Το «ΑΙΜΑ», η πρώτη – και μόνη μέχρι στιγμής- ταινία μου γεννήθηκε από το εξής αξίωμα: Η δημιουργία στηρίζεται στην πράξη.

 

Το καλλιτεχνικό όραμα, το πάθος να δημιουργήσεις το έργο (κι εδώ χωράει στ’ αλήθεια πολλή συζήτηση) πολλαπλασιάζεται με την αναλογία της ελευθερίας των μέσων για την επίτευξη του έργου ανά των δυσκολιών, των ελλείψεων αυτών ακριβώς των μέσων. Τι θα συμβεί λοιπόν αν διαγράψεις το δεύτερο μέρος της πράξης;

 

Με άλλα λόγια, αφού δεν έχουμε ένα εκατομμύριο ευρώ, πάμε με μηδέν;

 

Κάπως έτσι «έψησα» ένα βράδυ στο μπαλκόνι του και με πρωτόγνωρο άγχος, τον καλό μου φίλο και εξαιρετικό καλλιτέχνη Σίμο Σαρκετζή (που μόλις είχε τελειώσει μια ταινία με σαράντα πέντε μάστορους και εξήντα μαθητάδες…), να γυρίσουμε το ΑΙΜΑ οι δυο μας. Χωρίς συνεργείο και χωρίς λεφτά. Κάπως έτσι «έψησα» ένα μουσικό που θαύμαζα (και αγαπημένο μου φίλο πια) το Σταύρο Γασπαράτο να γράψει μουσική για την ταινία.

 

Έτσι «έψησα» το Νέστορα, τη Βίκυ, τη Δώρα, το Νίκο, τη Χριστίνα, τη Μάνια, το Νίκο, το Χαράλαμπο…

Το αποτέλεσμα κρίνεται αυτή τη στιγμή και θα κριθεί, με το καλό, και από το κοινό. Γι’ αυτό άλλωστε φτιάχτηκε η ταινία.

Το σίγουρο πάντως είναι ότι τελικά γίνεται.

Σίγουρο είναι επίσης ότι δεν είναι αυτός ο δρόμος.

 

Το σινεμά χρειάζεται τα μέσα, χρειάζεται τους ανθρώπους. Χρειάζεται ανθρώπους εμπνευσμένους που θα σου δώσουν την ελευθερία της πράξης. Χρειάζεται ανθρώπους εμπνευσμένους που θα σου πάρουν ένα μέρος της ελευθερίας και θα γεμίσει η αίθουσα. Αυτό κι αν είναι μαγικό!

 

Το θεώρημα (με τη μαθηματική του πάντα έννοια) είναι ότι οι άνθρωποι αυτοί υπάρχουν σε κάθε επίπεδο της παραγωγής, στη μικρή μας χώρα. Είναι δύσκολο -αλήθεια- και για να τους βρεις πρέπει να προσπαθήσεις. Να κάνεις την πράξη. Με ή χωρίς τις δύο παραμέτρους της.

 

Βέβαια αν μιλήσουμε, τώρα, για την ελληνική πραγματικότητα η πράξη ως συνάρτηση πια, ενδεχομένως και να εμπεριέχει παραμέτρους περισσότερες, μα εξίσου σημαντικές ώστε να προκύψει το ολοκλήρωμα. Παραμέτρους αυτονόητες σε βιομηχανίες κινηματογραφικές. Με τη λέξη βιομηχανία να αναφέρεται σε έναν ολοκληρωμένο οργανισμό. Έναν οργανισμό που είναι σε θέση να παράξει και να διανείμει, αν πάσα στιγμή, τυποποιημένα και μη προϊόντα.

Θα μιλήσω για τις παραμέτρους αυτές, με την ελευθερία που μου δίνει η αφέλεια του θεατή.

 

Η εμπειρία του δημιουργού είναι πολύ μικρή, πολύ φρέσκια για να πάρω θέση μέσω αυτής. Άλλωστε μ’ αυτήν την τελευταία ιδιότητα, ζω το –κινηματογραφικό- παραμύθι μου (ακόμα).

 

Ως θεατής λοιπόν, θα ξεχώριζα τις παραμέτρους…

-Η αντικειμενικότητα της κρίσης. Πολύ δύσκολο να επιτευχθεί σε μικρές (κλειστές) κοινωνίες. Ποσοστιαία σημαντική κυρίως για τον καλλιτέχνη. Αναγκαία βέβαια ως κίνητρο συνεχούς παραγωγής.

-Η υποστήριξη. Έννοια πολυδιάστατη. Δε θα εστιάσω στην οικονομική διάσταση. Αλλά στη δυνατότητα που πρέπει να δώσουμε στις Ελληνικές παραγωγές να ανασάνουν, να βρουν το δρόμο τους. Και δε μιλώ για επιείκεια απέναντι στα (πιθανά) ελαττώματα ή ελλείψεις αλλά για αληθινή εστίαση στα (σίγουρα) προτερήματα. Συμπληρωματικά, θα προσέθετα και την υποστήριξη απέναντι σε θεσμούς, καινούργιους και παλιούς, ώστε να συνεχίσουν να υπάρχουν και έτσι να γίνονται ολοένα και καλύτεροι.

Με μια λέξη, η βοήθεια. Από όλους.

-Η γνώση του αντικειμένου. Η αναλυτική δυνατότητα. Η δυνατότητα ερμηνείας της πιθανής γνώσης. Σε αυθαίρετη συγκεκριμενοποίηση επί του αντικειμένου, ο πολιτισμός.

-Η αγάπη για το σινεμά. No budget, low budget, high budget κτλ. κτλ

Δεν είμαι καθόλου ειδικός. Γράφω ό,τι μου κατεβαίνει στο κεφάλι.

Και έτσι λέω να συνεχίσω να κάνω.

 

Info:

Ο Διαμαντής Καραναστάσης είναι ηθοποιός, ενώ έχει επίσης σπουδάσει στο τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών και Μηχανικών Η/Υ στο Ε.Μ. Πολυτεχνείο. Είναι συνιδρυτής της θεατρικής εταιρείας «Συνενοχή» και έχει παίξει σε πολλές παραστάσεις, εντός και εκτός ομάδας. Η πρώτη του μεγάλου μήκους ταινία «ΑΙΜΑ» (σκηνοθεσία, μοντάζ, σενάριο, παραγωγή) γυρίστηκε χωρίς συνεργείο και με μηδενικό προϋπολογισμό. Βραβεύτηκεμετο SPECIAL JURY PRIZE – WORLD CINEMA DRAMATIC στο AMSTERDAM FILM FESTIVAL καιήτανεπίσημησυμμετοχήστο 50th GIJON INTERNATIONAL FILM FESTIVAL. Η πρεμιέρα της ταινίας έγινε στο ΔΙΕΘΝΕΣ ΦΕΣΤΒΑΛ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ. Ακόμη, κέρδισε το βραβείο Καλύτερης Πρωτότυπης Μουσικής (Σταύρος Γασπαράτος) και ήταν υποψήφια στην κατηγορία Καλύτερου Α’ Γυναικείου ρόλου (Βίκυ Βολιώτη), στην πρόσφατη απονομή των βραβείων της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου.