Ο Θανάσης Χατζόπουλος συγκαταλέγει στο «Φιλί της ζωής» μια συλλογή ποιημάτων που αποπνέουν έναν ρομαντικό σεβασμό για ό,τι ο ποιητής ερωτεύεται, και αφήνουν ως ενθύμηση τις προσπάθειες του ποιητή για συναισθησία («Νιώθεις τον ήχο της όταν κρυώσει λίγο») και τα πολλαπλά επίπεδα αναφορών που δίνουν νέες ερμηνευτικές διαστάσεις.

Ο βασικός τρόπος μέσω του οποίου ο Χατζόπουλος δημιουργεί μουσικότητα είναι οι πολλαπλές αναφορές σε προαναφερθείσα λέξη, ακόμη κι όταν αυτή η αναφορά δεν είναι απαραίτητη (1. «Κι ετάζει της καρδιάς μου, αυτής/ Που σου τη χάρισα να πάλλει», 2. «Κι από νευρώνα σε νευρώνα σε βρίσκω/Εκεί που δεν το περιμένω να σε βρω/Κι εκεί όπου πριν δεν στάλθηκε κανείς»). Ο ρυθμός, έτσι, σπάει υποχρεωτικά σε μικρότερα τεμάχια, με αποτέλεσμα η ροή να ομοιάζει περισσότερο αυτή του αναμενόμενου προφορικού λόγου, με τις υπόλοιπες λέξεις να φέρουν το κυρίως νόημα του ποιήματος. Κάποιες φορές, ο ποιητής ενισχύει αυτήν την τεχνική της πολλαπλής αναφοράς και την καθιστά βάση του ποιήματος, από νοηματική και μουσική άποψη («Αυτός που πίστεψε σε όσα δεν είδε/Απ’ όσα είδε/Σε όσα μοναχός φαντάστηκε/Απ’ όσα δεν υπήρχαν/Σε όσα από κείνα που φαντάστηκε/Έγιναν πιο πραγματικά απ’ όσα είδε…»), με την αναφορά πλέον να μην είναι το μέσο αλλά η κινητήριος δύναμη του ποιήματος.

Βασικό μοτίβο ρυθμού είναι και οι επαναλήψεις σε κομβικά σημεία, άλλοτε της ίδιας φράσης, άλλοτε λιγότερη παραλλαγμένης, είτε ως προς μία λέξη, είτε χρησιμοποιώντας συνώνυμες λέξεις που ηχούν ουσιαστικά σαν επανάληψη («Διασχίζεις τη σκέψη μου…/Διαπλέεις τους λογισμούς μου…/Διασχίζεις τη σκέψη μου και/ Διακονείς τους λογισμούς»). Μεταξύ των επαναλήψεων ο Χατζόπουλος φορτώνει σταδιακά την κάθε επανάληψη με περισσότερους στίχους («Φωτίζει λίγο/Μιαν υπόσχεση που’ ναι πολύ/Φωτίζει λίγο/Από έναν ήλιο απέναντι κρυμμένο/Από τη νύχτα σου/Από έναν ήλιο φως πολύ»). Συγχρόνως σε παραδείγματα σαν το προηγούμενο δίδεται η εντύπωση ότι η μουσικότητα και η σκέψη βρίσκονται σε «συστοιχία», με την κατάλληλη μουσική λέξη να έρχεται και να βρίσκει συνάμα και το κατάλληλο νόημα.

Μια επίσης ευρηματική δημιουργία μουσικότητας βρίσκουμε εκεί όπου ο ποιητής κατορθώνει μια ‘σύνταξη τονική’, θέτοντας στην ίδια θέση στον στίχο λέξεις με διαφορετική συντακτική αξία, που όμως υποτάσσονται στον τόνο που φέρουν και εξομοιώνονται («Ήχους/ Γυμνούς/ Ρυθμούς/ Ερυθρούς»). Εν γένει στην ποίηση του Χατζόπουλου απουσιάζουν τα κόμματα και κάθε στίχος εκκινεί με κεφαλαίο. Έτσι ακόμη περισσότερο κάθε στίχος, τόσο μορφικά όσο και νοηματικά, αποτελεί μια αυτούσια οντότητα, που δεν περιέχει συχνά παραπάνω από ένα ρήμα.

Ωστόσο η ποίηση του Χατζόπουλου δεν είναι από εκείνες που μπορούν να απαγγελθούν εύκολα, υπό την έννοια ότι πολλές φορές δεν ακολουθεί ρυθμικά κάτι τρόπον τινά αναμενόμενο, όταν για παράδειγμα ο τόνος πέφτει («Προσφέροντας μια ευτυχία αγνώστου/Στους πιστούς της»). Αυτό αίρεται στα ποιήματα όπου χρησιμοποιείται το μοτίβο της επανάληψης που λειτουργεί και σαν επωδός. Επίσης η ποίηση του Χατζόπουλου είναι περισσότερο μια ποίηση ανάγνωσης εκεί όπου οι αναφορές πυκνώνουν και καθίσταται δύσκολη η μνημονική αναδρομή στο προαναφερθέν. Ακόμη και το συμπαγές νόημα του κάθε στίχου, που κάποιες φορές γίνεται ιδιαίτερα αυτόνομο, κάνει τη σύνδεσή του με άλλους στίχους δύσβατο, ειδικά αν μιλάμε για απαγγελία. Αλλά ακόμη και αν ιδωθεί ως αναγνωστική ποίηση, ο ρυθμός χωλαίνει όταν δεν χρησιμοποιούνται τα πάγια καλοδουλεμένα μοτίβα του ποιητή. Η εμπειρία της ποιητικής πένας του Χατζόπουλου ωστόσο δεν αφήνει ποτέ κάποιο ποίημα να σταθεί τελείως παράταιρο.


Διαβάστε επίσης:

Φιλί της ζωής – Θανάσης Χατζόπουλος