Πιο συγκεκριµένα, µε αφορµή το γλυπτό του Χαλεπά «Αθηνά βοσκοπούλα», η οµώνυµη νουβέλα εστιάζεται στα είκοσι οκτώ χρόνια που έζησε ο Χαλεπάς στην Τήνο, µετά το φρενοκοµείο της Κέρκυρας και µέχρι να επιστρέψει στην Αθήνα, αναγνωρισµένος για δεύτερη φορά ως σπουδαίος γλύπτης. Στο διάστηµα αυτό, που ο θάνατος της µάνας µοίρασε στα δυο, ο Χαλεπάς δούλευε και ως βοσκός. Ποια ήταν η θυελλώδης σχέση µε τη µάνα, πώς διασταυρώνονταν πρόσωπα και χρόνοι εντός του, γιατί «νεκραναστήθηκε» σ’ αυτό το διάστηµα ο «παρίας γλύπτης», είναι κάποια από τα αινίγµατα που θίγονται.

Το ερωτικό πάθος της Αριάδνης για τον ξένο κι εχθρό στη µινωική Κνωσό Θησέα εξιστορείται στη δεύτερη νουβέλα από την ίδια. Η αφήγησή της διαφέρει από τον µύθο που µας παρέδωσε η ελληνική αρχαιότητα. Όχι µόνον επειδή παίρνει τον λόγο µια γυναίκα, αλλά κι επειδή δίπλα στην ερωτευµένη κόρη αναδύεται το κύρος µιας πριγκίπισσας, ιέρειας και θεάς. Ωσάν να έπρεπε να κάνουν τα πράγµατα τον µοιραίο, τον τελετουργικό τους κύκλο, ακόµη και σε έναν κόσµο που έφθινε καθώς αναδυόταν ο καινούργιος άλλος.

Στο Επίµετρο του βιβλίου η συγγραφέας παραθέτει τη βιωµατική της σχέση µε τις παραπάνω νουβέλες, που, ως όφειλαν, διαφέρουν αναµεταξύ τους σε πολλά.

Βιογραφικά στοιχεία

Η Ρέα Γαλανάκη γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης. Σπούδασε Ιστορία και Αρχαιολογία στην Αθήνα, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, ενώ έμεινε πολλά χρόνια στην Πάτρα. Έχει εκδώσει μυθιστορήματα, διηγήματα, ποιήματα και δοκίμια.

Μεταξύ άλλων διακρίσεων, έχει τιμηθεί δυο φορές με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας (Μυθιστορήματος το 1999 για το Ελένη, ή ο Κανένας, Διηγήματος το 2005 για το Ένα σχεδόν γαλάζιο χέρι), το 2003 από την Ακαδημία Αθηνών με το «Βραβείο Πεζογραφίας Κώστα και Ελένης Ουράνη» για το μυθιστόρημα Ο Αιώνας των Λαβυρίνθων, το 2006 με το Βραβείο Αναγνωστών του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου για το μυθιστόρημα Αμίλητα, βαθιά νερά, και το 1987 με το «Βραβείο Νίκος Καζαντζάκης» του Δήμου Ηρακλείου Κρήτης.

Επίσης, το μυθιστόρημά της Ο βίος του Ισμαήλ Φερίκ πασά είναι το πρώτο ελληνικό μυθιστόρημα που εντάχθηκε το 1994 από την Ουνέσκο στη συλλογή της UNESCO Collection of Representative Works, ενώ το Ελένη, ή ο Κανένας διεκδίκησε το 1999 το Ευρωπαϊκό Βραβείο «Αριστείον» μπαίνοντας στην τελική τριάδα των υποψήφιων έργων. Η Άκρα Ταπείνωση (Εκδόσεις Galaade) ήταν υποψήφια για το Prix Méditerranée Étranger (2017).

Έργα της έχουν μεταφραστεί σε δεκαπέντε γλώσσες (αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ισπανικά, ιταλικά, τούρκικα, αραβικά, κινεζικά, εβραϊκά, αλβανικά, ολλανδικά, βουλγαρικά, σουηδικά, λιθουανικά, τσέχικα), ενώ έχει κληθεί να συμμετάσχει σε φεστιβάλ, συνέδρια, πανεπιστημιακά σεμινάρια και εκδηλώσεις στην Ελλάδα, ή στο εξωτερικό. Αποσπάσματα από δυο μυθιστορήματά της έχουν ενταχθεί στη διδασκόμενη Νεοελληνική Λογοτεχνία της Μέσης Εκπαίδευσης.

Ανήκει στα ιδρυτικά μέλη της Εταιρείας Συγγραφέων (1981). Διετέλεσε Αντιπρόεδρος της Στέγη Καλών Τεχνών και Γραμμάτων του Υπουργείου Πολιτισμού (1994-1997). Εκλέχτηκε Δημοτική Σύμβουλος της Α΄ Αθηνών με το ενωτικό ψηφοδέλτιο του Γ. Καμίνη (2010) και ορίστηκε Πρόεδρος του Δημοτικού Ραδιοφωνικού Σταθμού Αθήνα 9.84, αξιώματα από τα οποία παραιτήθηκε τον Δεκέμβρη του 2011.

Όλα τα έργα της κυκλοφορούν από τις Εκδόσεις Καστανιώτη.