Ένα από τα σπουδαιότερα έργα του Γερμανού Νομπελίστα συγγραφέα Γκέρχαρτ Χάουπτμαν, η Hannele, ανεβαίνει στην Κεντρική Σκηνή του

νέου χώρου του 104 (Ευμολπιδών 41), μετά τη μεγάλη περυσινή της επιτυχία στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, από τις 23 Οκτωβρίου 2012 από την ομάδα Maniart σε σκηνοθεσία του Θάνου Τοκάκη.

Σε αντίθεση με τα μέχρι τότε νατουραλιστικά έργα του, o Χάουπτμαν γράφει το 1893 τη Hannele, ένα ποιητικό ονειρόδραμα με πρωταγωνιστή, για πρώτη φορά στη σύγχρονη παγκόσμια δραματουργία, ένα παιδί.
Στο δωμάτιο ενός ξεχασμένου πτωχοκομείου, ο συγγραφέας μας φέρνει αντιμέτωπους με την έννοια του θανάτου, μέσα από τα μάτια ενός 14χρονου κοριτσιού. Οι «σκουριασμένοι» ήρωες της σύντομης ζωής της Χανέλε –πραγματικοί και φαντασιακοί– ξεδιπλώνονται μπροστά μας τη στιγμή που η ίδια ισορροπεί μεταξύ ζωής και θανάτου. Η σκληρή πραγματικότητα, δανείζει στη Χανέλε υλικό και αυτή με τη σειρά της μας καλεί στις ξέφρενες, προθανάτιες,  εφηβικές φαντασιώσεις της.

Βλέποντας το έργο σήμερα, το χιούμορ πηγάζει μέσα από το μελόδραμα, ενώ τα τραγούδια των ηρώων μετατρέπονται σε ένα «φάλτσο» μιούζικαλ ελαττωματικών χαρακτήρων. Τι συμβαίνει σε έναν άνθρωπο τη στιγμή που πεθαίνει; Η αυτοκτονία είναι λύση για μια ζωή γεμάτη προβλήματα; Υπάρχει μετά θάνατον δικαίωση;
Η ομάδα Maniart καταπιάνεται με το έργο αυτό, με τον Θάνο Τοκάκη, στην πρώτη σκηνοθετική του απόπειρα, έχοντας μαζί του μια ομάδα από έμπειρους και νέους ταλαντούχους ηθοποιούς και συνεργάτες.

Μετάφραση: Κωνσταντίνος Κρίτσης
Σκηνοθεσία: Θάνος Τοκάκης
Σκηνικά–Κοστούμια: Χαράλαμπος Νικολάου
Μουσική: Φώτης Σιώτας
Σχεδιασμός Φωτισμών: Γιώργος Ταμπακάκης
Επιμέλεια Κίνησης: Σεσίλ Μικρούτσικου
Βοηθός Σκηνοθέτη: Έμη Πανουργιά
Παίζουν οι ηθοποιοί: Κωνσταντίνος Γαβαλάς, Ειρήνη Μπούνταλη, Δημήτρης Ντάσκας, Κωνσταντίνα Τάκαλου, Ειρήνη Φαναριώτη, Βαγγέλης Ψωμάς

Λίγα λόγια για το έργο
Όλο το έργο διαδραματίζεται στο πτωχοκομείο ενός ορεινού χωριού της Γερμανίας, όπου η φτώχεια και η αλλοτρίωση συνυπάρχουν με τη φροντίδα και την επιβίωση. Εκεί μεταφέρεται η 14χρονη Χανέλε από τον αγαπημένο της δάσκαλο Γκότβαλτ και τον ξυλοκόπο Ζάιντελ, μετά το «ατύχημά» της στη λίμνη του χωριού, όπου παραλίγο να χάσει τη ζωή της. Καταφθάνοντας ο προϊστάμενος του πτωχοκομείου Μπέργκερ και ανακρίνοντας τους δύο χωριανούς, αποκαλύπτεται πως η ζωή του μικρού κοριτσιού είναι ανυπόφορη, αφού η πολυαγαπημένη της μητέρα έχει πεθάνει λίγες εβδομάδες πριν, ενώ ο πατριός της, ο χτίστης Μάτερν, την κακοποιεί επανειλλημένα. Ο γιατρός Βάxλερ και η αδελφή-νοσοκόμα Μάρθα, εξετάζουν το δύστυχο κορίτσι, το οποίο, παραληρώντας από τον πυρετό, ομολογεί πως από μόνη της έπεσε στη λίμνη, μιας και είναι σίγουρη πως την περιμένει μια καλύτερη «μετά θάνατον» ζωή. Καθώς η κατάσταση της υγείας της Χανέλε επιδεινώνεται, ξεκινάει η παρέλαση των οραμάτων της: Φιγούρες δανεισμένες από την πραγματικότητα αλλά και από τη βαθιά ριζωμένη θρησκευτική πίστη της, την επισκέπτονται για να δώσουν απαντήσεις στα εφηβικά ερωτήματά της.

Σημείωμα Σκηνοθέτη
Η αρχική αίσθηση που μου προκάλεσε η πρώτη ανάγνωση της Hannele ήταν η απόσταση. Απόσταση από την εποχή, από τους χαρακτήρες, από τον τρόπο ζωής τους και τα πιστεύω τους. Το ξαναέπιασα έπειτα από λίγες εβδομάδες και η δεύτερη ανάγνωση με εξέπληξε: η απόσταση δεν ήταν τόσο μεγάλη όσο νόμιζα στην αρχή και είχε αντικατασταθεί από μια αίσθηση τόσο κοντινού, αλλά και παλιού ή καλύτερα φθαρμένου. Οι εκάστοτε αξίες και η ιδεολογία είναι άρρητα συνδεδεμένες με τη ανθρώπινη φύση, σχεδόν αναγκαίες.  Συνειδητοποίησα πως  ο φόβος σκιάζει λίγο πολύ όλους τους χαρακτήρες. Όχι ο τρόμος, αλλά ο φόβος για τον ανώτερο είτε αυτός είναι πραγματικός είτε φαντασιακός. Ο συγγραφέας έχει βάλει ένα αθώο 14χρονο κορίτσι να παλεύει με τις ενοχές του που το βασανίζουν ακόμα περισσότερο από τις κακουχίες της μίζερης ζωής του. Η μοναδική διαφυγή της είναι η φυγή από την πραγματικότητα. Φτιάχνει λοιπόν το δικό της «παραμύθι»,  με του δικούς της όρους και μέσα σε αυτό εκδικείται και αποθεώνεται. Μας καλεί όλους εμάς να ξεφύγουμε χρησιμοποιώντας  ένα –απερίοριστης χρήσης, μοναδικό για κάθε ανθρώπινο ον– ισχυρό όπλο: τη Φαντασία. Αν μη τι άλλο αυτή μας ανήκει αποκλειστικά.
Θάνος Τοκάκης

Λίγα λόγια για τον συγγραφέα
Gerhart Johann Robert Hauptmann

O Gerhart Hauptmann γεννήθηκε σε μια μικρή πόλη της Σιλεσίας (σημερινή νότια Πολωνία) στις 15 Νοεμβρίου 1862. Σπούδασε Γλυπτική στο Breslau Art Institute και στη συνέχεια Φυσική και Φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο της Ιένας (1882­83). Δούλεψε ως γλύπτης στη Ρώμη (1883­84) και συνέχισε τις σπουδές του στο Βερολίνο (1884­85). Εκείνη την περίοδο αποφάσισε να ασχοληθεί επαγγελματικά με τη συγγραφή. Παντρεύτηκε τη Marie Thienemann το 1885, και εγκαταστάθηκε στο Erkner, ένα προάστιο του Βερολίνου, όπου συνέχισε τις σπουδές του πάνω στην πολιτική, τη θεολογία και τη λογοτεχνία.
Το πρώτο του θεατρικό έργο, Vor Sonne­ naufgang (Πριν την ανατολή, 1889), τον έκανε διάσημο σε μια νύχτα αφού σόκαρε το κοινό με την αδιάλλακτη παρουσίαση της ανθρώπινης και κοινωνικής αθλιότητας. Ταυτόχρονα όμως εγκαινίασε το νατουραλιστικό κίνημα στη σύγχρονη Γερμανική λογοτεχνία. Αυτό που ξεχωρίζει στο έργο είναι οι οξύτατες λεπτομέρειες με τις οποίες αποδίδει τη δύσκολη ζωή της εργατικής τάξης, μέσα στην απόρριψη και την πείνα. Συχνά χρησιμοποιεί την τοπική διάλεκτο της πατρίδας του, της Σι­ λεσίας, για να τονίσει την αυθεντικότητα των έργων του.

Σε σχετικά μικρό χρονικό διάστημα έγραψε έργα με νατουραλιστικά θέματα με αποκορύφωμα το δράμα Die Weber (οι Υφαντές) βασισμένο στην εξέγερση των υφαντών της Σιλεσίας το 1844. Το έργο αυτό, ενώ συγκίνησε βαθιά την κοινή γνώμη, δυσαρέστησε τόσο τις πολιτικές αρχές με την κοινωνικοοικονομική ανάλυση της ζωής των υφαντουργών, ώστε ενώ είχε εκδοθεί το 1892, απαγορεύτηκε η παράστασή του για έναν χρόνο. Το 1893 γράφει το έργο Hanneles Himmelfahrt (Η Χάνελε πάει στον Παράδεισο) σηματοδοτώντας συγγραφικά τη μετάβαση του σ’ ένα πιο ποιητικό και συμβολιστικό ύφος. Παρότι ο Hauptmann βοήθησε να καθιερωθεί ο νατουραλισμός στη Γερμανία, αργότερα εγκατέλειψε τις αρχές του. Στα τελευταία έργα του μπορούμε να διακρίνουμε μυθολογικές και θρησκευτικές επιρροές. Το 1911 γράφει το Die Ratten (Οι αρουραίοι), για το οποίο και έλαβε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1912 «κυρίως σε αναγνώριση της καρποφόρας, ποικίλης και εξέχουσας παραγωγής του στο βασίλειο της δραματικής τέχνης.» Άλλα έργα του είναι η σατιρική κωμωδία Der Biberpelz (Η γούνα), Derrote Hahn (Ο κόκκινος πετεινός), Florian Geyer. Πέθανε σε ηλικία 83 ετών στο σπίτι του στο Angnetentorf στις 6 Ιουνίου του 1946.

Λίγα λόγια για τον σκηνοθέτη
Θάνος Τοκάκης
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1980. Είναι απόφοιτος της Δραματικής Σχολής του Εθνικού θεάτρου. Έχει συνεργαστεί ως ηθοποιός με τη Μικρή Πόρτα, το Θέατρο του Νότου (Αμόρε), το Δη.Πε.θε. Σερρών, το Εθνικό θέατρο, το θέατρο Αλίκη, το Θεάτρο Χορν, το Θέατρο της Οδού Κυκλάδων και τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών με σκηνοθέτες τους Θ. Μοσχόπουλο, Ν. Μαστοράκη, Θ. Γκόνη, Μ. Φριντζήλα, Γ. Χουβαρδά και Λ. Βογιατζή. Συμμετείχε σε τηλεοπτικές και κινηματογραφικές παραγωγές. Είναι πτυχιούχος του Τμήματος Ηλεκτρονικής του Τ.Ε.Ι. Αθήνας.
Το 2011 τιμήθηκε με το Βραβείο Χορν. Η παράσταση Hannele αποτελεί την πρώτη του σκηνοθεσία.
 

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
Γιώργος Ταμπακάκης
Δημήτρης Καλημέρης
Angelica Aufrais