Η Ρέα Γαλανάκη καταθέτει το νέο της βιβλίο από τις εκδ. Καστανιώτη με τίτλο: «Η Άκρα ταπείνωση» και η πολιτική μετατρέπεται σε λογοτεχνικό οίστρο. Η ιστορία δύο γυναικών μεγάλης ηλικίας με διαταραχές στη νοητική τους λειτουργία, οι οποίες κατοικούν στον ίδιο ξενώνα και αποφασίζουν να βγουν κρυφά για να πάρουν μέρος στις διαδηλώσεις δίνει μόνο το έναυσμα.

Οι δυο γυναίκες διαλέγουν τη νύχτα της 12ης Φεβρουαρίου του 2012, τη νύχτα που κάηκε το κέντρο της Αθήνας και σημαδεύτηκε από τη λαϊκή διαμαρτυρία. Πολύ σύντομα θα αντιληφθούν ότι δε θυμούνται το δρόμο της επιστροφής. Θα χαθούν μέσα στο κέντρο, θα εξωθηθούν στην επαιτεία, θα λεηλατηθούν από τις αλήθειες που θα εντοπίσουν χαμένες μέσα στο πλήθος αρχικά και μετέπειτα στη μοναξιά «την πολυπληθέστερη ερημία» της μεγάλης πόλης.

Χρησιμοποιώντας μια εξαιρετική ελληνική γλώσσα η συγγραφέας καταγράφει την κοινωνική διαμαρτυρία τη στιγμή της εξέγερσης της απέναντι στην προδιαγεγραμμένη ταπείνωση. Δεν είναι τυχαίος άλλωστε ο τίτλος του βιβλίου, ο παρμένος από τη βυζαντινή αγιογραφία. Η συγγραφέας επισημαίνει έτσι την εξαθλίωση στην οποία έχει βρεθεί η ελληνική κοινωνία τα τελευταία χρόνια, τα χρόνια της κρίσης, του κοινωνικού μαρασμού, της άκρατης τρομολαγνείας, της χαμένης αξιοπρέπειας, της ναζιστικής ανόδου, των νεοαστέγων  που γεμίζουν τους δρόμους τα τελευταία χρόνια και δημιουργούν  ένα παράλληλο, ωστόσο τεράστιο σύμπαν και της έσχατης ανθρώπινης παρακμής στην Ευρώπη των ανισοτήτων, των τραγικά διαφορετικών ταχυτήτων.

Η Ρέα Γαλανάκη γράφει ενδεικτικά: «Σκεφτείτε το όμως, σήμερα μέσα στην Αθήνα είμαστε κάτι χιλιάδες άστεγοι, έτσι λένε όσοι μας μετράνε κάθε τόσο, ας χαίρονται την τύφλα τους κι αυτοί. Εμείς είμαστε αμέτρητοι ακριβώς επειδή είμαστε σκόρπιοι, είμαστε μια πολιτεία ολόκληρη, που ζει σαν έμβρυο εφιαλτικό μέσα στην κοιλιά μιας γκαστρωμένης πάλι Αθήνας».

Και λίγο παρακάτω περιγράφει με ιδιαίτερο ρεαλισμό: «Νεοάστεγοι ονομαστήκαμε όσοι βγήκαμε στον δρόμο εξαιτίας αυτής της οικονομικής καταστροφής, αυτής της κομψότατης έκφρασης προκειμένου να μιλήσουμε για την δολοφονία της προηγούμενης ζωής μας, όπου ο δολοφόνος ούτε δικάζεται ούτε μπαίνει φυλακή, αντίθετα καλοπερνά, κι ας έχει εγκληματήσει».

Η πολιτική επαγρύπνηση στην πόλη που γέννησε τη δημοκρατία αλλά βούλιαξε μέσα στην οικονομική, κοινωνική και θεσμική δειμοκρατία (όπου δείμος είναι ο τρόμος) γίνονται ο ηχηρός αφηγηματικός ιστός αυτού του ανθρωποκεντρικού και πολιτικού βιβλίου. Από την άλλη στο βιβλίο κυριαρχούν τα αντιφατικά δίπολα, όπως αυτό των δύο νέων ανδρών, του χρυσαυγίτη και του αντιεξουσιαστή, της μετανάστριας με το παιδί της και της ραγδαίας εξάπλωσης του ρατσισμού, της σχέσης των θυμάτων με τους θύτες τους, των μανάδων με τους προσανατολισμούς των παιδιών τους.

Η Γαλανάκη τολμά να θέσει ερωτήματα σ’ αυτό το βιβλίο για το πόσο υπόλογοι είμαστε απέναντι σ’ αυτή την κατάσταση. Θέτει τους ήρωές της, τον αναγνώστη και παράλληλα τον ίδιο της τον εαυτό μπροστά στις ευθύνες. Συμπάσχει μαζί τους και παράλληλα σπαράζει για την τύχη της φλεγόμενης πόλης  και για τις υπάρχουσες φλεγόμενες συνειδήσεις. Τολμά να δείξει τα αποτελέσματα των επιλογών μας και την πορεία της γενιάς του Πολυτεχνείου, της γενιάς των νεόπλουτων βολεμένων, της λαμογιάς, των μνημονίων και της ανεργίας, της πίκρας και των διαψεύσεων.

Ακροβατώντας ανάμεσα στην απώλεια της μνήμης και την αναζήτησή της, ανάμεσα στον αποπροσανατολισμό και την επιστροφή στην πρότερη πορεία, ανάμεσα στο ουτοπικό, το ανέφικτο και το ενδεχόμενο οι ήρωες της Γαλανάκη εξεγείρονται ο καθένας με τον δικό του τρόπο και ανατρέπουν την Ιστορία, το παρελθόν, το βίαιο μέλλον που τους περιμένει.

Ο στόχος αυτού του βιβλίου δεν είναι απλώς να θέσει ερωτήματα φιλοσοφικού τύπου αλλά να δώσει απαντήσεις. «Δεν είχες, όμως, άλλο αντίδοτο στον φόβο από την αγάπη», γράφει για να τονίσει ότι μια καφκική μεταμόρφωση με κέντρο την αγάπη για τον άνθρωπο είναι εφικτή και ικανή να αλλάξει τα δεδομένα όταν εξεγερθούν οι συνειδήσεις και οι άνθρωποι κοιτάξουν με κατανόηση τον συνάνθρωπό τους.

Χρειάζεται όμως πρώτα να φτάσει ο άνθρωπος στην εσχατιά της ταπείνωσης. Να βρει νέους δρόμους που οδηγούν από την άκρα εξαθλίωση στην εξιλέωση. Για να γίνει αυτό πρέπει πρώτα να συνειδητοποιήσει την εξεγερτική του φύση, τη δύναμη που κρύβει μέσα της η αγάπη, η αποδοχή της διαφορετικότητας, ο πολυπολιτισμικός σεβασμός, ο ευνουχισμός του φόβου και οι κοινωνικοί αγώνες για την κατάκτησή τους.

Το βιβλίο της Ρέας Γαλανάκη, Η άκρα ταπείνωση, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.