Μετά την επιτυχία στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών και τις εξαιρετικές κριτικές, η παράσταση Η γυναίκα της Ζάκυθος ξανά μπροστά στο κοινό.

Ένας μεγάλος ποιητής. Ένα μνημειώδες έργο. Ένας ξεχωριστός σκηνοθέτης. Μια εξαιρετική ηθοποιός. Μια σπουδαία παράσταση, για το έργο του Διονύσιου Σολωμού, σε σκηνοθετική προσαρμογή του Δήμου Αβδελιώδη, με την Όλια Λαζαρίδου.

Το κείμενο

Η αινιγματικότητα του κειμένου έχει προκαλέσει ποικίλες ερμηνευτικές προσεγγίσεις. Γραμμένο το 1826 στη δημοτική γλώσσα, φέρει πολλά ζακυνθινά ιδιωματικά στοιχεία. Ο ποιητής το ξαναδούλεψε μέχρι το 1829, αλλά έμεινε ημιτελές. Δομημένο στο πρότυπο της βιβλικής Αποκάλυψης του Ιωάννη, είναι χωρισμένο σε κεφάλαια και το καθένα σε αριθμημένες παραγράφους.

Η παράσταση

Η παράσταση παίζεται σαν μουσική παρτιτούρα. Ο ρυθμός, η μετρική του κειμένου δίνουν τον θεατρικό τόνο. Το πώς προφέρονται τα σύμφωνα και τα φωνήεντα, η διαχείριση της κάθε λέξης ξεχωριστά, ο τονισμός της για να εκφραστεί η νοηματική ενότητα.

Ο σκηνικός χώρος

Το σκηνικό ακολουθεί αρχετυπική σύλληψη. Δυο μεγάλα ψηλά αγάλματα σηματοδοτούν το φως και το σκοτάδι, το καλό και το κακό.

Η γυναίκα της Ζάκυθος

Μια γυναίκα κακιά, μοχθηρή, δαιμονική, με μορφή απαίσια και γέλιο φοβερό, βρίζει, καταριέται αποδιώχνει τις Μεσολογγίτισσες που έχουν καταφύγει στη Ζάκυνθο, ανέστιες και πεινασμένες.

Σημείωμα σκηνοθέτη

Με το έργο αυτό ο Σολωμός αφήνει το φώς και ανιχνεύει το σκοτάδι. Δανείζεται λοιπόν το προσωπείο του Αγίου Διονυσίου,-που έζησε σαν ιερομόναχος ως τα 172 του χρόνια σ’ένα μοναστήρι της Κέρκυρας, για να κοιτάξει στα μάτια το κακό. Το γεγονός πως μπορεί να δεί μέσα από τα μάτια ενός Άλλου, τον απελευθερώνει και τον μεταφέρει σαν πνεύμα, εκεί όπου μπορεί να βλέπει την τυφλή και ακατανόητη δύναμη του κακού, χωρίς να το φοβάται.

Αυτή ακριβώς η έλλειψη φόβου είναι που τον θωρακίζει και του δίνει το έλλογο στοιχείο, τον έλεγχο, και την υπεροχή, ώστε το υποστασιοποιημένο κακό, -Η Γυναίκα της Ζάκυνθος εδώ,- να συντριφθεί αδύναμο μπροστά του.

Το κακό εδώ δεν είναι οι Τούρκοι, δεν είναι ο απέναντι, δεν είναι ο προφανής εχθρός. Το κακό είναι ανάμεσά μας, είναι μέσα μας.

Σχεδίασε και άρχισε να γράφει το έργο το 1826 στη Ζάκυνθο, βλέποντας με συναισθήματα πόνου και απέραντης συμπάθειας, τις προσφυγοπούλες Γυναίκες από το πολιορκημένο Μεσολλόγγι,- που επαιτούσαν ζητώντας τρόφιμα και χρήματα για τους έγκλειστους Άνδρες τους,- να αντιμετωπίζουν κατάμουτρα τη λεκτική βία, την προσβολή και την ταπείνωση από μια δύσμορφη, δαιμονική γυναίκα.

Το έργο, αν και έχει την επίφαση ενός οραματικού οίστρου, είναι ωστόσο απόλυτα ρεαλιστικό, γιατί ανιχνεύει τις αιτίες της κακοδαιμονίας και της διχόνοιας, σαν ζητήματα βαθιάς άγνοιας και αδυναμίας πρωτίστως ημών των ιδίων, των παρατηρητών, των φερομένων ως υποκειμένων του ορθού λόγου. Κάθε παρατήρηση και παραίτησή μας μπροστά σε κάτι παράλογο και άδικο , γίνεται αυτόματα προσχώρηση στο αντίθετο στρατόπεδο, της άγνοιας και του χάους, που εμπεριέχει το απρόβλεπτο, το οδυνηρό, το κακό.

Η παράσταση με την ανάδειξη του Λόγου του ποιητή, επιζητά να ανασύρει και να ζωντανέψει και όλες τις άλλες πτυχές που κρύβονται σ’αυτό το έργο, που δεν παύει να μας γοητεύει και να μας αφορά, σαν μια σημαντική κατάθεση ενός αγνού και μεγάλου στοχαστή, που ενεργοποιεί τη σκέψη μας επάνω σε θεμελιώδη ζητήματα της πραγματικότητας μας και της πραγματικής μας ταυτότητας.

Δήμος Αβδελιώδης

Συγγραφέας Διονύσιος Σολωμός
Σκηνοθέτης – θεατρική προσαρμογή Δήμος Αβδελιώδης
Ηθοποιοί Ολια Λαζαρίδου, Δανάη Ρούσσου, Δήμητρα Κωτίδου
Μουσική Βαγγέλης Γιαννάκης
Εικαστική παρέμβαση, ενδύματα, αγάλματα Aριστείδης Πατσόγλου
Οργάνωση Παραγωγής Γιώργος Πουλίδης