γυναίκες που προσπαθούν να είναι τα πρότυπα του και προσπαθεί να καταλάβει την αρρενωπότητα μέσα από αυτό».

Για να νιώσει την εποχή ο Zumman, ο Mills του έστειλε ένα τεράστιο κουτί με αντικείμενα από τη δεκαετία του’70. «Πέρασα μια εβδομάδα να διαβάζω το The Cultural Dictionary of Punk, ενώ έβλεπα ντοκιμαντέρ του ’70 και punk videos» λέει ο ηθοποιός. «Ήταν τέλειο να συνομιλώ με κάποιον που έζησε όλο αυτό και μπορούσε να μου δώσει μια αίσθηση του τι σήμαινε για τους ανθρώπους».

Σκηνοθεσία/Σενάριο: Mike Mills

Παίζουν: Annette Bening, Lucas Jade Zumann, Elle Fanning, Greta Gerwig, Billy Crudup

Διάρκεια: 119’