Με το βιβλίο αυτό ο Assouline καταθέτει στο χρονικό του Β’ Παγκοσμίου πολέμου ένα ακόμα επεισόδιο του μέσα στα πολλά και άγνωστα που έχουν σημαδέψει την ανθρωπότητα και την ιστορία της Ευρώπης. Γιατί αυτός ο πόλεμος άφησε πίσω θύματα και ανθρώπινες απώλειες αλλά άφησε και ανοιχτές πληγές σε ανθρώπους που επέζησαν και βίωσαν την αγριότητα των κατακτητών.

Με αποκαλυπτική διάθεση ξεδιπλώνει όλη την ιστορία πίσω από τους δωσίλογους του Βισύ που είχαν καταφύγει και καταλύσει σε έναν πύργο στην Γερμανία, τον πύργο Ζιγκμαρίνγκεν για να γλιτώσουν από την λαίλαπα της ναζιστικής κατοχής. Εκεί βέβαια βρήκαν καταφύγιο έχοντας προηγουμένως συνθηκολογήσει με τον Χίτλερ παραδίδοντας ένα κομμάτι της Γαλλίας στα χέρια του και προδίδοντας αξίες και αξιοπρέπεια στο όνομα της ευζωίας και της αποφυγής των δεινών. Εν μέσω πολέμου απολάμβαναν της προστασίας του Χίτλερ, βρίσκονταν μακριά από βασανισμούς, αλλά αιχμάλωτοι ουσιαστικά της ίδιας τους της επιλογής και των αμφιλεγόμενων προθέσεών τους. Ο στρατάρχης Πεταίν και οι συν αυτώ, αυτοί οι δειλοί άνθρωποι που προτίμησαν την παράδοση των «όπλων» από την αντίσταση των συμπατριωτών τους γεύτηκαν μία προσωρινή ηρεμία και ζούσαν σαν φαντάσματα σε έναν πύργο από τον οποίο εκδιώχθηκαν οι νόμιμοι κάτοικοί του, η οικογένεια των Χοεντσόλερν. Ο ρους της αφήγησης του Στάιν, του πιστού αρχιοικονόμου που αναγκάστηκε να υπηρετεί αυτές τις σκοτεινές και αδύναμες ψυχές των δωσίλογων, είναι συγκλονιστικός, ακέραιος αλλά και άκρως διαφωτιστικός για όλα αυτά που έζησε στον πύργο αλλά φρόντισε να μοιραστεί με τον ίδιο του τον εαυτό.

«Όταν έχουμε την τύχη να υπηρετούμε σε ένα τέτοιο Σπίτι, με όσα παραμένουν ανέγγιχτα από την Ιστορία, δεν μπορούμε σε καμία περίπτωση να εμπιστευθούμε τα καθεστώτα. Γιατί είναι παροδικά, ενώ μία αρχοντική οικογένεια εγγράφεται στη μακρά διάρκεια. Ο άνθρωπος είναι πιο δυνατός από τις ιδεολογίες». Ο Στάιν είναι μία ισχυρή, ψύχραιμη και ακέραια προσωπικότητα μέσα στην λαίλαπα των γεγονότων που δεν παραβλέπει κάθε φορά να εκτελεί το καθήκον του ακριβώς όπως του ανατέθηκε από τους ανωτερούς του, όποιοι και αν είναι αυτοί. Δεν βλέπει τα πρόσωπα που υπηρετεί αλλά τον ρόλο που έχει αναλάβει να διεκπεραιώσει και δεν υπεισέρχεται σε μεμψίμοιρες λογικές και πολιτικές βρώμικων υπόγειων παιχνιδιών για να κερδίσει την εύνοια του ενός ή του άλλου. Είναι ένας υπομονετικός, ευαίσθητος αλλά και ψυχρός άνθρωπος, εκεί που πρέπει επιδεικνύει τον ατάραχο χαρακτήρα του και αντιστέκεται στην πρόκληση να ομολογήσει τις προσωπικές του μαρτυρίες και σκέψεις. Η επαφή του με την οικονόμο του στρατάρχη, την Ζαν Βόλφερμαν, είναι μία ευκαιρία για εκείνον να ξεφύγει από την καθημερινή μελαγχολία της εξυπηρέτησης ανθρώπων για τους οποίους δεν τρέφει την παραμικρή εκτίμηση. Η γυναίκα αυτή είναι για εκείνον μία όαση στην ατιμία, τις σάπιες νοοτροπίες και την ασωτία που βιώνει γύρω του από ανθρώπους που δεν μιλάνε μεταξύ τους και αρνούνται να συνυπάρξουν κάτω από την ίδια στέγη. «Η φύση διακρίνει τις φυλές, αγνοεί όμως τα άτομα» θα πει ο ίδιος για να εξηγήσει πως αυτά τα άτομα είναι ξένα προς εκείνον. Απαξιώνει τις δράσεις τους και τον αλληλοσπαραγμό τους μιας και τα πολιτικά πρόσωπα που κατοικούν τον πύργο, όπως ο πρόεδρος Λαβάλ, ο στρατάρχης Πεταίν και άλλοι υψηλόβαθμοι αποτελούν ό,τι πιο ανήθικο και καιροσκοπικό έχει συναντήσει. Με την Ζαν Βόλφερμαν θα μπορέσει επιτέλους να επικοινωνήσει, να ερωτευτεί και να ακουμπήσει για λίγο τις αγωνίες του γύρω από την ματαιότητα που τον περιβάλλει.

Δεν φείδεται βέβαια λόγων και για τους συμπατριώτες του ναζιστές, οι οποίοι έχουν βυθίσει την Ευρώπη στο σκοτάδι των πιο ακραίων τους πεποιθήσεων και έχουν σπείρει τον όλεθρο και την δυστυχία. Είναι ο ίδιος ένα θύμα του καιρού του και ένας υπερασπιστής των ιδεών του και δεν παρεκκλίνει από αυτήν την φιλοσοφία. Παρατηρητής των συμβάντων και των συγκρούσεων θα σιωπήσει όταν καθίσταται αναγκαίο και θα μιλήσει σκωπτικά και καυστικά σε ενδεχόμενες ερωτήσεις των «φιλοξενούμενων» για να καταδείξει πως δεν είναι έρμαιο τους και παιχνίδι στα χέρια τους. Με την ιδιότητά του ως αρχηγός του υπηρετικού προσωπικού θα έλθει αντιμέτωπος με τις ανθρώπινες αδυναμίες, θα σταθεί εμπόδιο σε μεροληπτικές και ιδιοτελείς διαδρομές και δραστηριότητες καθιστώντας σαφές σε όλους πως δεν μπορούν να τον διαφθείρουν ούτε να υπονομεύσουν το έργο του. Άλλωστε, ο μεγαλύτερος του φόβος είναι να σταθεί στο ύψος των δικών του προσωπικών περιστάσεων μέχρι αυτή η πρόσκαιρη μπόρα να περάσει πάνω από το κεφάλι του. Θα δηλώσει απερίφραστα πως «Η πατρίδα μου είχε μετατραπεί σε έναν εφιάλτη, σε μία φρίκη, σ’ένα ηθικό σκάνδαλο. Ήταν όμως δική μου {…} Δεν έρχεσαι σε σύγκρουση με την ιστορία του ούτε διαπραγματεύεσαι με τη συνείδησή σου, προσαρμόζεσαι και περιμένεις».

Ο συγγραφέας μετά το εξαιρετικό Ξενοδοχείο Lutetia και με την βοήθεια της εξαιρετικής μετάφρασης της Μαρίζας Ντεκάστρο που απέδωσε τις δύσκολες λέξεις και ορολογίες της εποχής μέσα από επεξηγηματικά σημειώματα, επανέρχεται με ένα βιβλίο αναφορά στο χθες του πολέμου με το βλέμμα στο αύριο της ειρήνης και της κοινωνίας που δεν πρέπει να βιώσει ξανά ποτέ τέτοιες πρακτικές. Η τιμή μιας χώρας είναι οι άνθρωποί της και αυτοί που την οδηγούν σε απαξίωση θα αναμετρηθούν με την ιστορία, η οποία δεν χαρίζεται σε κανέναν. Η φράση του Στάιν είναι χαρακτηριστική για τον ιστορικό πυρετό της εποχής που έκαιγε τον ίδιο και αναφέρει «Κάνοντας μία μικρή βόλτα στον εξώστη {…} σκεφτόμουν πως όλο αυτό το διάστημα ήμουνα στην πραγματικότητα ένας από τους λίγους που είχε μείνει ο εαυτός του μέσα σ’ εκείνο το ντεκόρ της οφθαλμαπάτης όπου όλοι παίζαμε σε μία κωμωδία παρεξηγήσεων».

«Πρέπει κάθε στιγμή να σκύβεις μέσα σου για να δεις αν υποστηρίζεις αυτά που πιστεύεις, να σκαλίζεις το παρελθόν και να κρίνεις αν πέρασες ξυστά δίπλα από το ουσιώδες. Το θέμα είναι πως είμαι μόνος. Τα φαντάσματα δεν είναι πλέον εδώ ή έχουμε την ίδια ηλικία».

«Στη ζωή, έρχεται πάντα μια στιγμή που κάθε άνθρωπος παύει να ασχολείται με τους άλλους και αρχίζει να ενδοσκοπεί»

Το βιβλίο του Pierre Assouline, Ένας πύργος στη Γερμανία Ζιγκμαρίνγκεν, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις.