Ο Ακίνδυνος Γκίκας έχει ασχοληθεί με το θέατρο – ως ηθοποιός και σκηνοθέτης – με τον κινηματογράφο αλλά και με τη μεταγλώττιση παιδικών σειρών και ταινιών. Με αφορμή την παράσταση που σκηνοθετεί για δεύτερη φορά «Η κούκλα που είχε δύο μαμάδες», μας μιλά, με ευθύ και δυναμικό τρόπο, μεταξύ άλλων, για την επιλογή των κειμένων που βασίζεται το έργο, για τη σκηνοθεσία, αλλά και για την ιδιαίτερη σημασία του παιδικού θεάτρου στην εποχή μας.

 

Συνέντευξη: Νικολέττα Μαρκοπούλου

 

 

Cul.N.: Η Παράσταση «Η κούκλα που είχε δύο μαμάδες», την οποία σκηνοθετείτε, συνεχίζει για δεύτερη φορά την πορεία της. Που νομίζετε ότι οφείλεται η επιτυχία της;Ακίνδυνος Γκίκας:Δεν μ αρέσει να μιλάω για “επιτυχίες” και “αποτυχίες”, ειδικά στον χώρο της τέχνης. Θα προτιμούσα  πιο σεμνά να μιλήσω για μια παράσταση που για δεύτερη χρονιά καταφέρνει να “απευθυνθεί” στο Αθηναϊκό κοινό, αντιπαλεύοντας “θηριώδεις” παραγωγές και ένα καλοστημένο σύστημα που λυμαίνεται με άριστο τρόπο, την επικερδέστατη πελατεία του “παιδικού θεάτρου”.  Στην διανομή μας δεν διαθέτουμε τηλεοπτικούς “πρόσφυγες” που τα “φέρνουν”,  αλλά 7 νέους καλλιτέχνες που διαθέτουν όραμα και όρεξη, για ένα ταξίδι (που το εισιτήριο το πλήρωσαν οι ίδιοι..) στα αγριεμένα και άγνωστα νερά, της θεατρικής πραγματικότητας που ζούμε τα τελευταία 15 χρόνια. Στις αποσκευές τους έχουν πέρα από τα προσωπικά τους αντικείμενα, ένα κείμενο με “βαριές υπογραφές”  που πρέπει να το ζωντανέψουν “δημιουργώντας” και όχι απλά “διασκεδάζοντας”.  Η προσέλευση άρα του κόσμου για δεύτερη χρονιά, στην φιλόξενη σκηνή του Θεάτρου Βικτώρια, δείχνει ακριβώς αυτό το πράγμα “κάτι γίνεται”!!

Cul.N.: Σκηνοθετικά πόσο δύσκολο είναι να ανέβει μια παιδική παράσταση; Επίσης, πόσο δύσκολο είναι να κρατήσετε αμείωτο το ενδιαφέρον των μικρών παιδιών;

Α.Γ.:Το να στήσεις μια παιδική παράσταση, δεν διαφέρει καθόλου από την αντίστοιχη δουλειά που θα κάνεις φτιάχνοντας μια παράσταση για μεγάλους. Το μόνο που πρέπει να προσθέσεις ως υλικό νομίζω, είναι η σαφήνεια. Πρέπει να γίνεις σαφής για τις προθέσεις σου ώστε το παιδί να μπορέσει να πάρει θέση. Η μαγική λέξη άρα είναι “απλότητα”. Όσο πιο απλά διηγείσαι την ιστορία που θες, τόσο πιο αμείωτο κρατάς το ενδιαφέρον μικρών αλλά και μεγάλων θα πρόσθετα εγώ.

Cul.N.: H παράσταση βασίζεται στα έργα του Μπέρτολτ Μπρεχτ «O κύκλος με την κιμωλία» και Αλφόνσο Σάστρε «Η Χαμένη κούκλα». Τι είδους μηνύματα επιδιώκετε να περάσετε;

Α.Γ.: Μα αυτό που υπάρχει μέσα στα έργα που προαναφέρατε. Γι αυτό υπάρχει το θεατρικό κείμενο. Για να το μελετήσεις και στην συνέχεια να το υπηρετήσεις. Δεν αυτοσχεδιάζεις, πράγμα που συλλήβδην γίνεται τα τελευταία χρόνια κατακρεουργώντας μεγάλα κείμενα. Το τελικό προϊόν έρχεται για να μας εκθέσει τελικά όλους για το πόσο καλοί αναγνώστες είμαστε και πόσο βαθιά μπορούμε να καταδυθούμε μέσα σε ένα κείμενο.

Cul.N.: Γιατί πιστεύετε ότι το παιδικό θέατρο είναι σημαντικό και ποια η ευθύνη των καλλιτεχνών απέναντι σε αυτό το τόσο ιδιαίτερο κοινό;

Α.Γ.: Το παιδικό θέατρο είναι η μέγιστη πολιτιστική πράξη μια κοινωνίας. Διαμορφώνει την αισθητική και πνευματική οντότητα, ενός “εκκολαπτόμενου” ενεργού και με άποψη πολίτη.  Αν θεωρείτε  ότι συντελείται κάτι τέτοιο από την κοινωνία στην οποία ζούμε τότε σε μια επόμενη συζήτηση μας θα σας μιλήσω και για τις ευθύνες των καλλιτεχνών…

Cul.N.: Κλείνοντας θα ήθελα να μου πείτε τι είδους πρότυπα και ήρωες θαυμάζετε;

Α.Γ.: Μεγάλωσα μέσα σε μια καλλιτεχνική οικογένεια με έναν πατέρα πρότυπο, που η τύχη μου τον στέρησε πολύ νωρίς. Το πρότυπο αυτό δεν έχει αλλάξει μέχρι σήμερα, λίγο πριν χαράξει το δεύτερο μισό του αιώνα στην ζωή μου. Οι ήρωες που θαυμάζω είναι αυτοί της φαντασίας μου. Οι ήρωες που έπλασα μέσα από βιβλία. Οι ήρωες που συναντάω περπατώντας στον δρόμο. Οι ήρωες που ποτέ δεν θα γνωρίσω…

Η παράσταση «Η κούκλα που είχε δύο μαμάδες» παρουσιάζεται κάθε Κυριακή στο ζεστό και φιλόξενο θέατρο Βικτώρια.