Η έννοια του αιρετικού ορίζεται ως εξής: “άτομα που ανήκουν σε άλλες σχολές σκέψης, που έχουν, με άλλα λόγια, ορισμένες “προτιμήσεις” σε αυτό το πεδίο.

Ο όρος συνδέθηκε για πρώτη φορά με τους διαφωνούντες χριστιανούς στην πρώιμη Εκκλησία, στη Συνθήκη του Ειρηναίου της Λυόν “κατά των αιρέσεων”, κυρίως κατά των γνωστικών”. Αυτή η σημείωση του συγγραφέα στην αρχή του βιβλίου αποτελεί την σφραγίδα των όσων θα ακολουθήσουν κατά τον ρου της ιστορίας που ο ίδιος θα πλέξει για να δώσει το στίγμα μίας κοινωνίας που όχι απλά φοβάται αλλά τρέμει το διαφορετικό και καταδικάζει ανθρώπους στο όνομα του φυσιολογικού. Τελικά τι είναι το κοινά αποδεκτό και πως αυτό καθορίζεται;

Γιατί το διαφορετικό να μην είναι ο νόμος και όλα τα άλλα αφύσικά και αλλόκοτα; Ο Παδούρα, γνωστός “αιρετικός” ο ίδιος μιας και κάθε φορά παραδίδει και μία νέα πρόσκληση για σκέψη αναλαμβάνει την ευθύνη και την αποστολή να τρέξει τους αιώνες και τις ηπείρους για να μας παραδώσει μπροστά στο βουνό ενός  άλυτου μυστηρίου, ενός χαμένου μυστικού, ενός ιδιόμορφου πίνακα, ενός αινίγματος και ενός ερωτήματος για την σύγχρονη ιστορία. Εδώ όλα μπλέκονται στο όνομα της αλήθειας, την οποία αναζητεί μέσω τριών παράλληλων ιστοριών σε τρεις διαφορετικές χρονικές περιόδους με την συνταγή ενός ιστοριοδίφη που τρέφεται από τις ίδιες του τις ανησυχίες, τους προβληματισμούς και τις ανεξάντλητες σκέψεις για το χθες, το σήμερα και το αύριο. Και αυτές αποτυπώνονται έμπρακτα εδώ με την ανάγνωση να κρύβει άγνωστες πτυχές της ιστορίας που δεν ξέρουμε ή ποτέ δεν θα μάθουμε.

Μοιάζει σε πρώτο επίπεδο με μία περιπέτεια και ένα θρίλερ που κανείς διαβάζει στο πόδι απλά για να ευχαριστηθεί την ανάγνωση. Η ιστορία όμως των Καμίνσκι που καταφθάνουν στην Αβάνα με την απορία για τον χαμένο πίνακα του μεγάλου δασκάλου Ρέμπραντ που χάθηκε και τον οποίο αναζητούν να βρουν, είναι ποτισμένη με την αγωνία, την δολοπλοκία, την μικροπρέπεια, τον σεβασμό και τελοσπάντων όλα αυτά τα συναισθήματα των ανθρώπων που εναλλάσσονται καθώς απώλεσαν ό,τι πιο πολύτιμο κατείχαν και πλήρωσαν το τίμημα της φυγής τους από έναν κόσμο πολέμου σε έναν κόσμο ειρήνης με όποιο κόστος. Αυτός ο πίνακας που απεικονίζει τον Χριστό αποτελεί από τις κορυφαίες προσωπογραφίες ενός μαιτρ της ζωγραφικής που δια μέσου των αιώνων προκάλεσε συνειδήσεις, πεποιθήσεις, λοιδορήθηκε, αγνοήθηκε, περιθωριοποιήθηκε και πάλεψε με τον εσωτερικό του πόνο. Ένας Βαν Γκογκ πριν τον Βαν Γκογκ, με ρίσκο την υστεροφημία του και με το άστρο του να σβήνει μέσα του λόγω των θλιβερών στιγμών που του επεφύλαξε η ζωή, θέτει τον εαυτό του απέναντι στο τελάρο και αποφασίζει να δώσει στον Χριστό της Εκκλησίας που θέλει πιστότητα, σεμνότητα και ταπεινότητα ένα πορτραίτο αιρετικό, ενός ανθρώπου που κινήθηκε ενάντια στις οικογενειακές αρχές και την πειθαρχία της Τορά. Ο λόγος για τον νεαρό μαθητή του δασκάλου, τον Ελίας Αμπρόσιους που δέχτηκε να ορθώσει ανάστημα και να γίνει η τρανή απόδειξη πως παρόλο που ζούσε σε μία εποχή έντονων αναταράξεων και θρησκευτικών αντιδικιών, αυτός ο νεαρός Εβραίος αποφασίζει να ξεριζώσει τις σάπιες και καθεστηκυίες αντιλήψεις και να δεχτεί να αποτελέσει το μοντέλο με το βλέμμα στο αύριο. Τα λόγια του σοφού που τον καθοδηγεί είναι το βάλσαμό του όταν του δηλώνει με σθένος και δύναμη ψυχής: “Η ζωή σου είναι η δική σου ζωή… και το να μην τη ζεις σημαίνει να πεθαίνεις εν ζωή, να επισπεύδεις τον θάνατο”. Με οδηγό αυτά τα λόγια αψήφησε τα διδάγματα και άκουσε την φωνή της ψυχής του που δεν λύγισε μπροστά στην αιωνιότητα.

Στην παράλληλη πορεία της ιστορίας, ένας άλλος Ελίας, ο Ελίας Καμίνσκι εν έτει 2008, στην Αβάνα της Κούβας που πλέει και ακροβατεί μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και σχοινοβατεί επικίνδυνα μεταξύ καπιταλισμού και αριστερής ιδεολογίας με σπασμένη πυξίδα και τιμόνι χαλασμένο, αναθέτει στον πρώην αστυνομικό Κόντε, μία περίεργη φυσιογνωμία της σύγχρονης αστικής τάξης, να διαλευκάνει το μυστήριο που παραμένει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας δίχως να έχει βρει μέχρι και τώρα καμία απάντηση. Τι απέγινε εκείνη η αιρετική προσωπογραφία που κουβαλούσαν οι παππούδες του και ποιος κρύβεται πίσω από την απάτη που περίμενε τους προγόνους του, οι οποίοι και επιθύμησαν να γευτούν την σωτηρία στη Γη της Επαγγελίας μετά από την άτακτη φυγή τους από μία Ευρώπη βουτηγμένη στον αντισημιτισμό και την αλληλοεξόντωση των λαών της; Ο πατέρας του σε ποιο σκοτεινό τοπίο βρέθηκε μπλεγμένος και ποιο το βάρος που ο ίδιος επωμίζεται απέναντι στο όνομα της οικογένειάς του; Αυτός ο μυστηριώδης Κόντε πάλι, θα μπλεχτεί επικίνδυνα στα δίχτυα του γόρδιου δεσμού με ένα σπαθί που άλλοτε βρίσκει δύναμη και άλλοτε λιγοψυχά όταν για παράδειγμα βρίσκεται ενώπιον του φόνου ενός κοριτσιού που σχετίζεται με την εγγονή ενός άλλου μέλους της οικογένειας Καμίνσκι που διαμένει στην κοσμοπολίτικη Αβάνα. Τότε θα βρεθεί αντιμέτωπος με ερωτήματα φλέγοντα για μία κοινωνία που αιμορραγεί και βλέπει τα παιδιά της να ξεστρατίζουν παρασυρμένα από την αδικία που διέπει το είναι τους. Τι μέλλον προδιαγράφεται για τον ίδιο και τα θύματα που αναζητά;

Οι αιρετικοί του Παδούρα είναι παράθυρα ανοιχτά στον κόσμο και εφορμούν στον προορισμό τους χωρίς φόβο αλλά με σιγουριά για τις αποφάσεις τους. Είναι πρόσωπα φωτεινά, ακατέργαστα και προπορεύονται της εποχής τους για αυτό και οι πράξεις τους δεν κατανοούνται. Ποιος δεν θυμάται και δεν συγκλονίζεται από τα εγκλήματα που διέπραξε η Ιερά εξέταση προς τους ζωγράφους οδηγώντας τους στην πυρά και στον θάνατο γιατί τα έργα τους δεν συμβάδιζαν με τις εντολές του “θείου” που δήθεν πρέσβευαν; Εδώ σε αυτή την κατάθεση, ο Παδούρα είναι αιχμηρός, λάβρος και λίβελος εναντίον αυτών που στο όνομα της αίρεσης επαίρονται για την παράλογη λογική τους. Τόσο ο νεαρός Εβραίος ζωγράφος, Ελίας Αμπρόσιους το 1648 όσο και η νεαρή ίμο των καιρών μας που αποστρέφει το βλέμμα της και αποξενώνεται γιατί αυτός ο κόσμος της είναι απωθητικός, ψεύτικος και επίπλαστος, είναι αποδείξεις πως αιρετικοί είναι αυτοί που επαναστατούν με πυγμή και αποφασιστικότητα για τα βήματά τους και αλλάζουν τους εαυτούς τους με σκοπό να αλλάξουν τον κόσμο. Είναι αυτοί που δεν τρομάζουν στην ιδέα να τα βάλουν με το σύστημα και αν τα καταφέρουν να βάλουν ένα λιθαράκι σε μία είδους αλλαγή που θα έχει εφαλτήριο τους ίδιους. Αν πάλι έρθουν αντιμέτωποι με τον θάνατο, όπως ο νεαρός Εβραίος μαθητής, τότε φεύγουν περήφανοι για την τόλμη τους και την αξία του εγχειρήματός τους. Εξάλλου, ο Παδούρα βάζει στο στόμα του Σπινόζα τα εξής λόγια: “Ο θάνατος, είναι απλώς η εν ζωή εξάντληση των πόθων, των ελπίδων, των φιλοδοξιών, των επιθυμιών μας για ελευθερία. Και από τον άλλο θάνατο, τον σαρκικό, μπορεί κανείς να επανέλθει μόνο αν φτάσει σ’ αυτόν με μία ζωή πολύ ολοκληρωμένη, ξοδεμένη στην ολότητά της, με την πληρότητα, τη συνείδηση και την αξιοπρέπεια που έχουμε προσδώσει στη ζωή μας, φαινομενικά τόσο μικρή, αλλά στην πραγματικότητα τόσο σημαντική και μοναδική σαν ένα πιάτο μαύρα φασόλια”.

“Η αθανασία είναι ένα υπέρτατο προνόμιο που θα το απολαύσουν μόνο ορισμένοι εκλεκτοί”

“Για άλλη μία φορά αποδεικνυόταν ότι η ιστορία και η ζωή ήταν ένα κουβάρι από νήματα όπου ποτέ δεν ήξερε κανείς που διασταυρώνονταν ή ακόμα και δένονταν κόμπο κάποιες ίνες για να δώσουν μορφή στη μοίρα των ανθρώπων ή ακόμα και στην ιστορία των χωρών”

Το βιβλίο του Λεονάρδο Παδούρα, με τιτλο Αιρετικοί, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.