Από τις εκδόσεις Θερμαϊκός κυκλοφορεί το βιβλίο, Άρση Σιωπής της Χαριτίνης Βαζαίου.


Πρόκειται για μια κατάθεση ψυχής, στοχασμών και βιωμάτων αγάπης, έρωτα, απώλειας, απουσίας και απελευθέρωσης. Αφορισμοί στα φρούρια που επιβάλλονται από φιμωμένα βλέμματα. Αναζητήσεις και εξερευνήσεις στα δύσβατα μονοπάτια της καρδιάς. Μια άρση σιωπής που κουβαλάει την εξιλέωση.

Στη σκιά σου, ελιά μου, κάθισα κι έγραψα για όλες τις σκέψεις και τις σιωπές μου, για τ’ ανεκπλήρωτα όνειρα και τ’ ανείπωτα λόγια. Συλλογίστηκα όσα δεν τόλμησα να ζήσω. Συνομίλησα με τη σιωπή, μια σιωπή ιδιαίτερη που βροντοφώναζε κι εκλιπαρούσε να σπάσει, μια σιωπή που αποκωδικοποιούσε βλέμματα και ανέπνεε με ένα άγγιγμα. Και να που ήρθε το πλήρωμα του χρόνου η σιωπή ν’ αρθεί, να γίνει γραφή.
Το οξύμωρο σε όλη αυτή την κατάθεση ψυχής είναι ότι ο παραλήπτης της μπορεί να μην τη μάθει ποτέ. Ίσως να φταίνε ο εγωισμός μου, η ματαίωση των ονείρων, η ντροπή, η αξιοπρέπεια, ο φόβος. Είμαι δειλή, το ξέρω. Γι’ αυτό βρήκα διέξοδο στη συγγραφή. Η φτωχή μου πένα, αδύναμη, χάραξε ένα ρυάκι να κυλήσουν λόγια, αισθήματα κι ανείπωτες σκέψεις.
Η καρδιά δεν μπορεί να μείνει άλλο βουβή· το μυαλό έπαυσε να τη δαμάζει καιρό τώρα. Έγινε χείμαρρος. Μόνο η αγάπη μπορεί πια να με σώσει, να με λυτρώσει· η αγάπη που σου ’χω, η αγάπη που θα κρατήσει τελικά τα χείλη κλειστά.
Δεν ξέρω εάν, διαβάζοντας τις σκέψεις και τις σιωπές μου, ταυτιστείτε, ονειρευτείτε, κλάψετε, γελάσετε, αποδοκιμάσετε ή θυμώσετε. Για μένα ήταν μια κατάθεση ψυχής που, όπως μου είπε μια φίλη, νέα συγγραφέας και ερέθισμα στο τόλμημά μου: «Όταν κάτι πάψει να είναι μες το μυαλό σου και βγει στην πένα, παύει να ’ναι δικό σου και τότε θέλεις να το μοιραστείς με τον κόσμο. Ανήκει σ’ αυτόν».
 

Χαριτίνη· αμήχανη κι άβολη στέκομαι μπροστά στην περιγραφή μου, αφού μαθαίνω ακόμα. Δυο λόγια μόνο: ονειροπόλα στη μάθηση και στα ταξίδια της ζωής, ανεκπαίδευτη στον μηδενισμό, μαθητευόμενη στη ζωή. Λατρεύω τον έρωτα και τα παιδιά άρρηκτα συνδεδεμένα. Τα συμπεράσματα δικά σας.