Μια μοναδική ευκαιρία για τους φίλους της μουσικής συνιστά η έλευση στην Αθήνα της περίφημης Φιλαρμονικής της Βιέννης. Η διάσημη

Ορχήστρα μετέχει σε πρόγραμμα μεγάλου ταξιδιωτικού οργανισμού της Αυστρίας, που προσφέρει ένα μοναδικό συνδυασμό ψυχαγωγίας και πολιτισμού (ο πολιτιστικός τουρισμός είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στη χώρα αυτή). Στο συγκεκριμένο πρόγραμμα περιλαμβάνονται ειδικά προγραμματισμένες συναυλίες της Φιλαρμονικής της Βιέννης, σε διαφορετικές σταθμούς, στους οποίους περιλαμβάνεται η Αθήνα, και φυσικά το Μέγαρο Μουσικής.

Το Μέγαρο Μουσικής εξασφάλισε τη διάθεση 600 περίπου εισιτηρίων για το ελληνικό κοινό.

Μετά την συγκλονιστική εμπειρία των τελευταίων εμφανίσεων της Ορχήστρας στο Μέγαρο τον περασμένο Απρίλιο, ανάμεσα τους και μια εκπαιδευτική ‘προσφορά’ των μουσικών της στα παιδιά και τους νέους, η Ορχήστρα επιστρέφει στην Αίθουσα Φίλων της Μουσικής με ένα πρόγραμμα που περιλαμβάνει:  το Κοντσέρτο για βιολί No.5 σε λα μείζονα, K.219 του Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ και τη Συμφωνία αρ.3 σε μι ύφεση μείζονα, έργο 55 ‘Ηρωική’ του Λούντβιχ φον Μπετόβεν.

 

Την Ορχήστρα διευθύνει ο διάσημος αρχιμουσικός Χέρμπερτ Μπλόμστεντ (Herbert Blomstedt) και συμπράττει ο σπουδαίος βιολονίστας Ράινερ Χόνεκ (Rainer Honeck).

Η συναυλία θα ανοίξει με το κοντσέρτο για βιολί αριθμός 5, το τελευταίο και πιο δημοφιλές από τα πέντε στο σύνολό τους κοντσέρτα που είχε συνθέσει ο Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ για βιολί. Γράφτηκε το 1775 στο Ζάλτσμπουργκ, όπου και παρουσιάστηκε την ίδια χρονιά. Από το εντυπωσιακό ρόντο του τελευταίου μέρους, που δηλώνει την επιθυμία του Μότσαρτ να δώσει έναν ανατολίτικο χαρακτήρα στο έργο, επηρεασμένος από τους ήχους της στρατιωτικής μπάντας των Τούρκων που την εποχή εκείνη ηχούσαν γύρω από τη Βιέννη, το κοντσέρτο πήρε την ονομασία «Τούρκικο κοντσέρτο».
Στη συνέχεια θα ερμηνευθεί η Συμφωνία αρ. 3 σε Μι ύφεση μείζονα, έργο 55 «Ηρωική» του Μπετόβεν. Η σύνθεσή της Συμφωνίας – που αποτελεί σταθμό στην ιστορία και εξέλιξη της συμφωνικής μουσικής – ξεκίνησε το καλοκαίρι του 1803 και ολοκληρώθηκε την άνοιξη του 1804. Το εξώφυλλο της χειρόγραφης παρτιτούρας έφερε το όνομα “Bonaparte” μέχρι τη στιγμή, που ο Μπετόβεν πληροφορήθηκε, ότι ο Ναπολέων είχε στεφθεί αυτοκράτορας της Γαλλίας εξοργίστηκε, έσκισε την αφιέρωση της συμφωνίας και αργότερα την ονόμασε «Ηρωική». Με το  έργο αυτό εγκαινιάζεται ουσιαστικά η μεσαία συνθετική περίοδος του Beethoven, συχνά αποκαλούμενη και αυτή “ηρωική” (1803 – 1812).

Η Φιλαρμονική της Βιέννης είναι γέννημα-θρέμμα του μεγάλου κέντρου της μουσικής και έχει ταυτίσει την ύπαρξή της με την πόλη που όριζε τους μουσικούς κανόνες επί αιώνες. Είναι 160 ετών, άμεσα συνδεδεμένη με την ευρωπαϊκή κλασική παράδοση, ένας ισχυρός θεσμός με στενές και ιδιοσυγκρασιακές σχέσεις με μαέστρους, συνθέτες και μουσικούς. Ο Ρίχαρντ Βάγκνερ, ο Ρίχαρντ Στράους, ο Γκούσταβ Μάλερ, ο Γιοχάνες Μπραμς, συνέδεσαν το όνομά τους μαζί της και οι σημαντικότεροι διευθυντές ορχήστρας έχουν ανέβει στο απαιτητικό αυτό πόντιουμ.

Ο Χέρμπερτ Μπλόμστετ ξεκίνησε τη μουσική του εκπαίδευση στη Σουηδία, σπούδασε διεύθυνση ορχήστρας στην Σχολή Τζούλιαρντ στη Νέα Υόρκη, σύγχρονη μουσική στο Ντάρμστατ και παλαιά μουσική στη Μουσική Ακαδημία στη Βασιλεία της Ελβετίας. Το 1954 έκανε το ντεμπούτο του ως διευθυντής ορχήστρας με την Φιλαρμονική Ορχήστρα της Στοκχόλμης και διορίστηκε Αρχιμουσικός της Φιλαρμονικής του Όσλο και των Ορχηστρών της Σουηδικής και της Δανέζικης ραδιοφωνίας.
Από το 1975 έως το 1985 ήταν μουσικός διευθυντής της Στάατσκαπελε της Δρέσδης και στη συνέχεια για μια δεκαετία Μουσικός Διευθυντής της Συμφωνικής του Σαν Φρανσίσκο. Μετά από ένα διάστημα δύο χρόνων ως Αρχιμουσικός στην Συμφωνική Ορχήστρα της Βόρειας Γερμανικής Ραδιοφωνίας (NDR), υπηρέτησε ως Μουσικός Διευθυντής της Ορχήστρας Γκεβάντχαους της Λειψίας από το 1998 έως το 2005. Ως Επίτιμος Διευθυντής αυτής της ορχήστρας, επιστρέφει στην Λειψία τακτικά.

Είναι επίτιμος αρχιμουσικός της Συμφωνικής της Δανέζικης και Σουηδικής Ραδιοφωνίας, της Συμφωνικής Ορχήστρας του Τόκυο και της Συμφωνική Ορχήστρα της Βαμβέργης.

Ο Χέρμπερτ Μπλόμστετ έχει ανακηρυχθεί αρκετές φορές επίτιμος διδάκτωρ και διατελεί εκλεγμένο μέλος της Βασιλικής Σουηδικής Μουσικής Ακαδημίας.

Ο Ράινερ Χόνεκ γεννήθηκε στο Νέντσινγκ της Αυστρίας, πήρε τα πρώτα μαθήματα βιολιού σε ηλικία επτά ετών και σπούδασε στη Σχολή Μουσικής και Παραστατικών Τεχνών της Βιέννης. Η πρώτη του καλλιτεχνική εμπειρία με τη Φιλαρμονική της Βιέννης ξεκίνησε το 1978, όταν η ορχήστρα του απένειμε μία υποτροφία του Ιδρύματος Καρλ Μπεμ.
Το 1981 έγινε πρώτο βιολί της Κρατικής Όπερας και  της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης, για να προαχθεί σε εξάρχοντα το 1984 της Ορχήστρας της Όπερας και το 1992 της Φιλαρμονικής της Βιέννης.

Παράλληλα με τις εμφανίσεις του στην Ορχήστρα, ο Χόνεκ κάνει ιδιαίτερα επιτυχημένες εμφανίσεις ως σολίστ στην Ευρώπη, την Ασία και την Βόρεια και Νότια Αμερική.
Η ερμηνεία του σε έργα μουσικής δωματίου έχει καταγραφεί σε ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές αλλά και σε δίσκους ακτίνας, ενώ οι ηχογραφήσεις του με τη Φιλαρμονική της Βιέννης περιλαμβάνουν ζωντανές παραγωγές της «Σεχραζάντ» του Ρίμσκυ-Κορσακοφ και της «Ζωής ενός ήρωα» του Ρίχαρντ Στράους υπό την μουσική διεύθυνση του αρχιμουσικού Κρίστιαν Τήλεμαν.

Έχει επίσης ηχογραφήσει κονσέρτα για βιολί του Ντβόρζακ και του Μέντελσον, όπως και τα άπαντα για βιολί και πιάνο του Φράντς Σούμπερτ καθώς και ένα διπλό δίσκο ακτίνας με τα κονσέρτα για βιολί του Μότσαρτ.