Κάθε καλοκαίρι οι ομαδικές εκθέσεις συγκεκριμένης θεματικής που επιμελείται ο εικαστικός Δημήτρης Αντωνίτσης στο Παλιό Σχολείο της Ύδρας αποτελούν ένα tour-de-force μέσων, εννοιών και παρουσίας σημαντικών ονομάτων από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Φέτος το θέμα του Gestalt (μορφή, φόρμα, σχήμα) αποτέλεσε την πρόκληση για τους συμμετέχοντες καλλιτέχνες, οι οποίοι επιλέχθηκαν από τον επιμελητή με γνώμονα τη δυνατότητα να εκφράσουν μέσα από τη δουλειά τους την ιδέα ότι η κάθε καλλιτεχνική πράξη ενισχύει την αντίληψη του έργου ως αυτοτελές θραύσμα αλλά και ως ολιστική οντότητα στην προσπάθεια του καλλιτέχνη να εντοπίσει το νόημα μέσα σε έναν φαινομενικά χαοτικό κόσμο.

Η σχολή της Γκεστάλτ ψυχολογίας αναπτύχθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα στο School of Gestalt Psychology του Βερολίνου. Οι θεωρητικοί και ιδρυτές Kurt Koffka και Max Wertheimer εξέταζαν τα σύνολα της ανθρώπινης αντίληψης και συμπεριφοράς ξεχωριστά και ανεξάρτητα από τα επιμέρους μέρη που τα απάρτιζαν και όχι σαν αναπόφευκτα αποτελέσματα αυτών.

Ειδικότερα, σε σχέση με την οπτική αντίληψη επάνω στην οποία στηρίζεται η κατανόηση της φόρμας του καλλιτεχνικού δημιουργήματος, το gestalt effect αναφέρεται στη δυνατότητα του νου να παράγει και να οργανώνει πολύπλοκα συστήματα ολοκληρωμένων μορφών, παρά απλούς συνδυασμούς στοιχείων όπως σημεία ή γραμμές, όπου το σύνολο είναι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών του.

Αυτή η πολυσύνθετη οργάνωση της αντιληπτικής διαδικασίας, ως παραγωγικό σύστημα των δυναμικών σχέσεων μεταξύ του νου και των εξωτερικών ερεθισμάτων που δέχεται, αφορά την καλλιτεχνική πράξη, η οποία, ξεκινώντας από το όλον της εννοιολογικής σύλληψης του έργου, περνάει από πολλά και διαφορετικά στάδια για να καταλήξει στην εικαστική αποτύπωση των μερών που το αποτελούν.

Νέοι Απόφοιτοι απέναντι σε Μεγάλους Μάγιστρους

Ο Πυθαγόρας Χατζηανδρέου, του οποίου τη μεταπτυχιακή εργασία ξεχωρίσαμε στο άνοιγμα των εργαστηρίων της ΑΣΚΤ για την έλευση της documenta, με τη σειρά

A Personal Short Story of Sin μας προτείνει μία διαφορετική ανάγνωση της αρχαιολογίας χρησιμοποιώντας σαν objet trouvé  παραπεταμένες μουσειακές φωτογραφίες αρχαίων αγαλμάτων και δημιουργώντας ανίερα assemblages περιπτύξεων αλλόκοτων νέων θεοτήτων.

Με μία ανάλογη εικονοκλαστική διάθεση, η Κατερίνα Κομιανού, μέσα από τις νυχτερινές της λήψεις αλλά και τα γλυπτά της, αποτείει ένα hommage στο επίπλαστο μεγαλείο της Αθήνας των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, όπου πολλοί από τους φοίνικες που ήρθαν για να προσδώσουν εξωτισμό στο αστικό τοπίο, αρρώστησαν και ‘αποβλήθηκαν’ από αυτό, είτε αποτυπώνοντας τους φασματικούς κορμούς τους καθώς στέκονται σαν ασκεπείς κίονες μιας ξεπεσμένης και φρούδης αυτοκρατορίας, είτε περιδένοντας τους μαραμένους φλοιούς τους σε μία γλυπτική προσπάθεια οικειοποίησης του αλλοτινού μεγαλείου τους.

Βεβαίως, εάν ψάχνουμε μία χαρακτηριστική συλλογή θραυσμάτων της ουτοπίας του σύγχρονου πολιτισμού και μία ιδιαιτέρως εικονοκλαστική διάθεση κατά την ειρωνική επανατοποθέτησή τους, ο καλλιτέχνης που έρχεται πρώτος στο μυαλό είναι το αιώνιο enfant terrible της σύγχρονης Γερμανικής τέχνης, λάτρης του ελληνικού τοπίου, Martin Kippenberger (1953-1997), και τον οποίο πολύ ορθά συμπεριέλαβε στην έκθεση με δύο χαρακτηριστικά έργα του ο επιμελητής. Στα νέο-ντανταϊστικά κολλάζ του Kippenberger ο επίσης μεγάλος Γερμανός καλλιτέχνης Thomas Schütte αντιπαραθέτει τους ογκώδεις μινιμαλιστικούς μπρούτζινους μονόλιθους του που θυμίζουν μεγάλα όρθια λεμόνια και ιχνηλατούν τα βήματα των θεατών κατά την έξοδό τους στην αυλή, πλησίον της οποίας δεσπόζει και μία αληθινή λεμονιά.

Τέχνη Εκτός Ορίων

Από τις πιο δυνατές παρουσίες της φετινής έκθεσης, ήταν αυτή του Vahakn Arslanian. Ο καλλιτέχνης από την Αμβέρσα, άγνωστος στην Ελλάδα αλλά με σημαντική παρουσία στη Νέα Υόρκη, ξεδιπλώνει ένα opus δουλειάς με εξαιρετική δυναμική. Εκ γενετής κωφός, οι μόνοι ήχοι που δύναται να συλλάβει είναι το τιτίβισμα των πουλιών, το σπάσιμο του γυαλιού και το πέταγμα των αεροσκαφών. Επάνω σε αυτές τις συγκεκριμένες ηχητικές εμπειρίες, ο καλλιτέχνης έστησε μία εμμονική ποιητική αφήγηση από θραύσματα γυαλιού, όπου μέσα τους και πάνω τους  συναντάμε ζωγραφισμένα πτηνά ή αεροπλάνα, τα οποία είτε ενώνονται με σιδερένια ράμματα, είτε φωτίζονται από ένα κερί που αργά τα σιγοκαίει. Οι άδειες κορνίζες του Στυλιανού Κοντομάρη θα μπορούσαμε να πούμε ότι αποτελούν το τέλειο εικαστικό παράδειγμα, αλλά και την ανατροπή της Αρχής της Τελείωσης της Γκεστάλτ, της τάσης δηλαδή του μυαλού να κλείνει ή να γεμίζει τα ατελή αντικείμενα.

Περίτεχνα δουλεμένες με πολύχρωμα μολύβια, οι κορνίζες στέκουν άδειες περιμένοντας ένα πεπερασμένο μοτίβο (τοπίο, πρόσωπο) να γεμίσει το κενό, το οποίο όμως, ως ο μόνος πρωταγωνιστής, δημιουργεί ένα στιγμιαίο ιλιγγιώδες horror vacuum που αναβλύζει από το βάθος τους και ανατρέπει την ανάγκη για αυτοπεριορισμό. Αντίθετα η ανάγκη για ανοιχτό ορίζοντα ξεχειλίζει στα μικρά τοπία που ζωγραφίστηκαν επάνω σε κουτιά δημητριακών από τον Αμερικανό καλλιτέχνη και έμπορο τέχνης Lawrence B. Salander, κατά τη διάρκεια του εξάχρονου περιορισμού του σε κέντρο κράτησης στη Νέα Υόρκη.

Η Πάλη με το Υλικό

Η ύλη της τέχνης δημιουργεί δραματικά θεατρικά περιβάλλοντα, καθώς διαρρηγνύεται, ξεφλουδίζει και ανασαίνει στα πηχτά, σχεδόν τρισδιάστατα λάδια της Ευγενίας Αποστόλου, μα και καθώς ρέει και κυματίζει από το ταβάνι στα αιθέρια και ιριδίζοντα, υαλωμένα καταρρακτώδη ακρυλικά της Berta Fischer. Το λιωμένο Visceral Fat μέταλλο γίνεται καντηλέρι στον τοίχο στο του Δημήτρη Αντωνίτση, ενώ το επιτοίχιο υφασμάτινο Taking in the Sun και οι αδρές πλαγιαστές γλυπτικές φιγούρες του Βρετανού Daniel Silver φανερώνουν μία νέα εκδοχή του μοντερνιστικού γυμνού με αφετηρία την αρχαϊκή τέχνη.

Ζωντανή Εικόνα

Ο χώρος του πρώην αεροδρομίου του Ελληνικού γίνεται ένας τόπος εγκλωβισμένου transit, ένας ενδιάμεσος χώρος χωρίς αφετηρία ούτε προορισμό, με σαφείς αναφορές στις σύγχρονες απρόσωπες και συχνά βίαιες μετακινήσεις πληθυσμών στο βίντεο Αναχωρήσεις/ Departures του Χάρη Πατραμάνη. Τα πολλαπλά και διαφορετικά πρόσωπα του μύθου απεκδύεται η ηθοποιός-φετίχ Μέριλυν Μονρόε στα αντίστοιχα μυθικά πορτραίτα του Bert Stern στην προφητική σειρά φωτογραφιών Marilyn Monroe: The Last Sitting, 1962, έξι εβδομάδες πριν τον πρόωρο χαμό της. Πιο φυσική από ποτέ, η Μέριλυν γίνεται η μούσα της Καλής Μορφής της Γκεστάλτ, μία ολιστική μορφή που μοιάζει να διέπεται από ισορροπία, απλότητα και αρμονία.

Φωτογραφία εξωφύλλου: © Wan Kido