Η New Star παρουσιάζει σε επανέκδοση την τελευταία ταινία του Grigori Kozintsev με τίτλο «Βασιλιάς Ληρ»…

… από την Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2013, στους κινηματογράφους.

«ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΛΗΡ»
KING LEAR (KOROL LIR)
Δράμα, Σοβιετική Ένωση, 1971, 139′

Σκηνοθεσία: Grigori Kozintsev
Συν-σκηνοθέτης: Iosef Shapiro
Σενάριο: Grigori Kozintsev, Boris Pasternak ρώσικη μετάφραση του έργου,
William Shakespeare,
Πρωταγωνιστές:  Jüri Järvet, Elza Radzina, Galina Volchek, Valentina Shendrikova
Μουσική: Ντμίτρι Σοστακόβιτς
Κουστούμια: Solomon Virsaladze
Μακιγιάζ: Vasili Goryunov, L. Yeliseyeva
Ήχος: Eduard Vanunts
Παραγωγή: Iosef Shapiro για το Lenfil Studio
Σχεδιασμός παραγωγής: Yevgeni Yenej

ΣΥΝΟΨΗ
Ο Ληρ, βασιλιάς της Βρετάνης, γερασμένος και χολερικός, αποφασίζει να χωρίσει το βασίλειό του στις τρεις κόρες του, ανάλογα με το βάθος της αγάπης που τρέφει η κάθε μία γι’ αυτόν. Αν και η Γκόνεριλ (παντρεμένη με τον ευγενικό Άλμπανυ) και η Ρήγκαν (σύζυγος του βίαιου Κόρνουαλ) διατυμπανίζουν υπερβολικά την αγάπη τους γι’ αυτόν, η νεότερη Κορδήλια, περιφρονώντας τους, λέει απλά: «Δεν μπορώ στα χείλια μου/ την καρδιά μου ν’ ανεβάσω». Θυμωμένος, ο Ληρ, την αποκληρώνει, τιμωρώντας τον Κεντ που την υπερασπίστηκε, αλλά ο βασιλιάς της Γαλλίας την παίρνει χωρίς προίκα, για βασίλισσά του. Ο Ληρ, δίνει το μερίδιό της στις αδελφές της και προτείνει να μείνει εναλλάξ μαζί τους, με την ακολουθία του των 100 ιπποτών.

Ο Έντμοντ, νόθος γιος του Γκλώστερ, υποθάλπει διαφωνίες μεταξύ του νόμιμου αδελφού του Έντγκαρ και του πατέρα τους. Ο Κεντ, μεταμφιεσμένος, επιστρέφει για να υπηρετήσει τον αφέντη του Ληρ. Η Γκόνεριλ υποδέχεται τον Ληρ με μίσος. Επικαλούμενος κατάρα πάνω της, ο Ληρ φεύγει για την Ρήγκαν. Την ίδια στιγμή η Ρήγκαν και ο Κόρνουαλ φθάνουν στο κάστρο του Γκλώστερ, ενώ ο Έντγκαρ έχει φύγει. Η Ρήγκαν αποδεικνύεται πιο σκληρή κι από την Γκόνεριλ. Πιστεύοντας ότι η τρέλα θα κυριαρχήσει, ο Ληρ φεύγει μέσα στη νυχτερινή καταιγίδα όπου τον βρίσκει ο πιστός Κεντ. Ο Γκλώστερ, αψηφώντας τον θυμό των δύο αδελφών και του Κόρνουαλ, βρίσκει καταφύγιο γι’ αυτούς σε μια καλύβα (στην οποία βρίσκεται μεταμφιεσμένος ο Έντγκαρ) και παροτρύνει τον Κεντ να οδηγήσει τον βασιλιά, που βρίσκεται σε κίνδυνο, στο Ντόβερ. Επιστρέφοντας στο κάστρο του, ο Γκλώστερ υβρίζεται και βάναυσα τυφλώνεται από τον Κόρνουαλ (η όραση και η τύφλωση είναι δύο θέματα του έργου), ο οποίος δολοφονείται από έναν υπηρέτη.

Ο Έντγκαρ, ακόμη μεταμφιεσμένος και άγνωστος στον τυφλό πατέρα του, ξεκινάει μαζί του για το Ντόβερ. Υπάρχει μια παράξενη συνάντηση μεταξύ του τρελού Βασιλιά και του τυφλού άντρα. Λίγο αργότερα, η Κορδήλια, που έχει επιστρέφει από την Γαλλία, ξανασυνδέεται με τον Ληρ. Σε μια μάχη την οποία χάνουν οι Γαλλικές δυνάμεις, αιχμαλωτίζονται και στέλνονται στη φυλακή όπου με τις οδηγίες του Έντμοντ πρόκειται να δολοφονηθούν. Αλλά ο Έντμοντ – που έχει εξαπατήσει και την Γκόνεριλ και τη Ρήγκαν – σκοτώνεται από τον Έντγκαρ (ως ανώνυμος ιππότης) σε μονομαχία. Η Γκόνεριλ δηλητηριάζει τη Ρήγκαν και μετά μαχαιρώνεται. Την Κορδήλια την κρεμάσανε στη φυλακή. Ο Ληρ την παίρνει «νεκρή στην αγκαλιά του» και μέσα σε λίγα λεπτά πεθαίνει κι αυτός. «Το θαύμα είναι πως άντεξε τόσον καιρό/ζούσε καταχρηστικά». Με την επιθυμία του Άλμπανυ, ο Έντγκαρ θα αναλάβει να κυβερνήσει το βασίλειο, αλλά ο Κεντ θα ακολουθήσει τον Ληρ: «με καλεί ο αφέντης μου… και δεν πρέπει να πω όχι».


Βασιλιάς Ληρ (King Lear)

Βασιλιάς της Βρετανίας. Στην αρχή του παιχνιδιού, ο Ληρ απαιτεί εσκεμμένα μια επίδειξη της γονικής πίστης, σε αντάλλαγμα ενός μεριδίου του διαιρεμένου βασιλείου του. Επιλέγοντας αυτόν τον αναγκαστικό τρόπο για τη διαίρεση του βασιλείου ανάμεσα στις τρεις κόρες του, ο Ληρ αποτρέπει ειλικρινείς και αυθόρμητες απαντήσεις. Λαμβάνει υπάκουες διαβεβαιώσεις από τα δύο από τα παιδιά του, αλλά η νεότερη αρνείται να συμμετάσχει και ο Ληρ τη στέλνει θυμωμένος μακριά. Αυτή η πράξη θέτει σε κίνηση μια αλυσίδα γεγονότων που οδηγούν στην πτώση του Ληρ από τη βασιλική του θέση, την απώλεια της αγαπημένης κόρης του Cordelia και την κακομεταχείριση του βασιλιά και των ιπποτών του από τις άλλες κόρες, Regan και Goneril. Στο ταξίδι αυτό, το έργο φέρνει τον Ληρ από την αλαζονική βασιλική του κατάσταση στον κατώτατο ζητιάνο και, τέλος, στην κατανόηση, τη συμπόνια και την αυτογνωσία. Στο τέλος της τελικής πράξης, ο Ληρ ανέκτησε προς στιγμήν το στέμμα του, την ειλικρινή του κόρη και τη λογική του, μόνο για να τα χάσει όλα μεμιάς. Πεθαίνει με την αγωνία της θλίψης και της χαράς, νομίζοντας πως η Cordelia είναι ακόμα ζωντανή, γνωρίζοντας όμως επίσης, ότι ο ίδιος έχει προκαλέσει τόση δυστυχία.


Goneril

Η μεγαλύτερη κόρη του Ληρ. Σε απάντηση στην ερώτηση του Ληρ, «Ποια από σας θα μπορούσαμε να πούμε ότι μας αγαπά περισσότερο;» η Goneril απαντά ότι αγαπά τον πατέρα της «περισσότερο από όσο ο λόγος μπορεί να χειριστεί το θέμα.» Έχοντας λάβει το μεγάλο της μερίδιο στο βασίλειο, η Goneril αποκαλύπτει αργότερα τις πραγματικές προθέσεις της στην αδελφή της Regan να απαλλαγεί από τον Ληρ, με παγερό σχόλιο. Είναι η γυναίκα του Δούκα του Albany, ο οποίος αποδοκιμάζει τη συμπεριφορά της προς τον πατέρα της. Μοχθηρά και φαύλα, εξευτελίζει τον πατέρα της ενώπιον της ακολουθίας του, και του αρνείται καταφύγιο. Όταν ο Albany την αποκαλεί βάρβαρη, η Goneril περιφρονεί τον σύζυγό της για αυτό που αντιλαμβάνεται ως αδυναμία. Σχεδιάζει να σκοτώσει τον Albany κι επιθυμεί τον  Edmund, αλλά γίνεται ζηλότυπη όταν ανακαλύπτει ότι η Regan θέλει τον Edmund  για τον εαυτό της. Αφού δηλητηριάζει την αδελφή της Regan, η Goneril μαχαιρώνεται και πεθαίνει.

Regan
Η μεσαία κόρη του Ληρ. Κατά τη διαίρεση του βασιλείου η Regan διαβεβαιώνει ότι η μόνη χαρά της στη ζωή είναι να αγαπά τον πατέρα της. Σύζυγος του Δούκα της Κορνουάλης, είναι σκληρή και ανώτερη, προτιμώντας να μένει στο παρασκήνιο, όταν η Goneril βρίσκεται κάπου κοντά. Η Regan αρχικά αρνείται να δει τον πατέρα της όταν τις επισκέπτεται, και ενώνεται με την Goneril στην ταπείνωσή του. Όταν η Goneril επιπλήττει τον Ληρ που χρειάζεται 50 ιππότες, η Regan υποστηρίζει την αδελφή της και απροκάλυπτα διώχνει τον Ληρ μακριά, χωρίς καταφύγιο στη θυελλώδη νύχτα. Αναγκάζει τον άντρα της να βγάλει τα μάτια του Gloucester, κι επιθυμεί σφοδρά τον Edmund , όταν πεθαίνει ο Cornwall. Όταν απειλεί να πει στον Albany το σχέδιο της Goneril να τον σκοτώσει, η Regan δηλητηριάζεται από την αδελφή της και πεθαίνει

Cordelia
Η μικρότερη κόρη του Ληρ, αγνή από αγάπη και σχολαστικά έντιμη, ακόμη και στο σημείο της αποδοχής τρομερής ταλαιπωρίας προκειμένου να διατηρήσει την ακεραιότητα της. Η Cordelia αρνείται ν’ απαντήσει στην απαίτηση του πατέρα της για μια δημόσια επίδειξη της αγάπης της «Τίποτα, Κύριέ μου». Ο Ληρ, περιμένοντας η Cordelia να μιλήσει πιο πλουσιοπάροχα, την επιτιμά «Τίποτα θα έρθει από το τίποτα. Μίλα πάλι.» Η Cordelia τότε, απαντά ότι αν θα ήταν πραγματικά ειλικρινής, αγαπά τον πατέρα της όσο περισσότερο μπορεί και όταν παντρευτεί, θα μοιράσει την αγάπη της για τον πατέρα της με την αγάπη για το σύζυγό της. Έξαλλος, ο Ληρ την διώχνει μακριά χωρίς τίποτα – «Η αλήθεια σου ας είναι τότε η προίκα σου!» και περιφρονητικά την προσφέρει στο Βασιλιά της Γαλλίας ή του Δούκα της Βουργουνδίας να την πάρουν. Ο Βασιλιάς της Γαλλίας βλέπει την αρετή της και προσφέρεται να την παντρευτεί χωρίς προίκα. Εξόριστη μετά τη διαίρεση του βασιλείου, επιστρέφει με ένα Γαλλικό Στρατό για να πολεμήσει για τον πατέρα της και, αν κι επανενώνεται μαζί του, στο τέλος η Cordelia πληρώνει το μεγαλύτερο τίμημα για την ηθική τύφλωση του πατέρα της, δολοφονημένη στη φυλακή.

ΚΟΖΙΝΤΣΕΦ ΓΚΡΙΓΚΟΡΙ ΜΙΧΑΗΛΟΒΙΤΣ
(1905, Κίεβο – 1973, Λένινγκραντ)

Σοβιετικός σκηνοθέτης του κινηματογράφου. Σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Πετρούπολης. Ήταν θεατρικός και κινηματογραφικός σκηνοθέτης. Στο θέατρο, ήταν μέλος ενός μοντερνιστικού αβαντ-γκαρντ κινήματος, του «Εκκεντρικού», που περιλάμβανε τις θεατρικές μεθόδους του Μέγερχολντ και του Σεργκέι Αϊζενστάιν. Ο Κόζιντσεφ συμμετείχε και στη συγγραφή του «Εκκεντρικού Μανιφέστου», που εκδόθηκε τον Ιούλιο του 1922, και ήταν ένα από τα ιδρυτικά μέλη της «Φάμπρικας του Εκκεντρικού Ηθοποιού», που υλοποιούσε κινηματογραφικά έργα, εμποτισμένα από αυτές τις πρωτοποριακές ιδέες.

Το 1924 άρχισε να εργάζεται στα «Βόρειο-Δυτικά» κινηματογραφικά στούντιο, το σημερινό στούντιο της «Λένφιλμ». Οι πρώτες σκηνοθετικές εργασίες των Κόζιντσεφ και Τράουμπεργκ (που δούλεψαν μαζί μέχρι το 1946) στο «βουβό» κινηματογράφο είναι «Οι περιπέτειες της Οκτιάμπρινα» (1924), «Το παλτό» (1926, από την ομώνυμη νουβέλα του Γκόγκολ), «Η ρόδα του διαβόλου» (1926) κ.ά. Οι ταινίες αυτές χαρακτηρίζονται από μία εκκεντρικότητα, από την τάση για αναζήτηση καινούργιων και οξύτερων κινηματογραφικών εκφραστικών μέσων και παράλληλα από μια περιορισμένη απήχηση στο ευρύτερο κοινό εξαιτίας αυτών ακριβώς των φορμαλιστικών πειραματισμών. Με τις ταινίες πού ακολούθησαν (όπως «Η Νέα Βαβυλώνα» κ.ά.), οι δύο σκηνοθέτες έκαναν στροφή σε θέματα κοινωνικού προσανατολισμού, ενώ με την ταινία «Μόνη», πού ήταν από τις πρώτες ομιλούσες ταινίες του Σοβιετικού κινηματογράφου, στράφηκαν αποφασιστικά στο ρεαλισμό. Σημαντική κατάκτηση του Σοβιετικού κινηματογράφου αποτελεί ή τριλογία τους «Η Νιότη του Μαξίμ» (1935), «Η Επιστροφή του Μαξίμ» (1937) και «Ο Μαξίμ στην Εξουσία» (1939). Στην τριλογία αυτή δημιουργήθηκε πειστικά και με καλλιτεχνικά μέσα η τυπική μορφή του Ρώσου εργάτη – μπολσεβίκου τής επαναστατικής εποχής (τον κύριο ρόλο ενσάρκωσε ο Μπ. Π. Τσιρκόφ). Στις ταινίες αυτές ξετυλίχτηκε όλο το μεγαλείο του πολιτικού καθήκοντος σε συνδυασμό με την ώριμη δεξιοτεχνία των δύο σκηνοθετών. Σκηνοθέτησε μονάχος του μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο βιογραφικές ταινίες (όπως «Πιραγκόφ», 1947 και «Μπελίνσκι» 1953), ενώ ασχολήθηκε και με τη σκηνοθεσία στο θέατρο, ανεβάζοντας στις σκηνές του Λένινγκραντ τις τραγωδίες του Σαίξπηρ «Βασιλιάς Ληρ» (1941), «Οθέλλος» (1943) και «Άμλετ» (1954).