Ο Γιώργος Τσιριγώτης επανέρχεται για τρίτη φορά στη σκηνή του Half Note, πλαισιωμένος από τέσσερεις μοναδικούς δεξιοτέχνες μουσικούς, για να μας χαρίσει και πάλι μοναδικές στιγμές συγκίνησης και πάθους με «Τα 4 πρόσωπα ενός τενόρου». Λίγο πριν την εμφάνισή του, την Πέμπτη 25 Απριλίου, απαντά στις ερωτήσεις μας για την πορεία του στη μουσική, το πολυσυλλεκτικό πρόγραμμα που θα παρουσιάσει και τα επόμενα σχέδιά του!

Συνέντευξη: Μαριάννα Παπάκη

Culturenow.gr: Αφορμή της «κουβέντας» μας είναι η εμφάνισή σας – για 3η φορά – στη σκηνή του Half Note Jazz Club. Πώς νιώθετε που οι προηγούμενες εμφανίσεις σας είχαν την αποδοχή του κοινού και μάλιστα σε μια ιστορική μουσική σκηνή της Αθήνας;

Γιώργος Τσιριγώτης: Ευγνώμων! Ήθελα αρκετό καιρό να παίξω στο Half Note, περίμενα όμως το κατάλληλο project. H κυρία Καράμπελα είναι εξαιρετικός άνθρωπος. Δίκαιος και κρατάει ψηλά τα στάνταρτς, πράγμα ωφέλιμο για όλους.

Cul.N.: Το πρόγραμμά σας παρουσιάζει μεγάλο εύρος συνδυάζοντας μουσικά είδη πολλών εποχών και στυλ. Πείτε μας δυο λόγια για τα κριτήρια της επιλογής σας.

Γ.Τ.: Έπρεπε να φτιαχτεί ένα πρόγραμμα το οποίο να μπορεί να φανερώνει όλα αυτά για τα οποία δουλεύω σχεδόν δεκαπέντε χρόνια τώρα. Μόνο σ’ ένα πρόγραμμα με λαϊκά ή παραδοσιακά τραγούδια, αυτό δεν γίνεται. Οι αρετές του μουσικού και του τραγουδιστή δεν ξεδιπλώνονται όλες. Και είναι ανάγκη για εμένα αυτό γιατί το τραγούδι είναι έκφραση. Επίσης πάντα μπαίνει και καινούριο υλικό, για να μην σταματάω τη μελέτη. Πιστεύω ότι μόνο η μελέτη δίνει τη φρέσκια ενέργεια που χρειάζονται οι παραστάσεις.

Οι συνεργάτες μου είναι καταπληκτικοί μουσικοί και καλά παιδιά, πάνω τους βασίζεται και η εξέλιξη και το πέρασμα στην επόμενη γενιά που ακολουθεί. Ο Θανάσης Βασιλάς για παράδειγμα συνεργάζεται έξι χρόνια με τον Μίκη Θεοδωράκη, ο Κυριάκος Γκουβέντας μαζί με τον Κατσιγιάννη έφτιαξαν την Εστουδιαντίνα,

επόμενο είναι ότι όλες αυτές οι εμπειρίες περνούν μέσα από το παίξιμο του μουσικού το οποίο αγγίζει τις καρδιές και πλάθει την αισθητική του κοινού.

Cul.N.: Η πορεία σας και η σχέση σας με τη μουσική είναι μακρόχρονη και ενδιαφέρουσα. Θα θέλατε να μας πείτε ποια ήταν τα πρώτα μουσικά ερεθίσματα και πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε επαγγελματικά με το χώρο της μουσικής;

Γ.Τ.: Η οικογένεια μου απ’ την πλευρά του πατέρα μου, έχει μεγάλη παράδοση στο τραγούδι. Ο Οικονομίδης είχε ανακαλύψει την θεία μου, πήγαινε παρακαλώντας στον παππού μου να την αφήσει, αλλά τίποτα εκείνος, τα ξέρετε τι πίστευαν τότε. Ο θείος μου ο Γιώργος που από εκείνον πήρα και το όνομα, απίστευτος τραγουδιστής. Όταν τελείωνε ο Παλαιολόγου με τον Καζαντζίδη πήγαινε να ακούσει τον θείο μου.

Cul.N.: Έχετε ζήσει και σπουδάσει αρκετά χρόνια στο εξωτερικό και συγκεκριμένα στις Η.Π.Α. Πείτε μας γι’ αυτή την εμπειρία και τις διαφορετικές καταστάσεις που έχει να αντιμετωπίσει ένας καλλιτέχνης συγκριτικά με την Ελλάδα.

Γ.Τ.: Για να καταλάβετε θα σας δώσω ένα παράδειγμα. Στην Αμερική όταν ηχογραφείς, είναι άλλος ο ηχολήπτης που καθορίζει πως θα γράψουν τα όργανα και άλλος αυτός που θα κάνει την μίξη. Τέτοιες λεπτομέρειες. Εδώ… αν αυτή τη στιγμή δεν έτρεχα ο ίδιος για όλα μα όλα, δεν θα γινόταν τίποτα. Πήγα δυο φορές συστημένος από τρίτους στην ορχήστρα του Μίκη, αν δεν έχεις το όνομα του Μητσιά, του Νταλάρα ή της Γλυκερίας, σου λένε καλός είσαι, αλλά τι να σε κάνουμε… Δεν μας φέρνεις κόσμο.

Cul.N.: Οι επιρροές σας από την κλασική μουσική αλλά και το έντεχνο τραγούδι;

Γ.Τ.: Κλασικό, έντεχνο, λαϊκό, παραδοσιακό, όπερα, έχουμε πολλές πλευρές οι άνθρωποι που εκφράζονται με διαφορετικούς τρόπους.

Cul.N.: Για έναν καλλιτέχνη που ζει στην Ελλάδα, πόσο δύσκολο είναι να «επιβληθεί» στα καλλιτεχνικά πράγματα; Ποια προσόντα πρέπει, κατά τη γνώμη σας, να έχει ώστε να τα καταφέρει;

Γ.Τ.: Υπομονή και μελέτη. Και να μην υποτιμάει τη δύναμη της αγάπης για την μουσική και την ανταπόκριση του κοινού στις καλές προσπάθειες. Οι καρδιές δεν κοροϊδεύονται και εμείς ξέρουμε αν κάναμε καλά την δουλειά μας ή όχι από την κατάσταση του κοινού.

Cul.N.: Ειδικά στις μέρες μας, που τα πράγματα έχουν δυσκολέψει ακόμα περισσότερο, τι θα συμβουλεύατε σε ένα παιδί που τελειώνοντας το σχολείο αποφασίζει να ασχοληθεί σοβαρά και σε επαγγελματικό επίπεδο με τη μουσική;

Γ.Τ.: Έχουμε λιγάκι παρανοήσει το θέμα της τέχνης. Εμείς πρέπει να μελετάμε και να μοιραζόμαστε την αγάπη και τον μόχθο μας με τους ανθρώπους που μπορούμε. Πρέπει να μας νοιάζει να εξελισσόμαστε και να εμβαθύνουμε την σχέση μας με την τέχνη πάνω απ όλα. Αν η ζωή θέλει, θα μας το δείξει, αλλιώς δεν πιστεύω ότι είναι σωστή επαγγελματική επιλογή. Εμμένουμε στην σχέση μας με αυτήν και αν μας πάει, έχει καλώς.

Cul.N.: Μετά τις εμφανίσεις σας στο Half Note Jazz Club, υπάρχουν καλλιτεχνικά σχέδια τα οποία θα θέλατε να μοιραστείτε μαζί μας;

Γ.Τ.: Σκέφτομαι ένα πρόγραμμα μόνο με τραγούδια για την θάλασσα από κοινού με την Τζανουδάκη (σημ.: Μαριαστέλλα), πώς σας φαίνεται…; 

Cul.N.: Πολύ ενδιαφέρον… το περιμένουμε!