Η μελέτη και η εξοικείωση με το έργο της Αθηνάς Τάχα είναι μία σύνθετη και αποκαλυπτική εμπειρία. Σύνθετη, για πολλούς λόγους εκ των οποίων οι σημαντικότεροι είναι, αφενός η παράλληλη δραστηριότητα της με δύο διαφορετικού τύπου, μεγέθους, υφής και προσέγγισης εικαστικές εκφράσεις την περιβαλλοντική γλυπτική και την εννοιολογική τέχνη και αφετέρου η ταυτόχρονη με τη δημιουργική, θεωρητική ενασχόλησή της με το έργο της.

Είναι δε αποκαλυπτική, διότι η κατανόηση των επιλογών της και η ανάλυση των συνθετικών παραμέτρων του έργου της, οδηγούν σταδιακά στη διαπίστωση ότι οι δύο φαινομενικά εκ διαμέτρου αντίθετες εκ πρώτης όψεως διαδρομές της, η μία προς τον δημόσιο χώρο και η άλλη προς τον βιωματικό, ιδιωτικό, εκπορεύονται και καταλήγουν στην ίδια αισθητική και θεωρητική αρχή, που είναι η ομορφιά και η λειτουργία της φύσης, οργανικής & ανόργανης και η τάξη και ο ρυθμός του σύμπαντος…

Ο χρόνος, είναι ένα μέγεθος, που ούτως ή άλλως, διαπερνά και καθορίζει το έργο της Αθηνάς Τάχα σε όλα τα  επίπεδα. Οι κινήσεις των σωμάτων στο χώρο, υπακούοντας στις διαδρομές και τα μεγέθη που επιβάλουν τα σχήματά της στα έργα σε δημόσιους χώρους, που δεν ολοκληρώνονται παρά μόνον δια της ανθρώπινης συμμετοχής, διέπονται συχνά από μια επαναληπτικότητα κίνησης και φόρμας, που δημιουργεί ένα ρυθμό. Ο ίδιος ρυθμός απαντάται και στα έργα της μικρής κλίμακας, όπου η διάταξη και η επανάληψη οργανώνουν συχνά την επιφάνεια των έργων, όπως στην περίπτωση των «Ασπίδων» και των «Θωράκων» της.

Εξάλλου, όχι μόνο η προ-ϋπολογιζόμενη από την δημιουργό κίνηση του σώματος, αλλά και το ίδιο το ανθρώπινο σώμα λειτουργεί, υπακούοντας σε ρυθμούς, όπως της κυκλοφορίας του αίματος και του κτύπου της καρδιάς, κατ’ αντιστοιχία με το ηλιακό μας σύστημα και την κυκλική περιστροφική λειτουργία του.

Αυτοί οι ρυθμοί, τα μεγέθη μέτρησης του χώρου-χρόνου δηλαδή, μετατρέπονται από την Αθηνά Τάχα σε εργαλεία κιναισθητικής εμπειρίας, η οποία χαρακτηρίζει όχι μόνο τα site specific, περιβαλλοντικά και μνημειακά έργα της σε δημόσιους χώρους, αλλά και την πιο προσωπική βιωματική της τέχνη, εκεί όπου η ρυθμική οργάνωση της φόρμας τους και η ενίοτε σουρεαλιστική τους εικόνα, ανακαλούν θεραπευτικές και μαγικές ιδιότητες αντικειμένων και τελετουργικών.

Info:

Η Κατερίνα Κοσκινά είναι Ιστορικός Τέχνης-Μουσειολόγος, Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Ιδρύματος Ιωάννου Φ. Κωστόπουλου και Πρόεδρος από το 2008 του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.

Εργάστηκε για τέσσερα χρόνια ως Ειδικός Σύμβουλος στο Eυρωπαϊκό Πολιτιστικό Kέντρο Δελφών. Έχει επιμεληθεί πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις τέχνης και διετέλεσε Εθνική Επίτροπος της 23ης Μπιενάλε του Σάο Πάολο το 1996 και της 51ης Μπιενάλε της Βενετίας το 2005. Έχει επίσης συγγράψει κείμενα σε βιβλία και καταλόγους εκθέσεων, καθώς και άρθρα σε εφημερίδες και περιοδικά τέχνης. Eίναι μέλος του ICOM και της AICA Hellas. Από το 2000 έως το 2004 διετέλεσε Καλλιτεχνικός Σύμβουλος της Οργανωτικής Επιτροπής των Ολυμπιακών Αγώνων / Αθήνα 2004 Α.Ε.. Είναι επίσης μέλος της Επιτροπής Αισθητικής Πλαισίωσης της ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ Α.Ε. από το 1998 και Επιμελητής της Συλλογής Έργων Tέχνης της Alpha Bank από το 1992.