Η Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης παρουσιάζει τα πρώτα κινηματογραφικά βήματα σπουδαίων σκηνοθετών, σε ένα αφιέρωμα που θα διαρκέσει από την Πέμπτη 23 Ιανουαρίου έως και την Κυριακή 26 Ιανουαρίου 2014 στην αίθουσα Τάκης Κανελλόπουλος.

                                                 

Πρόκειται για το αφιέρωμα «Εκρηκτικές πρώτες ταινίες» και φέρνει στη μεγάλη οθόνη αγαπημένες ταινίες: Βίαιος θάνατος του Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, Οι γροθιές στη τσέπη του Μάρκο Μπελόκιο, Μόνο αίμα των Τζόελ και Ίθαν Κοέν και Delicatessen των Μαρκ Καρό και Ζαν Πιερ Ζενέ.

ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

«Εκρηκτικές Πρώτες Ταινίες»

Πλέον κλασσικές, όταν αυτές οι ταινίες προβλήθηκαν για πρώτη φορά στη μεγάλη οθόνη, χάρισαν στο κοινό εκείνη τη σπάνια στιγμή της ανακάλυψης. Όταν συστήθηκαν στους θεατές ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι, ο Μάρκο Μπελόκιο, οι αδερφοί Τζόελ και Ίθαν Κοέν και ο Ζαν Πιερ Ζενέ, δεν μοιράστηκαν μαζί μας μόνο ένα συγκλονιστικό ντεμπούτο, αλλά και την ευκαιρία να δούμε το σινεμά μέσα από τα μάτια μιας αυθεντίας.

Αξίζει να θυμηθούμε ότι:

•             Όταν ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι γύρισε τον Βίαιο θάνατο  -σε σενάριο βασισμένο σε ιστορία του Πιερ Πάολο Παζολίνι- ήταν μόλις 22 ετών και απολύτως δικαιολογημένα θεωρήθηκε ως παιδί-θαύμα.

•             Το ντεμπούτο Οι γροθιές στη τσέπη του  Μάρκο Μπελόκιο απορρίφθηκε από το Φεστιβάλ Βενετίας, αλλά προβλήθηκε (και βραβεύτηκε) στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο, τραβώντας τα βλέμματα όλης της ευρωπαϊκής κριτικής επάνω στον 26χρονο δημιουργό της.

•             Ο Τέρι Γκίλιαμ στήριξε την αμερικανική διανομή του Delicatessen των Μαρκ Καρό και Ζαν Πιερ Ζενέ.

Πρόγραμμα προβολών:

 

ΠΕΜΠΤΗ 23/1              

18.30      Βίαιος θάνατος

21.00      Delicatessen

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 24/1         

18.30      Μόνο αίμα 

21.00      Οι γροθιές στην τσέπη

ΣΑΒΒΑΤΟ 25/1              

18.30      Delicatessen

21.00      Μόνο αίμα

ΚΥΡΙΑΚΗ 26/1               

18.30      Οι γροθιές στην τσέπη

21.00      Βίαιος θάνατος

Οι ταινίες αναλυτικά:

 

Βίαιος θάνατος / The Grim Reaper / La commare secca (Ιταλία, 1962)

Σκηνοθεσία: Μπερνάρντο Μπερτολούτσι /  Bernardo Bertolucci. Με τους: Francesco Ruiu, Giancarlo De Rosa, Vincenzo Ciccora. Διάρκεια: 88΄. Ασπρόμαυρη.

Μια πόρνη βρίσκεται δολοφονημένη σ’ ένα πάρκο στην περιφέρεια της Ρώμης. Η αστυνομία ανακρίνει διάφορα άτομα που την είδαν για τελευταία φορά και που θεωρούνται  ύποπτοι  για το φόνο, καθένα από τα οποία δίνει τη δική του εκδοχή για τη μοιραία νύχτα. Οι διηγήσεις των υπόπτων έχουν τον χαρακτήρα μιας σκυταλοδρομίας, καθώς επίσης δεν συμπίπτουν με την οπτική αφήγηση των ιστοριών τους, έτσι ώστε να δημιουργείται ένα σύνθετο και χαοτικό παζλ της νύχτας του εγκλήματος, η οποία φωτίζεται από πολλές διαφορετικές γωνίες. Τελικά, όταν το παζλ ολοκληρώνεται, μαζί με τον δολοφόνο αποκαλύπτεται και μια άθλια όσο και θλιβερή ατομική και  κοινωνική πραγματικότητα.

Το 1962, όταν ο Μπερνάρντο Μπερτολούτσι γύρισε  την ταινία, σε σενάριο βασισμένο σε μια ιστορία του Πιερ Πάολο Παζολίνι, ήταν μόλις 22 ετών (ένας από τους νεότερους σκηνοθέτες στην ιστορία του κινηματογράφου) και απολύτως δικαιολογημένα θεωρήθηκε ως παιδί-θαύμα. Η τεμαχισμένη (μακριά από τα στερεότυπα της σπονδυλωτής ταινίας) και  περίπλοκη  δομή του φιλμ, που κλείνει ολοκληρώνοντας έναν αφηγηματικό κύκλο, ήταν πραγματικά ρηξικέλευθη για την εποχή της. Λέει ο δημιουργός της: «Η σύνθεση της ταινίας είναι περισσότερο λυρική και κυκλική, παρά μυθιστορηματική ή τραγική. Αντί να αντιμετωπίσω μετωπικά τα πράγματα, προτίμησα να κινηθώ γύρω-γύρω απ’ αυτά». Ο Βίαιος θάνατος επηρεασμένος από τον κόσμο του Accattone, της πρώτης ταινίας του μέντορά του Παζολίνι, είναι ένα βαθύτατο πολιτικό σχόλιο γύρω από τα κοινωνικά και υπαρξιακά αδιέξοδα των ανθρώπων που ζουν στο βυθό της πραγματικότητας και κυρίως των νέων (οι ήρωες είναι στην ηλικία του σκηνοθέτη), καθώς τους κινηματογραφεί να περιπλανώνται χαμένοι και ουσιαστικά ηττημένοι, μπροστά στο κατώφλι της ζωής.   

Οι γροθιές στην τσέπη / Fists in the Pocket / I pugni in tasca (Ιταλία, 1965)

Σκηνοθεσία: Μάρκο Μπελόκιο / Marco Bellocchio. Με τους:

Lou Castel, Paola Pitagora, Marino Masé. Διάρκεια: 105’. Ασπρόμαυρη.

Σε μια απομονωμένη βίλα ζουν μια τυφλή μητέρα και τα τέσσερα παιδιά της: ο Αλεσάντρο, ο Λεόνε, η Τζούλια και ο Αουγκούστο. Οι τρεις πρώτοι πάσχουν από επιληψία (ο Λεόνε μάλιστα είναι και διανοητικά καθυστερημένος), ενώ ο Αουγκούστο, ο μεγαλύτερος, είναι ο μόνος που ζει μια κανονική ζωή (φίλοι, αρραβωνιαστικιά, δουλειά), και ο οποίος ασφυκτιά από την κατάσταση που επικρατεί στο πατρικό του. Κάποια στιγμή ο Αλεσάντρο αποφασίζει να  «απελευθερώσει» τον μεγάλο του αδερφό  από τα οικογενειακά βάρη. Σχεδιάζει την δολοφονία της μητέρας, της αδερφής και του καθυστερημένου αδερφού μ’ έναν  αποτρόπαιο τρόπο: να τους πάει μια βόλτα με το αυτοκίνητο και στην διάρκεια της διαδρομής να ρίξει το αυτοκίνητο σ’ ένα γκρεμό και έτσι να τους ξεφορτωθεί. Στην πρώτη προσπάθεια το φοβερό σχέδιο αποτυγχάνει, αλλά σε μια επόμενη φορά που είναι μόνος με την μητέρα, την σπρώχνει στο γκρεμό σκοτώνοντάς την. Το γεγονός εκλαμβάνεται ως ατύχημα και στη διάρκεια της κηδείας εξομολογείται στην Τζούλια το φρικτό έγκλημα που έχει διαπράξει, αλλά εκείνη μοιάζει να δέχεται το γεγονός φυσιολογικά. Αργότερα ο Αλεσάντρο, σε μόνιμη κατάσταση υπερδιέγερσης και  εντελώς αποχαλινωμένος, πνίγει τον Λεόνε μέσα στο μπάνιο. Όταν η Τζούλια και ο Αουγκούστο το αντιλαμβάνονται, τα πράγματα εκτροχιάζονται…

Λέει ο σκηνοθέτης: «Αυτός που είναι με τις γροθιές στην τσέπη, βαδίζει αναπότρεπτα προς τις έσχατες συνέπειες της άγνοιάς του: όσο πιο πολύ οι γροθιές παραμένουν σφιγμένες τόσο πιο ανεξέλεγκτη και μοιραία θα είναι η έκρηξη της θέλησης για εξέγερση και της καταπιεσμένης επιθυμίας για το κακό… Η επιληψία είναι κατά βάθος ένα όπλο που χρησιμοποίησα και εναντίον του θεατή, ένα όπλο που μου επέτρεψε να παρουσιάσω καταστάσεις και αντιδράσεις εκτός ελέγχου, τις οποίες αλλιώς δεν θα μπορούσα να είχα αποδώσει με ρεαλιστικό τρόπο». Το «χειροποί¬ητο» αυτό έργο, γυρισμένο στο εξοχικό της οικογένειας Μπελόκιο, θα προκαλέσει έναν πραγματικό σεισμό στον ι¬ταλικό κινηματογράφο, με το νεωτερικό και αντικομφορμιστι¬κό του στυλ και κυρίως για το ανελέητο βλέμμα με το οποίο κοιτάζει τον θεσμό της οικογένειας. Η ταινία θα απορριφθεί από το Φεστιβάλ Βενετίας, αλλά θα παιχτεί στο Φεστιβάλ του Λοκάρνο, όπου και θα βραβευτεί, τραβώντας τα βλέμματα όλης της ευρωπαϊκής κριτικής επάνω στον 26χρονο δημιουργό της. Οι γροθιές στην τσέπη έσπασαν οριστικά και αμετάκλητα κάθε δεσμό με τη νεορεαλιστική παράδοση, η οποία, υπόγεια ή φανερά, κυριαρχούσε ακόμα στον ιταλικό κινηματογράφο.

Μόνο αίμα / Blood Simple  (ΗΠΑ, 1984)

Σκηνοθεσία: Τζόελ και Ίθαν Κοέν / Joel Coen, Ethan Coen. Με τους: John Getz, Frances McDormand, Dan Hedaya. Διάρκεια: 99΄. Έγχρωμη.

Σε μια επαρχιακή πόλη του Τέξας, ένας παθολογικά ζηλιάρης σύζυγος προσλαμβάνει έναν ντετέκτιβ, γιατί υποψιάζεται ότι η γυναίκα του τον απατά με τον υπάλληλό του. Όταν βεβαιώνεται για την απιστία, τού δίνει εντολή να δολοφονήσει τους  παράνομους εραστές. Ο ντετέκτιβ παίρνει την αμοιβή και…πυροβολεί τον σύζυγο. Ο εραστής βρίσκει το (σχεδόν) πτώμα του αφεντικού του, αλλά νομίζει ότι τον «σκότωσε» η ερωμένη του. Η σύζυγος, αγνοώντας τα πάντα, υποθέτει ότι ο εραστής της παραφρόνησε. Ο ντετέκτιβ από την μεριά του, θεωρεί ότι το παράνομο ερωτικό ζευγάρι έχει στραφεί εναντίον του και προσπαθεί με κάθε τρόπο να τους εξοντώσει… 

Στην πρώτη τους σκηνοθετική απόπειρα  οι αδερφοί Τζόελ και Ίθαν Κοέν κινούνται στα σύνορα ανάμεσα στο φιλμ νουάρ, το θρίλερ και την ταινία τρόμου, δημιουργώντας ένα σκοτεινό (το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας είναι γυρισμένο νύχτα), παρανοїκό σύμπαν, ταυτόχρονα γκροτέσκο και κυνικό. Η νοσηρή ατμόσφαιρα, το απειλητικό όσο και εχθρικό περιβάλλον, το κατάμαυρο χιούμορ και οι τέσσερις ήρωες που μοιάζουν με μαστουρωμένα ζόμπι που κινούνται μέσα στο σκοτάδι, προσδίδουν στην ταινία τον χαρακτήρα ενός άγριου εφιάλτη. Το Μόνο αίμα, που θα καταστεί τάχιστα cult-movie, είναι μια ταινία όπου συναντούνται με τρόπο μοναδικό η κωμικο-τραγική διάσταση της ύπαρξης, η ωμότητα του φόνου, η απληστία και η ανθρώπινη βλακεία. Το ευρηματικό και συμπαγές σενάριο, επεξεργασμένο μέχρι την τελευταία του λεπτομέρεια, υπηρετείται έξοχα από ένα κινηματογραφικό στυλ που αναδεικνύει, με την πρώτη, το τεράστιο εικονοκλαστικό  ταλέντο των δύο αδερφών από την Μινεσότα, οι οποίοι κάνουν μια, ομολογουμένως, εντυπωσιακή είσοδο στην Έβδομη Τέχνη. Από το πρωταγωνιστικό κουαρτέτο ξεχωρίζουν η 27χρονη Φράνσις Μακ Ντόρμαντ (στην πρώτη της κινηματογραφική εμφάνιση) και κυρίως ο Μ. Έμετ Γουόλς, υπέροχα τρομακτικός στον ρόλο του ντετέκτιβ, της πιο δυσοίωνης φιγούρας της ταινίας.

Delicatessen (Γαλλία, 1991)

Σκηνοθεσία: Μαρκ Καρό, Ζαν Πιερ Ζενέ / Marc Caro, Jean Pierre Jeunet.

Με τους: Marie-Laure Dougnac, Dominique Pinon, Pascal Benezech. Διάρκεια: 99΄. Έγχρωμη.

Σ’ ένα αποκαλυπτικό τοπίο μετά την καταστροφή, το χρήμα δεν υφίσταται και το μόνο νόμισμα είναι τα αγαθά, τα οποία είναι επίσης εξαιρετικά δυσεύρετα. Οι άνθρωποι πλέον ζουν σε μικρές κοινότητες, κάτω από αντίξοες συνθήκες. Σ’ έναν από αυτούς τους μικρόκοσμους, στέκει μια απομονωμένη πολυκατοικία στην οποία εμφανίζεται ένας άνεργος κλόουν ο Λουιζόν, που νοικιάζει ένα διαμέρισμα και σε αντάλλαγμα αναλαμβάνει τη συντήρηση του κτιρίου. Η συνάντησή του με την κόρη του χασάπη-σπιτονοικοκύρη του και αφέντη-τυράννου της πολυκατοικίας, ο οποίος διατηρεί στο ισόγειο κρεοπωλείο, καταλήγει σε ένα ρομαντικό ειδύλλιο. Του προκαλεί βέβαια εντύπωση η ικανότητα του χασάπη να βρίσκει συχνά κρέας, σε μια εποχή που αυτό αποτελεί ένα είδος δυσεύρετο. Οι ένοικοι όμως του κτιρίου, μοιράζονται ένα μακάβριο μυστικό με το οποίο θα έρθει σύντομα αντιμέτωπος και ο Λουιζόν…

Ταινία εσχατολογική, σκοτεινή και ταυτόχρονα απίστευτα αστεία, όπου ο σουρεαλισμός συναντά το φουτουρισμό και τη μαύρη κωμωδία, το Delicatessen είναι το εκρηκτικό κινηματογραφικό ντεμπούτο των μικρομηκάδων και σχεδιαστών  κινουμένων σχεδίων Ζαν Πιερ Ζενέ (ο οποίος αργότερα θα σκηνοθετήσει τη διάσημη Αμελί) και Μαρκ Καρό. Το μαύρο χιούμορ στρωμένο σαν κατράμι σε όλο της το μήκος, η αχαλίνωτη φαντασία, η καρτουνίστικη αισθητική, ο ξέφρενος ρυθμός, η εκπληκτική χρωματική παλέτα (δια χειρός του Ντάριους Κόντζι), τα ευρηματικά ειδικά εφέ, το πανέξυπνο σενάριο, τα εξαίσια σκηνικά και κοστούμια και οι χαρακτήρες-καρικατούρες, βγαλμένοι θαρρείς από τα πιο δυσοίωνα κόμικς, αποτελούν τα υλικά μιας αλλόκοτης ταινίας, που ζωντανεύει έναν, κυριολεκτικά, εξωφρενικό, κόσμο. Σήμα κατατεθέν της ταινίας μια σεκάνς (απολαυστικό δείγμα παράλληλου μοντάζ) που έχει ήδη μείνει στην ιστορία: η χορογραφημένη σκηνή, όπου όλη η  πολυκατοικία, με σύνθημα το τρίξιμο από τα ελατήρια του κρεβατιού,  συντονίζεται στο ρυθμό του κρεοπώλη που κάνει παθιασμένο έρωτα με την ντίβα του ρετιρέ. Ο σπουδαίος οραματιστής κινηματογραφιστής Τέρι Γκίλιαμ στήριξε την ταινία με κάθε τρόπο και είναι ο εκτελεστής παραγωγός της.