Από τις εκδόσεις Κέρδος κυκλοφόρησε η συγκεντρωτική έκδοση της ποίησης του Κώστα Βάρναλη, με τίτλο Άπαντα τα ποιητικά (1904-1975).

ΠΥΘΜΕΝΕΣ 1904, ΚΗΡΗΘΡΕΣ 1905, ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΗΣ 1919, ΤΟ ΦΩΣ ΠΟΥ ΚΑΙΕΙ 1922, ΣΚΛΑΒΟΙ ΠΟΛΙΟΡΚΗΜΕΝΟΙ 1927, ΣΚΟΡΠΙΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ 1910-1958, «ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΚΟΣΜΟΣ» 1965, ΟΡΓΗ ΛΑΟΥ 1975

 

Αυτός ο τόμος αποτελεί την πρώτη συγκεντρωτική έκδοση της ποίησης του Κώστα Βάρναλη από τα πρωτόλεια Πυθμένες (1904) και Κηρήθρες (1905) έως τη μεταθανάτια έκδοση Οργή λαού (1975). Περιλαμβάνει έξι ποιητικές συλλογές που έχουν κυκλοφορήσει αυτοτελώς από τις εκδόσεις Κέδρος και μία ανθολόγηση ποιημάτων, που είχε κάνει ο ίδιος ο Βάρναλης για τον τόμο Ποιητικά το 1956.

Η παρούσα έκδοση καθιστά ευδιάκριτη και ευπρόσιτη τη μακρόχρονη δημιουργική διαδρομή του ποιητή μέσα στον 20ό αιώνα. Συγκεκριμένα, δίνει τη δυνατότητα στο αναγνωστικό κοινό να παρακολουθήσει εκ του σύνεγγυς τις μεταμορφώσεις της βαρναλικής ποίησης μέσα στο χρόνο, καθώς συστεγάζει τις συλλογές Πυθμένες και Κηρήθρες (σε φιλολογική επιμέλεια Κώστα Κασίνη), Προσκυνητής (σε φιλολογική επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδη), Το φως που καίει και Σκλάβοι πολιορκημένοι (σε φιλολογική επιμέλεια Γιάννη Δάλλα), «Ελεύθερος Κόσμος», Οργή λαού (σε φιλολογική επιμέλεια Γ. Π. Σαββίδη) και την ανθολόγηση του ποιητή, που εδώ τιτλοφορείται Σκόρπια ποιήματα.

Ο Κώστας Βάρναλης γεννήθηκε το 1884 στον Πύργο της Ανατολικής Ρωμυλίας. Στα δεκαοχτώ του διορίστηκε δάσκαλος σε σχολείο του Πύργου και τον ίδιο χρόνο έφυγε για σπουδές στην Αθήνα. Φοίτησε στη Φιλοσοφική Σχολή, πήρε μέρος στη διαμάχη για το Γλωσσικό Ζήτημα, ως δημοτικιστής, και συμμετείχε στην ίδρυση του περιοδικού Ηγησώ. Το 1904 και το 1905 αντίστοιχα εξέδωσε τα νεορομαντικά του πρωτόλεια Πυθμένες και Κηρήθρες. Την περίοδο που θα ακολουθήσει, εμπνέεται από ανθρωπιστικά και διονυσιακά ιδεώδη ανάλογα με αυτά του Ν. Καζαντζάκη και του Α. Σικελιανού, καθώς και από τα αισθητικά ιδεώδη του παρνασσισμού. Ο ελληνοκεντρικός αισθητισμός και ιδεαλισμός του θα κορυφωθεί με το άσμα του Προσκυνητή 1919, μέρος ενός ευρύτερου έργου που θα παραμείνει ανολοκλήρωτο και ήταν γραμμένο σε εντυπωσιακούς ενδεκασύλλαβους.

Διορίστηκε ελληνοδιδάσκαλος στην Αμαλιάδα και τρία χρόνια αργότερα σχολάρχης στην Αργαλαστή του Πηλίου. Θεωρήθηκε συνεργός του Αλέξανδρου Δελμούζου στα Αθεϊκά του Βόλου και μετατέθηκε στα Μέγαρα. Φοίτησε στο Διδασκαλείο Μέσης Εκπαίδευσης του Δημήτρη Γληνού και το 1915 διορίστηκε σχολάρχης στην Κερατέα Αττικής. Το 1917 διορίστηκε καθηγητής στο Γυμνάσιο Πειραιά και το 1919 έφυγε με υποτροφία για μετεκπαίδευση στο Παρίσι, όπου προσχώρησε στο μαρξισμό. Η υποτροφία του διακόπηκε όταν έπεσε η κυβέρνηση Βενιζέλου και επέστρεψε στην Αθήνα, όπου διορίστηκε σε ένα γυμνάσιο του Πειραιά. Το καλοκαίρι του 1921 έγραψε το Φως που καίει, το οποίο εξέδωσε το 1922 στην Αλεξάνδρεια με το ψευδώνυμο Δήμος Τανάλιας. Η επιλογή του συγκεκριμένου ψευδωνύμου υπήρξε αντίδραση στην καλλιέπεια των ονομάτων που επέλεγαν οι δημιουργοί της εποχής. Με την εν λόγω ποιητική σύνθεση σφραγίζει την προσχώρησή του στον διαλεκτικό υλισμό και τη μαρξιστική ιδεολογία, στην οποία θα παραμείνει πιστός σε όλη του τη ζωή. Θα μείνει για ένα χρόνο περίπου στο Παρίσι και το 1924 θα διδάξει νεοελληνική λογοτεχνία στην Παιδαγωγική Ακαδημία Αθηνών, υπό τη διεύθυνση του Δ. Γληνού. Ένα χρόνο αργότερα θα εκδηλωθεί η διαμάχη του με τον Γ. Αποστολάκη και ο Βάρναλης θα εκδώσει τον Σολωμό χωρίς μεταφυσική, που αποτελεί ένα από τα πρωιμότερα και σημαντικότερα δείγματα μαρξιστικής κριτικής στην Ελλάδα. Θα διωχθεί για το Φως που καίει (και το Λαό των Μουνούχων, που είχε δημοσιευτεί το 1923) και θα παυθεί για έξι μήνες από τη δημόσια εκπαίδευση. Η ποινή θα προκαλέσει αντιδράσεις από τον πολιτικό και πνευματικό κόσμο της χώρας. Μεταξύ των υποστηρικτών του συγκαταλέγονται ο Κωνσταντίνος Καβάφης, ο Στρατής Μυριβήλης και ο Κωστής Παλαμάς. Παρά ταύτα, ο Βάρναλης θα απολυθεί τελικά από την εκπαίδευση (1926).