Η λεγόμενη “nu-folk” ή αλλιώς “indie-folk” έκανε την εμφάνισή της στις αρχές του 2000, με μπάντες και σόλο καλλιτέχνες όπως η Laura Marling, οι Noah and the Whale, οι Mumford & Sons και ο Johnny Flynn, οι οποίοι ξεκίνησαν να παίζουν μουσική μεταξύ τους, ως παρέα, και κατέληξαν να εμφανίζονται ως headliners σε μερικά από τα μεγαλύτερα φεστιβάλ μουσικής παγκοσμίως.

Θα μπορούσε κανείς να πει πως η μουσική τους αποτελεί μια μίξη των indie-rock και folk σκηνών – είναι μια μίξη του παλαιού, του παραδοσιακού, του γνώριμου, με κάτι νέο. Η χρήση παραδοσιακών οργάνων όπως το banjo, σε συνδυασμό με σύγχρονα indie-rock ακούσματα, προσδίδουν μια old-school γοητεία στον κατά τα άλλα ολόφρεσκο ήχο τους.

Όλα ξεκίνησαν στο Bosun’s Locker, ένα μικροσκοπικό μπαρ στο Fulham.Πολλοί από εμάς δεν ήμασταν ακόμα ενήλικοι και αυτό ήταν το μόνο μέρος όπου μπορούσαμε να πίνουμε”, λέει ο Winston Marshall, ο οποίος παίζει μπάντζο στους Mumford & Sons. Ο Marcus Mumford, lead singer του συγκροτήματος, έχοντας εγκαταλείψει τις σπουδές του στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, συνάντησε πολλούς από τους μελλοντικούς μουσικούς της μπάντας του σε αυτό το μπαρ, όπως άλλωστε και τη Laura Marling (15 ετών τότε), τον Charlie Fink (lead singer των Noah and the Whale) και τον Johnny Flynn. Ξεκίνησαν λοιπόν να παίζουν όλοι μαζί μουσική, σχηματίζοντας μπάντες διαμορφώνοντας ένα ρευστό line-up.

Είχαν αρκετά παρόμοιες ιδέες και τους συνέδεε η αγάπη τους σε ορισμένα είδη μουσικής, έτσι η “παρέα” τους έδεσε και έβγαλε προς τα έξω μια νέα σοδειά μουσικών. Σε μια εποχή όπου η μουσική βιομηχανία έχει μαζικό χαρακτήρα, με κύριο στόχο συνήθως την εμπορικότητα, είναι ωραίο να βλέπεις πως υπάρχουν ακόμα καλλιτέχνες με ευγενή κίνητρα και πως υπάρχει χώρος για αυτούς στην κεντρική σκηνή. Άλλωστε, όπως έχει ομολογήσει ο Charlie Fink σε συνέντευξή του στο Telegraph, “Δεν είχαμε πραγματικά καμία αίσθηση φιλοδοξίας. Ας είμαστε ειλικρινείς, κανείς δεν πιάνει ένα μπάντζο στα χέρια και λέει πως θα γίνει ποπ σταρ”.

Info: Η Ειρήνη Σκυλακάκη γεννήθηκε στην Αθήνα το 1990. Στα δεκατρία της απέκτησε την πρώτη της κιθάρα και από τότε δεν έχει σταματήσει να γράφει στίχους και να συνθέτει τη δική της μουσική. Πριν αποφασίσει όμως να αφοσιωθεί στη μουσική της καριέρα, ολοκλήρωσε προπτυχιακές (2008-11) και μεταπτυχιακές (2012-13) σπουδές στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου SOAS στο Λονδίνο. Ο πρώτος δίσκος της Ειρήνης, Wrong Direction, με ενορχηστρώσεις και παραγωγή Ευριπίδη Ζεμενίδη, κυκλοφόρησε το Σεπτέμβριο του 2012. Το τραγούδι του δίσκου In the Light ήταν η επίσημη επιλογή του Cosmote Jumping Fish για το φθινόπωρο του 2012, ενώ συμπεριλήφθηκε και στο soundtrack της ταινίας του Χριστόφορου Παπακαλιάτη, “Αν”. Στους μήνες που ακολούθησαν, η Ειρήνη έκανε μια σειρά από ζωντανές εμφανίσεις: άνοιξε τη συναυλία της Macy Gray το Νοέμβριο του 2012, παρουσίασε τη μουσική της στο TEDxAthens 2012, έπαιξε με τον Απόστολο Ρίζο  και συμμετείχε στα Nouvelle Vague Days του Radio Pepper το Δεκέμβριο του 2012. Tο καλοκαίρι του 2013, η Ειρήνη εμφανίστηκε στο Φεστιβάλ του Εν Λευκώ και  στο Rockwave και έπαιξε στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής. Ο δεύτερος δίσκος της Ειρήνης, “Before Dawn”, κυκλοφόρησε το Σεπτέμβριο του 2014 από την Cobalt Music και τον παρουσίασε live στο Fuzz Live Music Club τον Μάρτιο του 2015.

*Αναδημοσίευση από το περιοδικό Culturenow Mag, τεύχος 32