Η Εθνική Πινακοθήκη παρουσιάζει την έκθεση «Παρίσι 1900: Αρ Νουβώ και Μοντερνισμός. Θησαυροί από το Petit Palais» από την

Τετάρτη 24 Νοεμβρίου 2010 μέχρι τις 28 Φεβρουαρίου 2011.

Ένα ταξίδι στην καρδιά της Μπελ Επόκ

Oι στίχοι αυτοί, που γράφτηκαν τόσο προφητικά από τον ισπανό ποιητή Vicente Huidobro για το συμπατριώτη του Pablo Picasso, φαίνεται πως εξέφραζαν τα αισθήματα των γάλλων καλλιτεχνών στο κατώφλι του 20ού αιώνα. Το 1900 είναι μια χρονολογία σταθμός.

Η Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού, η πέμπτη και τελευταία του 19ου αιώνα (οι υπόλοιπες είχαν οργανωθεί τα έτη 1855, 1867, 1878 και 1889), προσέφερε μια συμβολική πανοραμική εικόνα της μετάβασης από τον 19ο στον 20ό αιώνα.

Ήταν μια έκθεση θριαμβευτικού απολογισμού των κατακτήσεων της λήγουσας εκατονταετίας στους τομείς της οικονομίας, της βιομηχανίας, της τεχνολογίας, της επιστήμης και του πολιτισμού, ενώ ταυτόχρονα προοιωνιζόταν μια νέα εποχή ειρήνης, ευημερίας, προόδου και συνεργασίας ανάμεσα στους λαούς για τον ανατέλλοντα αιώνα.

Η εκατόμβη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου έμελλε να διαψεύσει αυτό το ευημεριστικό όνειρο.

Συμβολική αποκορύφωση της Μπελ Επόκ, η Παγκόσμια Έκθεση του 1900 συνόψιζε επίσης τα αντινομικά χαρακτηριστικά της. Ο Συμβολισμός, η αναζήτηση του πνευματικού στοιχείου στη φύση και στην τέχνη, ένα πανευρωπαϊκό ρεύμα που αναπτύσσεται, στο τέλος του 19ου αιώνα, σε αντίθεση προς το Θετικισμό και το Ρεαλισμό, και η ομόλογη τάση της Αρ Νουβώ, με την οργιαστική διακοσμητική υπερβολή της, συνυπάρχουν και συγκρούονται με τις αυστηρές μεταϊμπρεσιονιστικές αναζητήσεις καλλιτεχνών όπως ο Cézanne, που έμελλε σύντομα να αναδειχθεί σε πρόδρομο του Κυβισμού.

Τα τελευταία εκλεκτικά κτίρια με τα περίτεχνα και ανθηρά στολίδια, λαξευμένα στην πέτρα και στο μάρμαρο, και οι δαντελένιες σιδηροκατασκευές συναντούν τις πρώτες μοντέρνες οικοδομές από μπετόν αρμέ, που έμελλε να προσδιορίσουν την αρχιτεκτονική του 20ού αιώνα.

Το Grand και το Petit Palais, που χτίστηκαν ειδικά για την Παγκόσμια Έκθεση του 1900, ανήκουν στην πρώτη κατηγορία, ενώ ο επιβλητικός Πύργος του Άιφελ, ένας αιθέριος ύμνος γραμμένος στο χάλυβα, που δέσποζε στην Έκθεση του 1900 και επέτρεπε στους επισκέπτες της να αγκαλιάσουν τον ευρύτατο ορίζοντά της, ήταν κληροδότημα από την προηγούμενη Έκθεση του 1889.

Τα ποικίλα οικοδομήματα και περίπτερα, τόσο τα γαλλικά όσο και τα εθνικά, εξέφραζαν με τον πιο εύγλωττο τρόπο αυτή την αμφισημία, αυτό το στυλιστικό υβρίδιο, που χαρακτήριζε τη μετάβαση από την παλιά στη νέα εποχή.

Αποχαιρετισμός, λοιπόν, και νέο ξεκίνημα υπήρξε η μεγάλη Παγκόσμια Έκθεση του 1900, που αποτελεί σημείο αναφοράς και στη δική μας έκθεση.

Γενναία ήταν και η εκπροσώπηση της μικρής Ελλάδας με πολυάριθμους ζωγράφους και γλύπτες, απ’ όπου δεν έλειπαν και οι γυναίκες. Άλλωστε η Ελλάδα, όπως μας αποκαλύπτει το εμπεριστατωμένο άρθρο της επιμελήτριας της Εθνικής Πινακοθήκης Μαρίας Κατσανάκη, δεν έλειψε από καμιά διεθνή καλλιτεχνική διοργάνωση της Ευρώπης ήδη από τα μέσα του 19ου αιώνα.

Τα έργα της ελληνικής καλλιτεχνικής αντιπροσωπείας είχαν χωριστεί σε δυο ομάδες: σε κείνα που εκτέθηκαν στο Grand Palais και σε όσα, μάλλον άτυχα, μοιράστηκαν μαζί με διάφορα άλλα προϊόντα του τόπου μας το χώρο του ναόμορφου βυζαντινού κτίσματος από σφυρήλατο σίδερο του γάλλου αρχιτέκτονα Lucien Magne, που θα καταλήξει να στεγάσει τον Άγιο Σώστη στη λεωφόρο Συγγρού.

Η παράδοξη εκκλησία, που μεταφέρθηκε μετά το τέλος της έκθεσης και συναρμολογήθηκε στην Αθήνα, αφιερώθηκε στον Άγιο Σώστη, ως τάμα για τη σωτηρία του βασιλέως Γεωργίου Α΄, που είχε πρόσφατα διασωθεί από δολοφονική απόπειρα.

Ο Άγιος Σώστης αποτελεί αξιοσημείωτη ανάμνηση και αναφορά στην Έκθεση του 1900, ενώ διατηρεί τα υβριδικά στυλιστικά χαρακτηριστικά ενός αναχρονιστικού ιστορικισμού και της ανθηρής διακόσμησης Αρ Νουβώ.

Η καλλιτεχνική συμμετοχή της Ελλάδας συνιστά ένα ομιλητικό παράδειγμα των αντιφάσεων που επισημάναμε πιο πάνω: ακαδημαϊκές τάσεις, με τους κορυφαίους εκπροσώπους της Σχολής του Μονάχου και του Παρισιού, συνυπάρχουν ειρηνικά με βραδυπορημένες ιμπρεσιονιστικές αναζητήσεις και με χαρακτηριστικά έργα του πνεύματος της Μπελ Επόκ και της Αρ Νουβώ.

Η μερική ανασύσταση της ελληνικής αποστολής με τα αυθεντικά έργα που είχαν λάβει μέρος στην Έκθεση μας επιτρέπει να σχηματίσουμε μιαν εύγλωττη εικόνα της μεταβατικής αυτής περιόδου και των αντινομιών που χαρακτήριζαν όχι μόνο τις εθνικές καλλιτεχνικές συμμετοχές αλλά και ολόκληρη την Έκθεση του 1900. Άλλωστε, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι οι συμμετοχές αυτές εξέφραζαν την επίσημη αισθητική των χωρών που εκπροσωπούσαν, στην οποία δεν είχαν θέση οι ριζοσπαστικές καινοτομίες του μοντερνισμού και της εκκολαπτόμενης τότε πρωτοπορίας (avant-garde).

Η έκθεση του Petit Palais δεν περιορίζεται βέβαια στο ιστορικό γεγονός της Παγκόσμιας Έκθεσης του 1900, στην οποία άλλωστε οφείλει την ίδια την ύπαρξή του. Ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο της αθηναϊκής έκθεσης αποκαλύπτει την ταυτότητα αυτού του κομψού κτιρίου, αρχιτεκτονική, δομική και λειτουργική. Το Petit Palais, μαζί με το Grand Palais και τη γέφυρα του Αλεξάνδρου Γ΄, αποτελούν την πιο εντυπωσιακή ουρμπανιστική κληρονομιά της Παγκόσμιας Έκθεσης και, μαζί με τον Πύργο του Άιφελ, παραμένουν τα πιο αξιομνημόνευτα και αξιολάτρευτα τοπόσημα της Πόλης του Φωτός.

Η έκθεση άφησε πίσω της και άλλα μνημεία, σφραγισμένα από την αισθητική της Μπελ Επόκ και της Αρ Νουβώ, όπως οι σιδηροδρομικοί σταθμοί gare de Lyon και gare d’Orsay, που στεγάζει σήμερα το ομώνυμο μουσείο, ενώ στο περίφημο μετρό του Παρισιού προστέθηκε η κεντρική γραμμή Nation-Étoile.

Οι πύλες του μετρό απέκτησαν το 1900 τα υπέροχα κιγκλιδώματα Αρ Νουβώ και τα βλαστόμορφα φανάρια του Guimard, που θαυμάζουμε ακόμη και σήμερα. Το Petit Palais είχε κτιστεί από την αρχή με σκοπό να στεγάσει το Μουσείο της Πόλεως του Παρισιού. Τον προορισμό αυτό τον υπερκάλυψε, συγκεντρώνοντας πλουσιότατες συλλογές, από τις οποίες προέρχονται και τα έργα της αθηναϊκής έκθεσης.

Οι υπόλοιπες ενότητες της έκθεσης μας βυθίζουν, με τη βοήθεια πολύ χαρακτηριστικών και γοητευτικών έργων, στο κλίμα της Μπελ Επόκ. Ακαδημαϊκοί και μοντέρνοι ζωγράφοι αποτυπώνουν στο έργο τους το πολυδαίδαλο γίγνεσθαι της μεγαλούπολης στις σκηνές της καθημερινής ζωής του Παρισιού. Οι ιμπρεσιονιστές μπόρεσαν να αιχμαλωτίσουν με την ταχύτητα της γραφής, τη συγκοπτόμενη πινελιά και τα καθαρά τους χρώματα, την ηρακλείτεια ροή, την αέναη κίνηση του αστικού τοπίου του Παρισιού. Από τα πολυτελή σαλόνια και τις λέσχες των μεγαλοαστών οι καλλιτέχνες μας μεταφέρουν στα θορυβώδη βουλεβάρτα και στις πολύχρωμες αγορές, σ’ αυτό που ο Baudelaire ονόμασε «ηρωισμό της σύγχρονης ζωής». στο έπος και το δράμα των ανθρώπων του καθημερινού μόχθου. Γιατί υπάρχει και αυτή η αφανής πλευρά στην έκθεση.

Η ενότητα της «Παριζιάνας» είναι σαν να αναδύεται μέσα από τις μαγικές σελίδες της Αναζήτησης του χαμένου χρόνου. Είναι, άλλωστε, η εποχή που ενέπνευσε το θρυλικό μυθιστόρημα του Marcel Proust και οι υπέρκομψες κυρίες που βλέπουμε στους πίνακες της έκθεσης, ζωγραφισμένες από ακαδημαϊκούς της μόδας αλλά και από ιμπρεσιονιστές, όπως ο Renoir και η Berthe Morisot, μοιάζουν με μετενσαρκώσεις της Odette και της Madame de Guermantes.

Αναδίδουν το ίδιο μελαγχολικό άρωμα. Ιδανική ενσάρκωση της Μπελ Επόκ, η Sarah Bernhardt διεκδικεί πρωταγωνιστικό ρόλο όχι μόνο στις σκηνές της Ευρώπης και Αμερικής όπου διέπρεψε, αλλά, έναν αιώνα μετά, και στην έκθεσή μας. Ο αγαπητός συνάδελφος καθηγητής Gilles Chazal, Διευθυντής του Petit Palais, συγκατάνευσε με γενναιοδωρία να στερηθεί για τρεις μήνες τον μνημειώδη πίνακα του Georges Clairin, που υποδέχεται συνήθως τους επισκέπτες του Μουσείου και αποτελεί, κατά ένα τρόπο, το έμβλημά του στη συνείδηση του κοινού.

Η εντυπωσιακή ηθοποιός απεικονίζεται με ένα λευκό μακρύ φόρεμα από αστραφτερό σατέν, με γαρνιρίσματα από λευκά φτερά και δαντέλες, ξαπλωμένη σ’ έναν πλούσια διακοσμημένο σοφά. Το κορμί της και η στάση της σχεδιάζουν την αραμπέσκ που χαρακτηρίζει την Αρ Νουβώ, μια κυματοειδή γραμμή που την συνεχίζει ο ξαπλωμένος στα πόδια της λευκός σκύλος.

Ο Clairin κατάφερε να συνθέσει, με απαράμιλλη μαστοριά, αβρότητα και φανερή συγκίνηση, μια μεθυστική συμφωνία σε λευκό, χρυσό και κόκκινο, που μας βυθίζει και πάλι στον μαγικό κόσμο του Marcel Proust.

Το κεφάλαιο του Μοντερνισμού συμπληρώνεται από μια σειρά με σχέδια, χαρακτικά και αφίσες εποχής, που προέρχονται από τις πλούσιες και αφανείς συλλογές της Εθνικής Πινακοθήκης: Picasso, Bonnard, Toulouse-Lautrec κ.ά., είναι μόνο μερικά από τα διάσημα ονόματα που θα συναντήσουμε σ’ αυτή τη συλλογή. Τη φροντίδα της επιλογής είχε η Δρ. Μαριλένα Κασιμάτη.

Οι διακοσμητικές τέχνες δεν θα μπορούσαν να λείπουν από την έκθεση. Άλλωστε, αυτές σφράγισαν την εποχή και εξασφάλισαν την επιβίωσή της, αφού για πολλές δεκαετίες και μέχρι σήμερα δεν έπαψαν να έχουν φανατικούς οπαδούς.

Μερικά πολύτιμα βάζα με πρωτότυπα σχήματα και με διακοσμήσεις εμπνευσμένες από το φυτικό και ζωικό βασίλειο δεν εξαντλούν ασφαλώς αυτό το σημαντικό κεφάλαιο της Αρ Νουβώ. Τα κοσμήματα κατέχουν εξέχουσα θέση στις διακοσμητικές τέχνες της εποχής. Θρυλικοί σχεδιαστές κοσμημάτων, όπως ο René Lalique, ανανεώνουν με τη φαντασία, το ανεξάντλητο ρεπερτόριό τους και την έξοχη επεξεργασία ευγενών μετάλλων και πολύτιμων λίθων την τέχνη του κοσμήματος. Χλωρίδα και πανίδα προτείνουν μιαν ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης στους χρυσοχόους.

Στα κοσμήματά τους φυτικά μοτίβα, άνθη, εξωτικά πουλιά και ζώα, αλλά και ανθρώπινες μορφές υποτάσσονται στις διακοσμητικές καμπύλες της Αρ Νουβώ. Στην έκθεσή μας το κόσμημα αντιπροσωπεύεται από θαυμάσια σχέδια που προτείνονταν ως πρότυπα για τους χρυσοχόους-εκτελεστές των κοσμημάτων.
Η έκθεση Παρίσι 1900, Αρ Νουβώ και Μοντερνισμός – Θησαυροί από το Petit Palais, Μουσείο Καλών Τεχνών της Πόλης του Παρισιού αποτελεί την ανταπόδοση της έκθεσης με τους Θησαυρούς του Αγίου Όρους, που οργανώθηκε από το Υπουργείο Εξωτερικών της Ελλάδας και φιλοξενήθηκε με μεγάλη επιτυχία στο Petit Palais το 2009.

Ευχαριστώ θερμότατα το Διευθυντή του Μουσείου, Καθηγητή Gilles Chazal, που ανταποκρίθηκε με προθυμία και γενναιοδωρία στην πρότασή μας να οργανωθεί η ανταποδοτική αυτή έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη. Ευχαριστώ επίσης τους άξιους συνεργάτες του, που επιμελήθηκαν τις διάφορες ενότητες, σε συνεργασία μαζί μας και με την εξαίρετη επιμελήτρια της Εθνικής Πινακοθήκης Δρα Μαρία Κατσανάκη.
Ευχαριστώ θερμά το Διευθυντή του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης της Πόλης του Παρισιού, κ. Fabrice Hergott, για τη συμβολή του στην έκθεση, καθώς και τους συλλέκτες, που μας βοήθησαν να ανασυστήσουμε την ελληνική συμμετοχή στην Παγκόσμια Έκθεση του Παρισιού του 1900.

Ευχαριστίες οφείλω στην άξια συνεργάτιδά μας Φρύνη Καρζή, που είχε τη γραμματειακή ευθύνη της έκθεσης, και την εκλεκτή βοηθό μου Ειρήνη Τσελεπή, υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων, καθώς και την Ελένη Κοτσίκου για την πάντα πρόθυμη γραμματειακή της υποστήριξη. Ευχαριστώ θερμά τους πολύτιμους συνεργάτες μου, τη Διευθύντρια Συλλογών Δρα Όλγα Μεντζαφού, το Δρ. Μιχάλη Δουλγερίδη, Διευθυντή του Τμήματος Συντήρησης, το Διευθυντή των Οικονομικών και Διοικητικών Υπηρεσιών, Κώστα Αρβανιτάκη, και την υπεύθυνη λογιστηρίου, Μαρίνα Μακρή, και πάνω απ’ όλους τον Πρόεδρο του Δ.Σ., επίτιμο Πρόεδρο του Ελεγκτικού Συνεδρίου, κ. Απόστολο Μπότσο για την ενθουσιώδη συμπαράστασή του σε κάθε καλλιτεχνικό πρόγραμμα, την οποία συμμερίζονται και τα λοιπά μέλη του Δ.Σ. Η εξαίρετη αρχιτέκτων Λορέττα Γαΐτη έστησε ένα υπέροχο ατμοσφαιρικό σκηνικό, που υποβάλλει το κλίμα της εποχής και αναδεικνύει τα έργα τέχνης.

Ο ζωγράφος-σκηνογράφος και αγαπητός μαθητής μου Γιάννης Μετζικώφ πρόσθεσε τη δική του νότα στη σκηνογραφία της έκθεσης. Οι θαυμάσιοι νέοι γραφίστες της busybuilding «ανέστησαν» τα γραφιστικά στοιχεία της Αρ Νουβώ, για να σηματοδοτήσουν την έκθεση. Ο Θύμιος Πρεσβύτης και ο Θοδωρής Αναγνωστόπουλος σχεδίασαν με έμπνευση και γνώση τον κατάλογο, που επιμελήθηκε η Μαρία Κατσανάκη. τους συγχαίρω και τους ευχαριστώ όλους.

 Ο φίλος και θερμός φιλότεχνος Πρέσβης της Γαλλίας κ. Christophe Farnaud και η συνεργάτιδά του κα Catherine Suard, Σύμβουλος Συνεργασίας και Μορφωτικής Δράσης της Γαλλικής Πρεσβείας και Διευθύντρια του Γαλλικού Ινστιτούτου, αγκάλιασαν με ενθουσιασμό την ελληνογαλλική αυτή συνεργασία και συνέβαλαν στη διοργάνωση της έκθεσης εκδίδοντας το φυλλάδιο, που συνοδεύει τον επιβλητικό κατάλογο.

Η έκθεση, ωστόσο, δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί χωρίς τη γενναία χορηγία της Εθνικής Τράπεζας και του Κοινωφελούς Ιδρύματος «Αλέξανδρος Σ. Ωνάσης». Ευχαριστώ θερμότατα τον Πρόεδρο της Τράπεζας, κ. Βασίλη Ράπανο και τον Διευθύνοντα Σύμβουλο, κ. Απόστολο Ταμβακάκη για τη σταθερή υποστήριξη της Εθνικής Πινακοθήκης. Σε μέγα ευεργέτη του μουσείου μας έχει αναδειχθεί το Ίδρυμα Ωνάση και εκφράζω την ευγνωμοσύνη μου στον Πρόεδρό του, κ. Αντώνη Παπαδημητρίου, καθώς και στα σεβαστά μέλη του Δ.Σ., που ενέκριναν και αυτή τη χορηγία. Τέλος, ευχαριστώ την εταιρεία Aegean και το φίλο Θεόδωρο Βασιλάκη για τη σταθερή στήριξη του μουσείου μας, καθώς και όλους τους χορηγούς επικοινωνίας.

Μαρίνα Λαμπράκη-Πλάκα
Καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης
Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης