Μου θύμιζε τόσο πολύ μια παλιά ανάμνηση του εαυτού μου, αλλά ήταν συγχρόνως και τόσο ξένος, σχεδόν άγριος, που μου’ ρθαν στο μυαλό καμιά σαρανταριά παλιές ιστορίες όπου ο ήρωας συναντάει το είδωλό του ή έχει ν’ αντιμετωπίσει έναν από τους χαρακτήρες από τα κάτω βασίλεια.

– John Barth, Giles Goat-Boy

Η Gagosian Gallery παρουσιάζει την ομαδική έκθεση “Giles” σε επιμέλεια της Άρτεμις Μπαλτογιάννη, με πηγή έμπνευσης το κωμικό μυθιστόρημα “Giles Goat-Boy” που έγραψε ο John Barth το 1966.

Αυτή η μηδενιστική, οργουελική παρωδία του Ψυχρού Πολέμου εκτυλίσσεται σε μια πανεπιστημιούπολη που συμβολίζει το σύμπαν. Ο κεντρικός ήρωας του μυθιστορήματος, Giles Goat-Boy, έχοντας μεγαλώσει σε στάβλο με κατσίκια, νομίζει πως είναι και ο ίδιος ένα απο αυτά. Μια μέρα συνειδητοποιεί ότι ο ίδιος δεν είναι τράγος, αλλά άνθρωπος. Από εκείνο το σημείο και ύστερα αποφασίζει ότι η πραγματική κλίση του είναι να γίνει “Μέγας Διδάσκαλος”—τίτλος σημαντικός αλλά μυστήριος και ασαφής. Στην ουσία η έννοια του “Μεγάλου Διδασκάλου” δεν προσδιορίζεται ποτέ, η ασάφεια του όμως παραπέμπει σε πνευματικό αρχηγό ή μεσσία.

Στο Goat-Boy ανακαλύπτουμε ένα alter ego του συγγραφέα, οι περιπέτειές του συμβολίζουν τη μετάβαση από τα πρώτα συγγραφικά βήματα έως την ωριμότητα—ίσως και μέχρι την αναγνώριση και τη φήμη. Στην αρχή του βιβλίου ο Barth έχει συμπεριλάβει μια “Δήλωση αποποίησης ευθύνης εκ μέρους του εκδότη” και μια “Συνοδευτική επιστολή προς τους επιμελητές και εκδότες” στην οποία διατείνεται ότι η ιστορία του Goat-Boy δεν είναι δικό του δημιούργημα, αντιθέτως του την είχε παραδώσει ένας κάποιος κύριος Giles Stoker. Ο Stoker, με τη σειρά του, επιμένει ότι ένας υπολογιστής με το όνομα WESCAC συνέγραψε το βιβλίο. Ένα παράλογο υστερόγραφο εντείνει ακόμη περισσότερο την ασάφεια των ορίων μεταξύ φαντασίας και πραγματικότητας, τοποθετώντας το βιβλίο “GilesGoat-Boy” στο πλαίσιο της σημαντικής παράδοσης της μεταμυθοπλασίας.

Με αφετηρία το μυθιστόρημα, οι καλλιτέχνες που συμμετέχουν στην έκθεση μοιράζονται με τον συγγραφέα το αδιαμφισβήτητο πνεύμα αυτοπαρατήρησης και το μαύρο χιούμορ του. Alter egos, πορτρέτα του καλλιτέχνη ή μεμονωμένα μέλη του σώματος μεταμορφώνονται στο εικαστικό ισοδύναμο της μεταμυθοπλασίας, καθώς στην έκθεση περιλαμβάνονται έργα τέχνης που έχουν απόλυτη επίγνωση της πολύπαθου πάλης (σχέσης) του καλλιτέχνη με τη μούσα του. Απτό παράδειγμα το έργο Untitled (2009) του Maurizio Cattelan, μια παιχνιδιάρικη απεικόνιση του καλλιτέχνη-φαρσέρ να κρύβει το πρόσωπό του μέσα σε μια μπότα από καουτσούκ, με τη χαρακτηριστική μύτη του να εξέχει, κρυμμένος εξίσου αποτελεσματικά όσο μια στρουθοκάμηλος με το κεφάλι της στο χώμα. Πού μπορεί να κρύψει κανείς την έλλειψη έμπνευσης; Άλλο παράδειγμα, το έργο Forever 27 (2013) του Josh Kline, όπου ο Kurt Cobain είναι ολοζώντανος, μεταμορφωμένος σε χίπστερ, και μιλάει για την επερχόμενη έκθεση με έργα του. Ο Kline εντάσσει τη δημιουργία τέχνης στο τρέχον (σταρ σύστεμ) σύστημα εμπορευματοποίησης που παράγει διασημότητες και εξιδανικεύει τη νιότη.

Η επιθυμία του Goat-Boy να μεταμορφωθεί σε “Μέγα Διδάσκαλο” δεν διαφέρει πολύ απο την επιθυμία να γίνει κάποιος καλλιτέχνης.

Στο έργο του Απόστολου Γεωργίου, ένας μοναχικός ζωγράφος κρατάει στα χέρια του την απεικόνιση της συντροφικότητας κάποιων άλλων, η αναζήτηση της αγάπης και η επίτευξη στόχων είναι στενά συνδεδεμένες, η μία αντικατοπτρίζει την άλλη. Στην εσωτερική πάλη μεταξύ της ανθρώπινης και της ζωώδους φύσης του Goat-Boy συναντούμε την αιώνια διαμάχη ανάμεσα στο φυσικό ταλέντο, το πεπρωμένο και την επιλογή. Η αγάπη, με όλα τα θετικά και τα αρνητικά της, γίνεται μια μεταφορά για τη δημιουργική διαδικασία. Το Goat-Boy συνεχίζει τη μοναχική περιπλάνησή του στην αυτοαμφισβήτηση προς ένα τέλος αβέβαιο, απροσδιόριστο, χωρίς συγκεκριμένες απαντήσεις.

Συμμετέχοντες καλλιτέχνες: FLAME, Louise Bonnet, Maurizio Cattelan, Απόστολος Γεωργίου, Dan Finsel, Matthew Hansel, Anna K.E., Sanya Kantarovsky, Josh Kline, Friedrich Kunath, Calvin Marcus, Frances Stark, Andra Ursuta, Jan Kiefer, Nicolas Grenier και Cindy Sherman.

Έργο: Anna K.E.
Intangible Economies Of Desires #1, 2016
Photograph, Drawing, Aluminum, Glass, Plastic, Wood Frame
55 x 59 x 4 inches (140 x 150 x 10 cm)
‘Courtesy of the artist and Simone Subal Gallery.’