Παραδοσιακά η όπερα ασχολείται περισσότερο με το μουσικό κομμάτι και το λιμπρέτο, καθιστώντας πιο «δύσκαμπτο» τον εκάστοτε θίασο. Όμως, γίνεται πλέον μια επένδυση σε ακριβοθώρητους θεατρικούς σκηνοθέτες, που βάζουν την δική τους πινελιά στα κλασικά έργα.

Ο κάθε σκηνοθέτης, σέβεται τους ιδιαίτερους κανόνες του είδους, σε σημείο που οι αρμοδιότητές του περιορίζονται. Αυτό φαίνεται να αλλάζει  εντυπωσιακά με τον καιρό και η συντηρητική δομή της όπερας να επιδέχεται σημαντικών καινοτομιών.

Οι διαφορετικές αναγνώσεις των έργων μέσω ενδιαφερόντων πειραματισμών και εκδοχών, βοηθούν στο να γίνουν ορατές κοινωνικοπολιτικές διαστάσεις των γεγονότων ή ψυχολογικές εκφάνσεις των ηρώων που μέχρι τότε δεν είχαν φανερωθεί ή αποσαφηνιστεί.

Φέτος η Λυρική, επέλεξε για το καλοκαιρινό της ρεπερτόριο, το πολυανεβασμένο έργο του Μότσαρτ, «Δον Τζιοβάννι», το οποίο αφηγείται την ιστορία ενός τυχοδιώκτη ηδονιστή άρχοντα. Στην Σεβίλλη του 17ου αιώνα, ζει ο ματαιόδοξος και αλαζόνας Δον Τζιοβάννι, που έχει θέσει ως αυτοσκοπό το αέναο κυνήγι της ηδονής, κατακτώντας και στη συνέχεια πληγώνοντας, πλήθος γυναικών. Μία νύχτα μετά την τρομερή απόπειρα βιασμού της νεαρής Ντόνα Άννα, πολεμά με τον πατέρα της και τον σκοτώνει. Έχοντας στο πλευρό του τον πιστό υπηρέτη Λεπορέλο, καταφέρνει να αποφύγει την αποκάλυψη της ταυτότητάς του. Παράλληλα, ο αμετανόητος καρδιοκατακτητής, συνεχίζει ακάθεκτος το κυνήγι γυναικών, ακόμα και με κίνδυνο της ζωής του. Κάποιες όμως θα ζητήσουν εκδίκηση για την κοροϊδία, όπως η Ντόνα Ελβίρα και η Ντόνα Άννα που συμμαχούν αποφασιστικά για την τιμωρία του. Ενώ ολόκληρη η κοινωνία του χωριού στρέφεται τελικά ενάντια στον δαιμόνιο Τζιοβάννι, εκείνος καταφέρνει να ξεγλιστρήσει, παίρνοντας την θέση του υπηρέτη του και αγνοώντας επιδεικτικά τους εχθρούς. Η κάθαρση έρχεται με παράδοξο τρόπο σε ένα φαντασιακό επίπεδο και φαντάζει δικαίωση για τα απεχθή έργα του επικίνδυνου γόη.

Ο ήρωας είναι ένας διαχρονικός ελευθέριος, σύμβολο της βίας και της παθογένειας απέναντι στην κοινωνία που τις γεννά. Κάτω από το πέπλο της γοητείας, του μυστηρίου, αλλά και της συμπάθειας που γεννά λόγω του χιούμορ που διαθέτει, κρύβεται κάτι ύποπτο και αρρωστημένο.  Εκμεταλλεύεται τις γυναίκες, απλά και μόνο για να τις καταγράψει σε έναν τρομακτικό κατάλογο κατακτήσεων, χωρίς να ενδιαφέρεται παρά για την προσωπική επιβεβαίωση και πρόσκαιρη ικανοποίηση. Δε διστάζει να απειλήσει ό,τι εμποδίζει τους σκοπούς του, ακόμα και τον πιο πιστό του φίλο, σημάδι ότι δεν τρέφει αγνά αισθήματα για κανέναν. Θα ήταν επιδερμικό να πει κανείς ότι η έλλειψη αγάπης και μόνο, τού δημιούργησε αυτήν την τάση, ενώ υποβόσκουν τόσες αιτίες και αφορμές για αυτήν την αλλόκοτη συμπεριφορά.

Ο Γιάννης Χουβαρδάς, σε συνεργασία με την σκηνογράφο Εύα Μανιδάκη, μετέφεραν τη δράση του έργου σε ένα άχρονο παρόν, μετατρέποντας τη σκηνή του Ηρωδείου σε έναν ανοιχτό χώρο, μια τυπική πλατεία που θα μπορούσε να βρίσκεται οπουδήποτε. Όλα διαδραματίζονται εκεί, από το φονικό και την κάθε κατάκτηση του Τζιοβάννι, μέχρι το δραματικό φινάλε, σαν να επαληθεύεται η λαϊκή ρήση για τον δολοφόνο και τον τόπο του εγκλήματος. Ο σκηνοθέτης έπαιξε αρκετά με τους χαρακτήρες, τους έστησε έξυπνα ευκίνητους, ενώ εκμεταλλεύτηκε και αξιοποίησε ολόκληρη την σκηνή του Ηρωδείου. Τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη, πιθανόν να ξενίσουν, όμως κατά κάποιο τρόπο εξυπηρετούν το σκηνοθετικό σκοπό. Είναι σκληρά, ανομοιογενή, πολλές φορές κιτς, αναδεικνύουν τις ναρκισσιστικές και αμφιλεγόμενες προσωπικότητες.

Η ορχήστρα της Λυρικής, υπό την καθοδήγηση του Λουκά Καρυτινού, εκτέλεσε έξοχα τα κλασικά κομμάτια. Ως προς τις ερμηνείες, ο Διονύσης Σούρμπης στον πρωταγωνιστικό ρόλο, είχε στιβαρότητα και ερμηνευτική πυγμή. Τα τελευταία χρόνια αναδεικνύει όλο και περισσότερο το ταλέντο του και συνεχίζει να μας εκπλήσσει θετικά. Εξαιρετικό το δίδυμο Άννα (Μυρτώ Παπαθανασίου) και Οττάβιο (Μούζα Νκούνα), με συνοχή και συναισθηματικές ερμηνείες, όπως επίσης οι σπιρτόζικες παρουσίες των Λεπορέλο με τον Χοσέ Φαρδίγια, Μαζζέτο του Πέτρου Μαγουλά και η πληθωρική Τσερλίνα της Μαρίας Μητσοπούλου. Δυναμικός και καθηλωτικός ο Διοικητής (Δημήτρης Καβράκος), όπως και η σπαρακτική Ντόνα Ελβίρα της Τσέλια Κοστέα. Βεβαίως, κάθε ημέρα της παράστασης η διανομή είναι διαφορετική και το κοινό έχει την ευκαιρία να δει και άλλους αξιόλογους συντελεστές στον εκάστοτε ρόλο.

Ακόμα και αν μια μοντερνοποιημένη όπερα, ξενίσει τον φανατικό θεατή των κλασικιστικών ανεβασμάτων ή αιφνιδιάσει απροσδιόριστα τον ανυποψίαστο που περιμένει να μυηθεί στη μαγεία της, πρέπει να θυμόμαστε ότι ουσιαστικά το δημιούργημα των μεγάλων μουσικών μένει αναλλοίωτο και ο εκάστοτε ενορχηστρωτής, αναζητεί διαφορετικές οπτικές, προσπαθώντας τα έργα να μπορέσουν να απαντήσουν στις ερωτήσεις που ενίοτε θέτει η κοινωνία.


Ο αριστουργηματικός Ντον Τζοβάννι του Μότσαρτ , παρουσιάζεται στο Ηρώδειο από την Εθνική Λυρική Σκηνή στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών, στις 11, 13, 14, 15 Ιουνίου 2014.

Περισσότερες πληροφορίες για το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου 2014www.greekfestival.gr