Αρνητικό 13 ονομάζεται το βιβλίο που έγραψαν η Μαίρη Γεωργίου και η Στέργια Κάββαλου, αποτέλεσμα της ανταλλαγής επιστολών μεταξύ τους…

Η Μαίρη του Νηπενθές, και η Στέργια του Αλτσχάιμερ Trance αντάλλαξαν δεκατρείς επιστολές μέσω mail και μας παρέδωσαν ένα βιβλίο που θα το ρουφήξετε σαν καθαρό νεράκι ή σαν την πιο επικίνδυνη εθιστική ουσία.

Δεκατρία − του θανάτου και της ζωής − γράμματα. Αποβάλλουν το ανυπόφορο. Σπάνε χορδές. Εδώ σπάνε καρδιές. Αν οι ψυχές ίπτανται πλανητικά σκουπίδια σε ρόδες ποδηλάτου, τα κορμιά αυτοσχέδια σβαρνίζουν σε δρόμους του πιο kinky νου. Θηλυκά ζόμπι στις εποχές. Σέρνονται. Σηκώνονται. Κατατονικά. Δυναμικά. Καμία σώμα υγιές, καμία νους υγιής. Εαυτοί που μοιάζουν τέλειοι εχθροί. Κάνουν τους λογαριασμούς να κλείνουν. Τους ξανανοίγουν. Με προδιάθεση αμοιβαίας συμφιλίωσης. Συμμαχούν να πολεμήσουν τις μέρες. Τις κακές. Αν δεν πατήσεις το τακούνι στην άσφαλτο, δεν έχεις δρόμο. Αν δε βάλεις τις λέξεις στη σειρά, δεν έχεις αέρα.

« Η ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΙΚΟΤΗΤΑ είναι η μεγαλύτερη τσούλα. Την κυνηγάμε δέκα νταβατζήδες μαζί αλλά τα πόδια της θα τα ανοίξει όποτε γουστάρει αυτή. Την απειλήσαμε. Γλίστρες και καρφιά βάλαμε στα πέλματά της, με σπασμένο καθρέφτη χαράξαμε το πρόσωπό της να είναι απίκο, αλλά το κουμάντο το κάνει αυτή. Γιατί είναι η πιο όμορφη. Και το ξέρει, και της το λέμε και δε θα πάψουμε να της το μουρμουρίζουμε στο αυτί. Δε θα πάψουμε να της ζητάμε να έρθει, πάνω της να εκτονώσουμε τα σχέδια και τις λοξές πορείες μας. Μπας και ισιώσουμε. Σε δρόμους. Αμοιβαίους και ισορροπιστές». Στέργια Καββάλου

«Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ένας σκύλος απ’ την Κόλαση». Κουτσός, στραβός, κουφός κι ανάπηρος. «Στου κουφού την πόρτα παίρνεις την πόρτα και φεύγεις». Το «μαζί» δε θα έρθει ποτέ. Κι ας χτυπιόμαστε στα πατώματα. Κι ας φέρουμε δεκαεκατό νταβάδες να του παίζουν ήττα. Το ταυτόχρονο για να υπάρξει θέλει το χωροχρόνο του. Εμείς έχουμε ούτε χώρο ούτε χρόνο. Τα χωροχρονικά ξεράσαμε, εκτός μας. Άμα δε θέλει η αγάπη, ούτε γυρίζειν ούτε προχωρείν». Μαίρη Γεωργίου

Το στοίχημα στη λογοτεχνία αρχίζει όταν κλείνει το βιβλίο. Εκεί αναμετριέται το κείμενο με τον αναγνώστη, αλλά και με την (δια του την ύπαρξη. Έχοντας κατακτήσει ένα ενιαίο αφηγηματικό ύφος που ξέρει να κρατά το ενδιαφέρον, κυρίως με την ικανότητα τους να φωτίζουν τον πολύπλευρο και απαιτητικό κόομο της νεότητας, τα δυο κορίτσια καταφέρνουν να στρέψουν την προσοχή μας σ\’αυτό που υπάρχει δίπλα μας αλλά στεκόμαστε μακριά του, και που είναι η άλλη όψη των πραγμάτων που ζητά τον δικό της ζωτικό χώρο, τις δικέςτης ευκαιρίες την ευχή και την κατάρα της δικής της αυθυπαρξίας. Οι αγωνίες και η εσωτερικότητα ενός δύσκολου παρόντος αποτυπώνονται μέσα από αυτά τα 13 κείμενα – επιστολές δυο νεαρών φωνών που μοιάζουν απελευθερωμένες από τις αγκυλώσεις του παλιού κόσμου, αν και στην τελευταία επιστολή ο Νοέμβρης του Πολυτεχνείου λειτουργεί περισσότερο σαν αξεσουάρ- κάτι σαν φούστα – μπλούζα…

Ξενοφών Μπρουτζάκης